Λόγια της κάλπης… Του Παντελή Οικονόμου

325

Του Παντελή Οικονόμου

Παρά την προκήρυξη των εκλογών, το κλίμα παραμένει μη πολιτικό. «Τοξικό» όπως το έχουν βαφτίσει όσοι το δημιουργούν, καταγγέλλοντας ο ένας τον άλλο και την ίδια… την «τοξικότητα». Μη πολιτικό κλίμα λίγο πριν τις κάλπες είναι ασφαλώς απαράδεκτο, όχι όμως ανεξήγητο. Όπως φαίνεται από όλες τις δημοσκοπήσεις, ακόμα και από αυτές που παραγγέλλονται για να δημοσιοποιηθούν με σκοπό τον επηρεασμό της κοινής γνώμης, η απήχηση των δυο διεκδικητών της Πρωθυπουργίας, ως επικεφαλής κομμάτων, έχει συρρικνωθεί ανεπανόρθωτα: δυο στους τρεις πολίτες έχουν αρνητική γνώμη για τους κυρίους Μητσοτάκη και Τσίπρα. Αυτή η απορριπτική αντιμετώπιση  μάλιστα είναι μη αναστρέψιμη, όσες εκλογικές αναμετρήσεις και αν γίνουν, με όποιο σύστημα, με όσα και όποια κόμματα επιτραπεί να συμμετάσχουν σ΄ αυτές. Αντιθέτως, το πιθανότερο είναι να επιταθεί, όσο περισσότεροι συνειδητοποιούμε πόσο μειοψηφικές είναι οι ομάδες αβανταδόρων τους και η επιρροή τους.

Δυστυχώς, είναι περίπου αδύνατο οι δυο απορριπτέοι να απεγκλωβιστούν από το δίλημμα «κυβέρνηση Μητσοτάκη ή κυβέρνηση Τσίπρα» το οποίο κατασκεύασαν οι ίδιοι και με το οποίο πορεύτηκαν μέχρι εδώΠριν απ’ όλα, τους κρατάνε πιασμένους στο δόκανο οι δικοί τους συμπαίκτες, μιας και χωρίς αυτό δεν θα είχαν λόγο ύπαρξης. Αυτή είναι και η πεμπτουσία της «τοξικότητας» και ο φαύλος κύκλος της. Ίσως και η τελευταία ελπίδα των «αρχηγών» να αηδιάσουμε τόσο ώστε να απέχουμε από τις εκλογές, να πάνε στις κάλπες μόνοι τους και έτσι… να απονείμουν συγχωροχάρτι στους εαυτούς τους. Αμ’ δε! Όσο περισσότερη αθλιότητα μας πολιορκεί, τόσο μεγαλύτερη (πρέπει να) είναι η συμμετοχή μας στις εκλογές και τόσο ηχηρότερη η αποδοκιμασία των παραγωγών της.    

Μαυρίζουμε την «τοξικότητα», παλεύουμε για κάτι παραπάνω
Είναι η ώρα αφήσουμε στην πάντα την, πνιγηρή πράγματι, παραπολιτική, τις «δημοσκοπήσεις αεροδρομίου», τις «εργαλειοποιήσεις αλλότριων αστοχιών» και τα προεκλογικά τρυκ όσων καυγαδίζουν σε «ξένο αχυρώνα» και να συγκεντρωθούμε στα δικά μας. Στον κοινωνικό αποκλεισμό που δεν κρατιέται πια με επιδόματα, ενώ όλο και περισσότερα νοικοκυριά χρωστάνε όλο και περισσότερα. Στο δημόσιο χρέος που έχει εκτοξευθεί πάνω από τα προ μνημονίων ύψη. Και στον διάλογο με την Τουρκία με θέμα τις μονομερείς διεκδικήσεις της γειτονικής χώρας εις βάρος μας.

Θέλουμε λοιπόν από τις εκλογές του Μαίου να προκύψει κυβέρνηση διατεθειμένη και ικανή να καταπιαστεί με αυτά τα τρία πραγματικά και ενεστώτα προβλήματά μας. Να διαπραγματευτεί λύσεις τους με τους εδώ ισχυρούς του χρήματος, τους πιστωτές και τους συμμάχους μας, ως εκπρόσωπος μας και όχι ως συμπαίκτης ή και ενεργούμενο τους.   

