Του Γιώργου Πρεβελάκη*
Μέσα σε λίγες εβδομάδες κατέρρευσαν τα θεμέλια της ευρωπαϊκής γεωπολιτικής. Η Ευρωπαϊκή Ένωση διαπιστώνει ότι αδυνατεί να αντιμετωπίσει τη ρωσική στρατιωτική απειλή χωρίς την εν αποσύρσει αμερικανική “ομπρέλα”. Προτείνεται να αυξηθεί μαζικά η χρηματοδότηση της ευρωπαϊκής άμυνας- παρ’όλο που, ήδη, οι αμυντικές δαπάνες των χωρών της Ευρωπαϊκής Ένωσης εν συνόλω είναι σχεδόν τριπλάσιες από της Ρωσίας. Το έλλειμμα, επομένως, δεν βρίσκεται στη χρηματοδότηση. Αντιθέτως, η λιτότητα την οποία συνεπάγεται μια ενδεχόμενη πρόσθετη χρηματοδότηση της άμυνας θα στείλει ψηφοφόρους στις ακραίες φιλορωσικές παρατάξεις. Παραλλήλως, διαπιστώνεται ότι η Ευρωπαϊκή Ένωση δεν μπορεί να συμφωνήσει σε μιαν ενιαία πολιτική έναντι της Ρωσίας. Αναζητείται νέο σχήμα.
Η Πολωνία και οι Βαλτικές χώρες, ως άμεσα απειλούμενες, συνηγορούν εμφατικά στην υπό σκέψη « συμμαχία των προθύμων ». Η Γερμανία, παρά τις περί του αντιθέτου δηλώσεις, δεν είναι βέβαιο ότι θα προσχωρήσει σε ένα ανοικτά αντιρωσικό στρατόπεδο. Η Γαλλία διεκδικεί ηγετικό ρόλο. Δεν διαθέτει ικανό αριθμό στρατιωτών, αλλά προβάλλει το πυρηνικό της οπλοστάσιο. Αυτό, όμως, δεν σημαίνει ότι υπάρχει ομοφωνία στην πολιτική της σκηνή ως προς τη Ρωσία- το αντίθετο. Τέλος, στο Ηνωμένο Βασίλειο, χωρίς αμφιθυμίες ως προς τον παραδοσιακό τους αντιρωσισμό, έχουν στραφεί στους ανοικτούς ορίζοντες των θαλασσών, πέραν της ευρωπαϊκής « ηπείρου ». Το δεύτερο μεγάλο γεωπολιτικό θέατρο, ο ινδο-ειρηνικός χώρος, τους απασχολεί περισσότερο.
Ούτως ή άλλως, η ρωσική απειλή δεν μπορεί να αντιμετωπιστεί αμέσως. Ακόμη και αν ξεπερνιούνταν τα πολιτικά και οικονομικά προβλήματα, η οικοδόμηση μιας ανεξάρτητης άμυνας απαιτεί πέντε με δέκα χρόνια. Στο διάστημα αυτό η Ρωσία θα έχει τη δυνατότητα να ακυρώσει την όποια προσπάθεια, ασκώντας ένα μείγμα από εκφοβισμούς και επιθέσεις φιλίας.
Η Ευρώπη φαίνεται σήμερα συρόμενη σε υποτέλεια. Μετά από την αμερικανική « καλοπροαίρετη » ηγεμονία, προβάλλει το φάσμα μιας ρωσικής, λιγότερο ήπιας, κυριαρχίας. Οι ευρωπαϊκές ελίτ, μετά από τις θριαμβολογίες των περασμένων ετών, είναι αναγκασμένες να παραδεχθούν μια κατάφωρη αποτυχία.
Μέσα στον πανικό, παρουσιάζεται ως deus ex machina η Τουρκία η οποία παρατηρεί με ανησυχία την ενίσχυση του παραδοσιακού γεωπολιτικού της αντιπάλου. Μολονότι προβάλλεται η εξοπλιστική ισχύς της γείτονος, το πραγματικό ανομολόγητο επιχείρημα είναι ότι διαθέτει εμπειροπόλεμους στρατιώτες. Συνεισφέρει το κεφάλαιο, η αξία του οποίου αναβαθμίστηκε κατά τον πόλεμο της Ουκρανίας: νέους, chair à canon. Αντιθέτως, στη δυτική Ευρώπη οι νέοι δεν είναι ούτε έτοιμοι ούτε πρόθυμοι να θυσιαστούν στο όνομα ενός απαξιωμένου από την ευρωπαϊστική ιδεολογία πατριωτισμού ή μιας ασπόνδυλης ευρωπαϊκής ταυτότητας.
Μέσα σε αυτό το κλίμα, η ευρωπαϊκή αλληλεγγύη προς την Ελλάδα είναι αμφίβολη, ακόμη και στο συμβολικό επίπεδο. Η Τουρκία, προκειμένου να διαθέσει το πολύτιμο κεφάλαιο των νέων της, θα διαπραγματευτεί με τη γνωστή διπλωματική της δεινότητα τα ανταλλάγματα. Πολλά από αυτά ενδέχεται να είναι εις βάρος των ελληνικών συμφερόντων.
Η Ευρώπη, το ένα από τα ερείσματα της ελληνικής γεωπολιτικής και διπλωματικής εξασφάλισης, κλονίζεται, λόγω αδυναμίας και ενδεχομένων μελλοντικών επιλογών. Μπορούμε να βασιστούμε στις Ηνωμένες Πολιτείες; Ασφαλώς δεν αποκλείεται κάποια αμερικανική στήριξη, καθώς η Ελλάδα εμπλέκεται στον χώρο της Ανατολικής Μεσογείου, ο οποίος εξακολουθεί να ενδιαφέρει την Αμερική. Δεν υφίσταται όμως καμία εγγύηση. Η νέα « συναλλακτική διπλωματία » σαρώνει ό,τι απέμενε από τις ψευδαισθήσεις. Οι εξελίξεις επιβεβαιώνουν την παλαιά προειδοποίηση του Κίσινγκερ, ότι « το να είσαι εχθρός των ΗΠΑ είναι επικίνδυνο, αλλά το να είσαι φίλος είναι θανάσιμο ».
Εμείς « Ανήκομεν εις την Δύσιν », όπως είχε απερίφραστα δηλώσει ο Κωνσταντίνος Καραμανλής. Μήπως, όμως, σήμερα χρειάζεται μια πολυδιάστατη εξωτερική πολιτική; Δεν είναι, πάντως, σίγουρο ότι διαθέτουμε τα απαραίτητα διπλωματικά και πνευματικά εφόδια, μετά από τις δεκαετίες κατά τις οποίες σκέπτονταν άλλοι ανθ’ημών.
*Ομότιμος Καθηγητής Γεωπολιτικής στο Πανεπιστήμιο της Σορβόννης (Paris 1)
Distinguished Visiting Professor, Hellenic American University