Του Δημήτρη Κούρκουλα*
Όταν αναφερόμαστε στις διεθνείς διακρατικές σχέσεις και ιδίως στις εστίες έντασης που ενίοτε καταλήγουν στη χρήση ένοπλης βίας χρησιμοποιούμε συχνά τον όρο «Διεθνές Δίκαιο». Στη χώρα μας μάλιστα η επίκληση του Διεθνούς Δικαίου αποτελεί, εδώ και δεκαετίες, τον ακρογωνιαίο λίθο της εξωτερικής μας πολιτικής.
Ο όρος «Διεθνές Δίκαιο» παρουσιάζει ορισμένες ιδιομορφίες και ιδιότητες που συχνά αγνοούμε. Στη νομική επιστήμη «Δίκαιο» ονομάζεται το σύνολο των κανόνων που ρυθμίζουν τις σχέσεις των ανθρώπων σε μια κοινωνία. Οι κανόνες αυτοί είναι υποχρεωτικοί και συνοδεύονται από μηχανισμούς αναγκαστικής τους επιβολής, όπως η αστυνομία και τα δικαστήρια.
Στις διακρατικές σχέσεις δεν υπάρχει παγκόσμιος μηχανισμός επιβολής των κανόνων του Διεθνούς Δικαίου. Ο Οργανισμός Ηνωμένων Εθνών που ιδρύθηκε μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο μόνο σε περιορισμένες περιπτώσεις και εφόσον συμφωνούν όλα τα μόνιμα μέλη του Συμβουλίου Ασφαλείας μπορεί να επιβάλει ορισμένες αποφάσεις.
Μια άλλη σημαντική διαφορά μεταξύ εσωτερικού και διεθνούς δικαίου οφείλεται στο ότι στο εσωτερικό δίκαιο κάθε χώρας ακόμα και αν αμφισβητείται η ερμηνεία νομικών κανόνων υπάρχει πάντα μια ανώτερη αρχή, συνήθως δικαστική, η οποία αποφασίζει οριστικά αίροντας κάθε αμφισβήτηση. Στις διεθνείς σχέσεις η δυνατότητα επίλυσης διαφορών από μια υπέρτερη δικαστική εξουσία είναι πολύ περιορισμένη και συνήθως εξαρτάται από τη βούληση των αντιμαχόμενων πλευρών να υπαγάγουν τη διαφωνία τους σε ένα διεθνές Δικαστήριο.
Η σύγχυση που μπορεί να προκαλέσει η χρήση του όρου «Διεθνές Δίκαιο» γίνεται ακόμα πιο επικίνδυνη αν αναλογισθούμε ότι υπάρχουν θεμελιώδες κανόνες του Διεθνούς Δικαίου που έρχονται σε προφανή αντίφαση ο ένας με τον άλλον. Το δικαίωμα των λαών στην αυτοδιάθεση που περιλαμβάνεται στον Χάρτη των Ηνωμένων Εθνών προσκρούει πολλές φορές στην κυριότερη καταστατική αρχή του Διεθνούς Δικαίου που είναι το απαραβίαστο των συνόρων.
Οι συγκρούσεις που προκύπτουν από τη δράση εθνοαπελευθερωτικών κινημάτων και μειονοτικών ζητημάτων ανά τον κόσμο υποδηλώνει την αντίφαση μεταξύ των δύο θεμελιωδών αρχών. Ποια θα έπρεπε να είναι η «δίκαια» λύση μιας τέτοιας σύγκρουσης; Δυστυχώς, δεν μπορεί να υπάρξει ένας γενικός κανόνας που θα μας έδινε μια ξεκάθαρη απάντηση στο ερώτημα κάτω από ποιες συνθήκες το δικαίωμα αυτοδιάθεσης πρέπει να υπερισχύσει του απαραβίαστου των συνόρων. Πέρα από τα συμφέροντα των μεγάλων δυνάμεων και τους εκάστοτε διεθνείς συσχετισμούς που ασφαλώς επηρεάζουν την απάντηση που δίδεται σε κάθε τέτοια περίπτωση είναι αντικειμενικά δύσκολο να τεθούν σταθερά κριτήρια για μια δίκαιη λύση
Είναι σχεδόν αδύνατον να εξηγήσει κανείς τους Σερβοβόσνιους που επιθυμούν να αποσχισθούν από το κράτος της Βοσνίας- Ερζεγοβίνης ότι η διεθνής κοινότητα δεν τους το επιτρέπει ενώ το επέτρεψε στους Αλβανούς τους Κοσόβου. Όπως επίσης είναι σχεδόν αδύνατο να πεισθούν οι Βόσνιοι Μουσουλμάνοι να αποδεχθούν την απώλεια εδαφών του κράτους που απέκτησαν με μεγάλες θυσίες. Στο δικαίωμα αυτοδιάθεσης των κατοίκων των ανατολικών επαρχιών της Ουκρανίας προσπάθησε η Μόσχα να δικαιολογήσει την εισβολή της σε μια ανεξάρτητη χώρα οργανώνοντας μάλιστα ένα «δημοψήφισμα» παρωδία.