Κυβέρνηση ευρείας στήριξης ναι, «συγκυβέρνηση» όχι
Αλλά τα, δυσμενέστατα για το ίδιο το κατεστημένο μας, δεδομένα υπαγορεύουν, σχεδόν δεσμευτικά, και την βάση και το πλαίσιο της επόμενης κυβέρνησης. Μια «συγκυβέρνηση» τύπου Σαμαρά-Βενιζέλου-Κουβέλη ή Τσίπρα-Καμμένου, παραδείγματος χάριν, θα είχε κατά πάσα βεβαιότητα, παρόμοιο, και πάντως άδοξο, τέλος. Μια τέτοια «συγκυβέρνηση» υπήρξε, μέχρι προ ολίγων εβδομάδων, η ενεργή πρόταση του Κυριάκου Μητσοτάκη: Πρωθυπουργός ο ίδιος με κοινοβουλευτική στήριξη από το ΠΑΣΟΚ-Κιν.Αλλ. με φιλοδώρημα σε αυτό το τελευταίο κάποια υπουργεία. Απειλούμενο, εν τω μεταξύ, ότι, αν δεν υπέκυπτε, θα σύρονταν σε επαναληπτικές εκλογές και θα έχανε εκλογικά ποσοστά και κοινοβουλευτική δύναμη. Τι, όχι;

Βεβαίως, ήρθαν οι εξελίξεις να κονιορτοποιήσουν αυτή την αφροσύνη και να υποδείξουν εμφαντικά την ανάγκη σχηματισμού κυβέρνησης ευρείας στήριξης με σκοπό την διαφύλαξη όχι του απερχόμενου συστήματος εξουσίας, αλλά του ελάχιστου κοινού τόπου μιας κυρίαρχης χώρας. Χωρίς ψευδαισθήσεις συγκλίσεων και κοινού προγράμματος καλούμαστε να αθροίσουμε δυνάμεις για την προάσπιση της υπόστασης και υπόληψής μας.

Εφ’ όσον κάπως έτσι έχουν τα πράγματα, καλούμαστε, κατά σειρά προτεραιότητας, να συμμετέχουμε στις εκλογές. Να μαυρίσουμε τους κακεργέτες. Να επιλέξουμε όποιο κόμμα αντιλαμβάνεται καλύτερα (κατά τη γνώμη του καθενός μας βέβαια) που πατάμε και που πηγαίνουμε. Με την δύσκολη συνέχεια να επαφίεται στους εντολοδόχους μας.  
Και το όνομα του Πρωθυπουργού είναι…
Όπως καταλαβαίνουμε όλοι, κυβέρνηση στις μέρες μας, είναι, σε μεγάλο βαθμό, ο Πρωθυπουργός και το επιτελείο του. Συντήρηση ή παλινόρθωση αποτυχόντων στην θέση αυτή θα οδηγούσε αναπόφευκτα κάθε κυβέρνηση, ακόμα και ευρείας στήριξης, ακόμα και με την καλύτερη δυνατή σύνθεση, στα βράχια. Και εμάς μαζί της.

Η πραγματικότητα είναι ότι ένας επόμενος Πρωθυπουργός για να σηκώσει στις πλάτες του ένα τόσο βαρύ, όσο και σύνθετο έργο, οφείλει να διαθέτει πολιτική εντιμότητα ώστε να δίνει λόγο στο κυρίαρχο πολιτικό σώμα, τον ελληνικό λαό, και όχι σε οποιονδήποτε τρίτο. Ειδικό βάρος αισθητό από τους συνομιλητές του. Και επάρκεια πολιτικού κεφαλαίου ώστε να αποπνέει αίσθηση του μέτρου ο ίδιος και να την μεταδίδει στο κοινωνικό σύνολο.  

Αλλά η εξεύρεση Πρωθυπουργού είναι καθήκον των βουλευτών που θα αναδείξουμε και όχι δικό μας. Ας τους επιλέξουμε λοιπόν, αυτή την φορά, με ιδιαίτερη προσοχή και κριτήριο την δυνατότητα να ανταποκριθούν στο καθήκον τους. Είναι η ώρα να απορρίψουμε τα άκυρα στερεότυπα που αναπαράγουν κάθε λογής γκουρού και να ασκήσουμε το δικαίωμα μας στην ελεύθερη σκέψη. Θα ήταν μεγάλο λάθος αν μέναμε στο «μια από τα ίδια» και, ως γνωστόν, μετά την απομάκρυνση εκ του ταμείου ουδέν λάθος αναγνωρίζεται!