Του Χρήστου Ιακώβου
Μία άγνωστη, σε πολλούς, πτυχή της νεώτερης ιστορίας της Κύπρου είναι η δημιουργία των στρατοπέδων κρατήσεως Εβραίων προσφύγων στην Κύπρο, τα οποία ανήγειραν οι Βρετανοί, κατά την περίοδο 1946-1949, προκειμένου να συγκρατήσουν την κυματώδη είσοδο εβραίων επιζώντων του Ολοκαυτώματος στην Παλαιστίνη, ένεκα της έκρυθμης καταστάσεως που επεκρατούσε στην περιοχή μεταξύ Αράβων και Εβραίων για το μέλλον της Παλαιστίνης.
Το τέλος του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου κληροδότησε στη Μεγάλη Βρετανία, μεταξύ των άλλων περιφερειακών προβλημάτων, το ζήτημα της Παλαιστίνης. Η περιοχή αυτή είχε έλθει κάτω από τον έλεγχο της Βρετανικής υπερδύναμης το 1919, όταν η Κοινωνία των Εθνών της παρεχώρησε την εντολή διακυβερνήσεως της περιοχής μετά την κατάρρευση της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, η οποία στους πέντε προηγούμενους αιώνες υπήρξε ο κτήτορας της περιοχής αυτής. Η έναρξη της Βρετανικής αποικιοκρατίας συνέπεσε με την προσπάθεια των Εβραίων της Ευρώπης (Σιωνιστικό Κίνημα) να δημιουργήσουν εθνική εστία στην Παλαιστίνη, μία προσπάθεια που ενετάθη ιδιαίτερα κατά τη διάρκεια του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου, λόγω των διωγμών που υπέστησαν οι Εβραίοι στην Ευρώπη. Το μεγάλο μεταναστευτικό ρεύμα των Εβραίων από την Ευρώπη προς την Παλαιστίνη προκάλεσε βίαιες αντιδράσεις από την τοπική Αραβική κοινότητα, ιδιαίτερα κατά την περίοδο από το 1936 μέχρι το 1939, που ήταν τότε αριθμητικά πολύ μεγαλύτερη από την διαρκώς αυξανομένη Εβραϊκή.
Η Βρετανική κυβέρνηση για να αποτρέψει περαιτέρω επιδείνωση της πολιτικής κατάστασης στην Παλαιστίνη, μετά τον Αύγουστο του 1945, απεφάσισε να κηρύξει παράνομη την πολιτική του Σιωνιστικού Κινήματος που απέβλεπε στην κατά το μέγιστο ενίσχυση του μεταναστευτικού ρεύματος Εβραίων από την Ευρώπη προκειμένου να δημιουργηθεί ισχυρή εβραϊκή δημογραφική παρουσία στην Παλαιστίνη και να διευκολύνει τις διεθνείς διεργασίες για την δημιουργία του κράτους του Ισραήλ.
Με αυτά τα δεδομένα, η πολιτική απόφαση που ελήφθη αρχικώς ήταν να κατάσχουν οι Βρετανοί τα πλοία που μετέφεραν παράνομα Εβραίους και στην συνέχεια να επιτρέπουν στους Εβραίους να εισέρχονται στην Παλαιστίνη εντάσσοντας τους στον μηνιαίο επιτρεπτό αριθμό εισόδου, δηλαδή 1000 ανά μήνα. Αυτή η πολιτική εφηρμόσθη για ένα περίπου έτος μετά το τέλος του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου και έδωσε τη δυνατότητα στους Βρετανούς να προκαλέσουν μεγάλες οικονομικές απώλειες σε αυτούς που οργάνωναν την μετανάστευση και παράλληλα να ελέγξουν τον αριθμό εισόδου Εβραίων στην Παλαιστίνη.
Με την επιδύνωση της βίας στην Παλαιστίνη το 1946, οι Βρετανοί στρατιωτικοί άρχισαν να ασκούν μεγάλες πιέσεις προς τους πολιτικούς για να αναθεωρήσουν την πολιτική τους έναντι της εβραϊκής μεταναστεύσεως και ταυτόχρονα να εγκρίνουν πιο σκληρά μέτρα εναντίον της εβραϊκής στρατιωτικής δράσης προκειμένου να μειώσουν την ισχύ της εβραϊκής κοινότητας στην Παλαιστίνη, που άρχισε τότε τον ένοπλο αγώνα για την δημιουργία του Εβραϊκού κράτους. Η απαίτηση αυτή των Βρετανών στρατιωτικών συνωδεύθη από την εκβιαστική προειδοποίηση ότι σε περίπτωση που η κυβέρνηση δεν επιδείξει την απαιτούμενη δύναμη προκειμένου να καταστείλει τη στρατιωτική δράση των Εβραίων, αναδυόταν το ενδεχόμενο βίαιης Αραβικής αντίδρασης που μπορούσε να οδηγήσει τα πράγματα σε σημείο που ο Βρετανικός στρατός να μην μπορέσει να ξανακερδίσει τον έλεγχο στην Παλαιστίνη. Η πίεση αυτή έφερε την Βρετανική κυβέρνηση σε ένα επώδυνο δίλημμα εξαιτίας των ειδικών πολιτικών συνθηκών εκείνης της περιόδου, που αφορούσαν τους Εβραίους μετά τον Πόλεμο.
Στα τέλη Ιουλίου του 1946, ο Πρόεδρος των ΗΠΑ, Χάρρυ Τρούμαν, εξανέμισε την ελπίδα πολιτικής λύσης στο ζήτημα της Παλαιστίνης αφού έθεσε ως προϋπόθεση την εξασφάλιση από τους Βρετανούς της εισόδου 100 χιλιάδων Εβραίων μεταναστών από την Ευρώπη. Εξαιτίας της ήδη ασταθούς κατάστασης στην Παλαιστίνη και της απουσίας υποδομής για την εγκατάσταση τόσου μεγάλου αριθμού Εβραίων, η Βρετανική κυβέρνηση καταφεύγει στην λύση ανάγκης στις 13 Αυγούστου 1946 (Επιχείρηση Ιγκλού).
Η απόφαση επέβαλλε σύλληψη των υπεραρίθμων μεταναστών και στη συνέχεια τον εκτοπισμό τους σε ειδικά στρατόπεδα κρατήσεως στην Κύπρο (τα περισσότερα ευρίσκοντο στην περιοχή Καράολος της Αμμοχώστου) . Έτσι μεταξύ του Αυγούστου του 1946 μέχρι τις 10 Φεβρουαρίου 1949, που έφυγαν και οι τελευταίοι κρατούμενοι, μετεφέρθησαν στην Κύπρο 52. 221 Εβραίοι μετανάστες, αριθμός που αντιστοιχούσε στο 8% του πληθυσμού του νησιού. Η απόφαση ελήφθη, υπό την πίεση των συνθηκών, ως η εσχάτη επιλογή και απετέλσε την τελευταία πράξη του Ολοκαυτώματος. Ταυτόχρονα, συνέπεσε με την στρατηγική επιλογή της Μεγάλης Βρετανίας για την απεμπλοκή από το Παλαιστινιακό ζήτημα και ως εκ τούτου η απόφαση για την ανέγερση των στρατοπέδων εκτοπίσεως στην Κύπρο ελάμβανε βραχύβιο χαρακτήρα, γεγονός που επιβεβαιώθηκε τρία χρόνια αργότερα με το οριστικό κλείσιμό τους.
*Ο Χρήστος Ιακώβου, είναι Διευθυντής του Κυπριακού Κέντρου Μελετών
Πηγή : mignatiou.com