Του Δημήτρη Στεργίου
Είχα κρατήσει δύο σημειώσεις από την ομιλία του νέου υπουργού Δικαιοσύνης Γιώργου Φλωρίδη κατά τη συζήτηση επί των προγραμματικών δηλώσεων του Πρωθυπουργού Κυριάκου Μητσοτάκη, ο οποίος ανακοίνωσε ένα σημαντικό συγκεκριμένο σχέδιο για αναβάθμιση της δικαιοσύνης, με βασικό στόχο, όπως τόνισε ο έμπειρος νομικός και πολιτικός, τη γρήγορη απονομή της δικαιοσύνης.
Η πρώτη σημείωση αφορά στην απόφαση για ενοποιήσεις και όχι καταργήσεις δικαστηρίων σε κάθε περιφέρεια και ορθολογικότερη αξιοποίηση των δικαστών.
Πρόκειται για σημαντική, πράγματι, παρέμβαση, καθώς ενισχύει τον παραπάνω βασικό στόχο της κυβέρνησης, για τους λόγους που αναπτύσσει για το θέμα αυτό και η έκθεση της επιτροπής του νομπελίστα Οικονομικών Χριστόφορου Πισσαρίδη. Η δεύτερη αφορά στην προαναγγελία προστίμων και ποινών για τις μηνύσεις που μπαίνουν στο αρχείο. «Η πρόσβαση στη Δικαιοσύνη δεν μπορεί να γίνεται καταχρηστικά», τόνισε.
Πράγματι, η «βιομηχανία μηνύσεων» είναι ένα τεράστιο πρόβλημα, αλλά, ως νομικός και από οικογένεια νομικών, σίγουρα ο κύριος Φλωρίδης γνωρίζει, ότι είναι η κορυφή του παγόβουνου. Η διαπίστωση αυτή επιβεβαιώνεται από τις διαπιστώσεις για αγκυλώσεις στη λειτουργία της ελληνικής Δικαιοσύνης και από τις προτάσεις που παραθέτει στην έκθεσή της η παραπάνω επιτροπή.
«Η ταχύτητα και η ποιότητα στην απονομή δικαιοσύνης είναι καθοριστικός παράγοντας για την οικονομική ανάπτυξη μιας χώρας αλλά και για την παροχή ίσων ευκαιριών στους πολίτες της», τονίζει η παραπάνω επιτροπή, «αλλά μολονότι η Ελλάδα σημείωσε πρόοδο σε δείκτες απονομής δικαιοσύνης την τελευταία δεκαετία, υπάρχουν ακόμα σημαντικά περιθώρια βελτίωσης», προσθέτει.
Επιγραμματικά παραθέτω στη συνέχεια μερικές διαπιστώσεις και προτάσεις της παραπάνω επιτροπής:
▪ Ο χρόνος που απαιτείται για να τελεσιδικήσει μια υπόθεση στα πολιτικά δικαστήρια σε πρώτο βαθμό στην Ελλάδα ήταν ο δεύτερος υψηλότερος στην Ευρωπαϊκή Ενωση( ΕΕ) το 2017, ενώ ο αντίστοιχος χρόνος για τα διοικητικά δικαστήρια ήταν ο πέμπτος υψηλότερος.
▪ Εξαιτίας των καθυστερήσεων στην απονομή δικαιοσύνης, η Ελλάδα κατατάσσεται μόλις στην 146η θέση παγκοσμίως ως προς την εφαρμογή των συμβάσεων σύμφωνα με την ετήσια έρευνα Doing Business της Παγκόσμιας Τράπεζας για το 2020».
▪ Ενα στοιχείο που επίσης προβληματίζει είναι ότι, σύμφωνα με το Παγκόσμιο Οικονομικό Φόρουμ (2018), η αντίληψη των ελληνικών επιχειρήσεων περί δικαστικής ανεξαρτησίας βρίσκεται χαμηλότερα του ευρωπαϊκού μέσου όρου.
