Σήμα κινδύνου «εκπέμπουν» οι ενεργειακοί κολοσσοί της Ευρώπης για τις ολοένα επιδεινούμενες επιπτώσεις που έχει η αποτυχημένη στρατηγική της Ε.Ε. αναφορικά με το ενεργειακό ζήτημα και ζητούν να αναθεωρήσει τη στροφή στις ανανεώσιμες πηγές που δεν είναι βιώσιμες, καθώς η ενεργειακή της ασφάλεια δεν είναι πλέον διασφαλισμένη.
Γράφουν σχετικά στους FinancialTimes οι GuyChazan και PilitaClark:
Εννέα από τις μεγαλύτερες εταιρίες κοινής ωφέλειας της Ευρώπης ενώνουν τις δυνάμεις τους για να προειδοποιήσουν τις ενεργειακές αρχές της Ε.Ε. ότι διακυβεύουν τα ενεργειακά αποθέματα της Γηραιάς Ηπείρου.
Ο Ζεράρ Μεστραγέ, διευθύνων σύμβουλος της GDFSuez, της μεγαλύτερης ενεργειακής στον κόσμο από πλευράς παραγωγής, και ο Πάολο Σκαρόνι, ο επικεφαλής του ιταλικού ομίλου Eni, θα παρουσιάσουν την Τρίτη στο ευρωπαϊκό κοινοβούλιο τις προτάσεις τους για τη μεταρρύθμιση του συστήματος.
Θα πουν ότι, εν μέρει λόγω των αποτυχημένων πολιτικών της Ε.Ε., η ενεργειακή της ασφάλεια δεν είναι πλέον εξασφαλισμένη, ότι οι εκπομπές ρύπων άνθρακα αυξάνονται, δεν υπάρχουν επενδύσεις στον κλάδο και πως το κόστος των καυσίμων διαρκώς αυξάνεται.
Ο κ. Μεστραγέ δήλωσε ότι ένα από τα μεγαλύτερα προβλήματα ήταν οι υπεργενναιόδωρες επιδοτήσεις στις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας, που ώθησαν το κόστος για τους καταναλωτές, και τώρα χρειάζεται να μειωθούν: «Πρέπει να μειώσουμε την ταχύτητα με την οποία η Ευρώπη χτίζει νέα αιολικά και ηλιακά πάρκα. Αυτήν τη στιγμή δεν είναι βιώσιμα», δήλωσε.
Υποστήριξε ότι ορισμένες ανανεώσιμες πηγές ενέργειας δεν χρειάζονται πλέον κρατικές επιδοτήσεις και πως η κρατική στήριξη θα πρέπει να γίνει «σε περιορισμένες τεχνολογίες που δεν είναι ώριμες σήμερα, όπως η παραγωγή ενέργειας από την παλίρροια και τα κύματα».
Ο Μεστραγέ και ο Σκαρόνι δεν θα αντιπροσωπεύουν μόνο τις δικές τους εταιρίες, αλλά επίσης τις Enel, E.ΟΝ, RWE, GasTerra, Iberdrola, GasNatural καιVattenfall. Αθροιστικά, οι εννέα όμιλοι έχουν έσοδα 900 δισ. ευρώ και περισσότερους από 500.000 εργαζομένους.
Η παρέμβασή τους θα ασκήσει νέες πιέσεις στους ηγέτες της Ε.Ε. καθώς εξετάζουν το μέλλον της πολιτικής περί κλιματικών αλλαγών. Οι κυβερνήσεις είναι διχασμένες για το εάν θα επεκταθούν οι υποχρεωτικοί στόχοι που έχουν τεθεί για το 2020, οι οποίοι απαιτούν λιγότερες εκπομπές αερίων θερμοκηπίου και μεγαλύτερη χρήση ανανεώσιμων πηγών ενέργειας, ή εάν θα τεθούν νέοι στόχοι για το 2030.
Οι εννέα εταιρίες κοινής ωφέλειας δεν βλέπουν θετικά τη θέσπιση νέων δεσμευτικών στόχων για τις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας – θέση που, μεταξύ άλλων, συμμερίζεται και η βρετανική κυβέρνηση.
Αντιθέτως, ζητούν ένα «φιλόδοξο αλλά ρεαλιστικό» στόχο μείωσης των εκπομπών αερίων στο πλαίσιο μιας ευρύτερης κίνησης για την ενίσχυση του ευρωπαϊκού συστήματος εμπορίας ρύπων.
Οι ευρωπαϊκές εταιρίες κοινής ωφέλειας παλεύουν με τη συνεχιζόμενη οικονομική κρίση της Γηραιάς Ηπείρου που έχει ασκήσει πτωτικές πιέσεις στη ζήτηση, αλλά και με την άνοδο των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας που υπονομεύει την ανταγωνιστικότητα των παραδοσιακών επιχειρήσεων στο φυσικό αέριο και στην παραγωγή ενέργειας από άνθρακα.
Ο κ. Μεστραγέ δήλωσε πως τα τελευταία χρόνια έκλεισε ή παροπλίστηκε παραγωγική δυναμικότητα 30.000 megawatt από άνθρακα – που αντιστοιχεί σε περίπου 30 πυρηνικά εργοστάσια.
Κάλεσε την Ευρώπη να εργαστεί ταχύτατα για να παρουσιαστεί ένα σύστημα πληρωμών που θα δίνει κίνητρα στις γεννήτριες ενέργειας από άνθρακα να παραμείνουν ενεργές και να αποτρέψει το κλείσιμο περισσότερων εργοστασίων
Πηγή: iefimerida.gr