Το κουβάρι της ιστορικής διαμάχης Σέρβων και Αλβανών στο Κόσοβο διαρκεί επί πολλούς αιώνες. Κάθε πλευρά έχει το δικό της αφήγημα και το δικό της «δίκιο». Ολόκληρη η περιοχή των Βαλκανίων και ειδικότερα η περιοχή της πολυεθνικής πρώην Γιουγκοσλαβίας συνεχίζει να ταλανίζεται από εθνοτικές αντιπαραθέσεις. Τα Βαλκάνια παράγουν περισσότερη ιστορία απ’ ότι μπορούν να καταναλώσουν, λέει η φράση που εσφαλμένα αποδίδεται στον Ουίνστον Τσόρτσιλ. Κάθε πλευρά έχει το δικό της δίκιο και τη δική της αλήθεια. Και η αλήθεια στα Βαλκάνια έχει πολλές όψεις.
Οι Σέρβοι κάτοικοι του Βόρειου Κοσόβου δεν δέχονται να υπαχθούν εξ ολοκλήρου στην κρατική εξουσία της Πρίστινα και διεκδικούν μια εκτεταμένη αυτονομία. Διεκδικούν δηλαδή αυτό που πριν από αρκετά χρόνια διεκδικούσαν οι Αλβανοί κάτοικοι του Κοσόβου μέχρις ότου ανακηρύξουν μονομερώς την ανεξαρτησία τους και αποσχισθούν από τη Σερβία, η οποία δεν τους αναγνωρίζει ως χωριστή κρατική οντότητα.
Η συνεχιζόμενη διαμάχη Σερβίας – Κοσόβου αλλά και η εύθραυστη ειρήνη στη Βοσνία-Ερζεγοβίνη ενισχύουν την ευρωπαϊκή και γενικότερα δυτική ιστορική πρόσληψη των Βαλκανίων ως χώρου έντονης παρουσίας εθνικών ανταγωνισμών και ενδημικής βίας. Επιβεβαιώνεται η αντίληψη περί «πυριτιδαποθήκης της Ευρώπης», όπως εύστοχα αναφέρει ο καθηγητής νεότερης ιστορίας Δημήτρης Λυβάνιος στο πρόλογο του βιβλίου «Τα Βαλκάνια ως Ευρώπη» του Timothy Snyder.
Η διαιώνιση των σημερινών αδιεξόδων τόσο στο Κόσοβο όσο και στη Βοσνία-Ερζεγοβίνη δεν στιγματίζει απλώς την εικόνα των Βαλκανίων. Αποτελεί υπαρκτή απειλή για την ειρήνη και τη σταθερότητα της περιοχής και ολόκληρης της Ευρώπης. Δεν μπορεί να αποκλεισθεί η πιθανότητα προσπαθειών από την πλευρά της Μόσχας για αποσταθεροποίηση της περιοχής. Ακόμα όμως και χωρίς ρωσική εμπλοκή η κατάσταση στην περιοχή είναι τόσο εύθραυστη που μπορεί να καταστεί ανεξέλεγκτη ανά πάσα στιγμή.
Η Ευρωπαϊκή Ένωση και οι ΗΠΑ έχουν συνείδηση της επικινδυνότητας και προσπαθούν με έντονη διπλωματική δραστηριότητα να συμβάλουν στην εκτόνωση της έντασης. Δεν υπάρχουν, κατά την άποψή μου, προς το παρόν οι προϋποθέσεις για μια οριστική επίλυση του προβλήματος του Κοσόβου (και της Βοσνίας-Ερζεγοβίνης). Αποτελεσματική διπλωματία είναι εκείνη που έχει συνείδηση και των ορίων της. Σήμερα η ευρωπαϊκή διπλωματία θα έχει επιτύχει την αποστολή της αν κατορθώσει να συμβάλει στην εκτόνωση και στην αποφυγή γενικευμένης χρήσης βίας.
*Ο Δημήτρης Κούρκουλας είναι Ειδικός Σύμβουλος του ΕΛΙΑΜΕΠ. Διετέλεσε Υφυπουργός Εξωτερικών και Πρέσβης της Ευρωπαϊκής Ένωσης στο Λίβανο, τη Βουλγαρία και τη Βοσνία-Ερζεγοβίνη.
Πηγή: liberal.gr