▪ Για την εικόνα αυτή, η παραπάνω επιτροπή σημειώνει ότι οφείλεται σε αγκυλώσεις τόσο μέσα όσο και έξω από το δικαστικό σύστημα, όπως, για παράδειγμα, η πολυπλοκότητα και οι επικαλύψεις μεταξύ νόμων που δίνουν τροφή σε ένδικες διαφορές και επιβαρύνουν αχρείαστα το δικαστικό σύστημα, ενώ, αντίθετα, απουσιάζουν κίνητρα για εξωδικαστική επίλυση διαφορών.
▪ Οι καθυστερήσεις στην απονομή δικαιοσύνης δεν οφείλονται στο ότι ο αριθμός των δικαστών είναι χαμηλός. Αντίθετα, όπως αναφέρει, η Ελλάδα έχει περισσότερους δικαστές αναλογικά με τον πληθυσμό της από τον μέσο όρο της Ευρωπαϊκής Ενωσης. Ενδεικτικά, το 2016 η Ελλάδα είχε 25,8 δικαστές ανά 100.000 κατοίκους, έναντι 21 μέσου όρου στην Ευρωπαϊκή Ενωση, 24,2 στη Γερμανία, 11,5 στην Ισπανία, 10,6 στην Ιταλία και 10,4 στη Γαλλία.
▪ Ενας παράγοντας που συμβάλλει στις καθυστερήσεις είναι και η έλλειψη επαρκούς υποστήριξης των δικαστών από δικαστικούς υπαλλήλους, η οποία δημιουργεί πρόσθετο φόρτο εργασίας για τους δικαστές. Για παράδειγμα, ενώ κατά μέσον όρο στις χώρες του Συμβουλίου της Ευρώπης αντιστοιχούν 3,1 υπάλληλοι ανά δικαστή, η αντίστοιχη αναλογία για το Συμβούλιο της Επικρατείας είναι περίπου 0,5, δηλαδή μισός υπάλληλος ανά δικαστή!
▪ Η Ελλάδα κατατάσσεται τελευταία μεταξύ 27 χωρών της Ευρωπαϊκής Ενωσης ως προς τον βαθμό εισαγωγής πληροφοριακών συστημάτων και μηχανογράφησης στα δικαστήρια.
▪ Το ελληνικό δικαστικό σύστημα υστερεί σε μια σειρά από πρωτοβουλίες που μπορούν να προάγουν τη διαφάνεια και την εύκολη πρόσβαση των πολιτών σε πληροφόρηση, στα πρότυπα άλλων χωρών.
▪ Η περιορισμένη εκπαίδευση των ελλήνων δικαστών, σε σύγκριση με άλλες χώρες, σε θέματα οικονομικής επιστήμης, λογιστικής και χρηματοοικονομικών.
▪ Δεν καταγράφονται καθόλου δραστηριότητες κατάρτισης σε ψηφιακές και διοικητικές δεξιότητες, ενώ τέτοιες δραστηριότητες είναι σημαντικές σε άλλες χώρες της Ευρωπαϊκής Ενωσης.
Αλλά, πέρα από τις αγκυλώσεις, η παραπάνω επιτροπή παραθέτει και προτάσεις που, όπως τονίζει, θα έχουν θετική επίδραση στους δείκτες απονομής δικαιοσύνης, όπως:
▪ Η επιτροπή χαρακτηρίζει ως προβληματική τη γεωγραφική κατανομή των δικαστηρίων, ενισχύοντας έτσι τον οδικό χάρτη που ανακοίνωσε ο κ. Φλωρίδης. Υπάρχουν δικαστήρια που υπολειτουργούν, τονίζει.
▪ Η πρόσβαση των πολιτών στις δημοσιευμένες αποφάσεις των δικαστηρίων, η οποία είναι ικανοποιητική για τα ανώτατα δικαστήρια, θα πρέπει να επεκταθεί σε όλους τους βαθμούς των διοικητικών, ποινικών και πολιτικών δικαστηρίων. «Η δημόσια πρόσβαση απαιτεί κατάλληλη ανωνυμοποίηση των αποφάσεων» τονίζει.
Πηγή: ot.gr