Του Γεωργίου Π. Μαλούχου
Είναι μία από εκείνες τις σπάνιες φορές που η ιστορική στιγμή δεν χάθηκε. Ακριβώς εβδομήντα χρόνια μετά την ένταξή της στο Βορειοατλαντικό Σύμφωνο, τώρα μία νέα ισχυρή Ατλαντική Ελλάδα εγείρεται, ξεπερνώντας τις καταστρεπτικές στρεβλώσεις δεκαετιών. Και αυτό συμβαίνει εν πολλοίς χάρη στην παρανοϊκή μεγαλομανία του τούρκου ηγέτη. Πιο πρόσφατος, πλην ακρογωνιαίος, λίθος της το νομοσχέδιο που υπερψήφισε την περασμένη εβδομάδα η ολομέλεια της Αμερικανικής Γερουσίας. Πίσω από τον στεγνό τίτλο του κρύβονται πολλά: η οριστική τυπική ολοκλήρωση μίας εντελώς νέας εποχής στις σχέσεις της Ελλάδας με τις ΗΠΑ, η παγιοποίηση και η διπλωματική ισχυροποίηση της Ελλάδας ως το ανατολικότερο σύνορο του δυτικού κόσμου, η εκ νέου δυνατότητα εξαιρετικής αναβάθμισης των ελληνικών Ενόπλων Δυνάμεων στα αμέσως επόμενα χρόνια και, τελικά, η βεβαιότητα ότι, για πρώτη φορά μετά τη δεκαετία του 2010-2020, η Ελλάδα πραγματικά δεν είναι πλέον μόνη έναντι της διαρκώς αυξανόμενης τουρκικής επιθετικότητας. Είναι η πλήρης γεωπολιτική μετατόπιση της Ελλάδας στο γεωγραφικό άκρο και στο πολιτικό επίκεντρο της άμυνας της Δύσης. Κρύβεται επίσης η αποτυχία της Γερμανίας, να κρατήσει τελικά τη χώρα στη δική της ζώνη γεωπολιτικής επιρροής, παρά την επιμονή της.
Τον νέο αμερικανικό νόμο έφερε προς ψήφιση στη Γερουσία ο πρόεδρος της αρμόδιας Επιτροπής Ρόμπερτ Μενέντεζ. Ο άνθρωπος που έχει συμβάλλει στην αναβάθμιση της Ελλάδας όσο λίγοι. Είναι μία ακόμη νομοθετική πράξη στην ίδια κατεύθυνση, με επίκεντρο πάλι τον Μενέντεζ, μετά το East Med Act επί του οποίου βασίστηκαν μία σειρά από δράσεις σημαντικής ενίσχυσης των ελληνικών Ενόπλων Δυνάμεων. Οπως και μετά τη συστηματική δουλειά του για την αποκοπή της Τουρκίας από τις ΗΠΑ. Ανάμεσα στα άλλα, οι ΗΠΑ τα τρία τελευταία χρόνια έχουν προσφέρει δωρεάν στην Ελλάδα σημαντικά οπλικά συστήματα από τα αποθεματικά τους, που έχουν ήδη αρχίσει να εντάσσονται επιχειρησιακά στις ελληνικές Ενοπλες Δυνάμεις, αλλάζοντας την ισορροπία ελληνοτουρκικής ισχύος στο Ανατολικό Αιγαίο και τη Θράκη. Τα προγράμματα αυτά συνεχίζονται και εμπλουτίζονται, ενώ, τώρα, προβλέπεται και η δυνατότητα της χώρας να εισαχθεί στο πρόγραμμα των μαχητικών νέας γενιάς JSF F35: των αεροσκαφών που θα αναστρέψουν οριστικά την ισορροπία ισχύος αν η κυβέρνηση αποφασίσει να αιτηθεί την αγορά τους. Πλέον, ήδη προβλέπονται, εκτός από την άδεια εξαγωγής και διακρατικοί μηχανισμοί δανειοδότησης.
Ολα τα παραπάνω συμβαίνουν σε συνδυασμό με τις διακρατικές ελληνογαλλικές συμφωνίες για τα μαχητικά Ραφάλ και τις φρεγάτες Μπελχάρα που ήδη έχουν επιφέρει εκ θεμελίων ανατροπές στην ισορροπία δυνάμεων με την Τουρκία και διαμορφώνουν μία νέα πραγματικότητα, μιας στρατιωτικά άτρωτης Ελλάδας. Ισως αυτό ακούγεται υπερβολικό. Ομως δεν είναι. Η αλλαγή ζαλίζει. Τελικά, πρόκειται για μία μάλλον μετριοπαθή περιγραφή των κοσμογονικών μεταβολών για την αμυντική και τη διπλωματική ισχύ της χώρας, καθώς και τη διασφάλισή της ακόμα και σε ενεργειακό επίπεδο. Ομως προσοχή: η εξίσου ουσιώδης ελληνογαλλική σχέση δεν είναι «ευρωπαϊκή» μα αμιγώς διμερής. Και αυτό έχει μεγάλη σημασία.
Επίσης σημαντικό είναι και το ότι οι Ηνωμένες Πολιτείες μετέχουν πλέον και με θεσμικό τρόπο στον υπό ταχεία διαμόρφωση κάθετο συμμαχικό άξονα της Ελλάδας με την Κύπρο και το Ισραήλ, ο οποίος διαθέτει ουσιαστικά και την πολιτική στήριξη της Αιγύπτου.
Το πλέγμα που διαμορφώνεται μέσα από αυτές τις διεργασίες συνεπάγεται άμεσα όχι απλώς μία ασφαλή όσο ποτέ Ελλάδα στα γεωγραφικά της όρια, αλλά και μία χώρα με εντελώς νέες δυνατότητες ρόλου στην Ανατολική Μεσόγειο. Σε ένα από τα κρισιμότερα γεωπολιτικά θέατρα του σημερινού (και όχι μόνον) κόσμου. Οι δράσεις που εξελίσσονται προς αυτή την κατεύθυνση είναι πολυεπίπεδες. Και σχηματίζουν δεσμούς πρωτοφανούς έκτασης και βάθους, σε όλο το ζωτικό φάσμα των παραμέτρων που συνθέτουν την ισχύ της χώρας. Χώρας, πλέον ξανά κατεξοχήν ατλαντικής, ως όλο και ζωτικότερο τμήμα της δυτικής γεωπολιτικής. Χώρας που πετυχαίνει, επιτέλους, να αναχθεί τελεσίδικα στο επίπεδο των πραγματικών δυνατοτήτων της. Απαλλαγμένη από τα καταστρεπτικά σφάλματα του παρελθόντος, αλλά και από τους εξόφθαλμους εξωτερικούς κινδύνους του μέλλοντος, που πια δεν έχει λόγο να την ανησυχούν. Μπορεί, αντιθέτως να τους αντιμετωπίσει όχι απλώς με τον πιο αποτελεσματικό μα και με τον πιο επωφελή τρόπο.
Πηγή: in.gr