Μια θλιβερή πρωτιά… Του Λάμπρου Ροιλού

310

Τι θα γίνει τελικά με τις ποινές για τους ανεμβολίαστους,θα ισχύουν ως έχουν?

Του Λάμπρου Ροιλού*

Μέχρι πριν λίγες ημέρες η Αυστρία, ήταν η μοναδική χώρα στην Ε.Ε. που είχε διά νομικών διατάξεων του Ιανουαρίου/Φεβρουαρίου 22, καθιερώσει υποχρεωτικό εμβολιασμό του γενικού πληθυσμού επί ποινή προστίμων που θα ξεκινούσαν από 600 έως 3600 ευρώ για μη εμβολιασμένους, και με έναρξη εφαρμογής από 15 Μαρτίου. Στις 8 Μαρτίου όμως ανέκρουσε πρύμναν, όπως προκύπτει από δημοσιεύσεις στα ΜΜΕ και δεν θα εφαρμόσει τον νόμο.

Η εξήγηση που έδωσε η κυβέρνηση είναι ότι ενόψει της επικρατήσασας πλέον μεταλλάξης όμικρον «ο υφιστάμενος σήμερα κίνδυνος δεν μπορεί να δικαιολογήσει την καταπάτηση θεμελιωδών ανθρωπίνων δικαιωμάτων», χρησιμοποιώντας ακριβώς αυτά τα λόγια.

Κατόπιν αυτού η Ελλάδα μένει με την πρωτιά και την μοναδικότητα στην Ε.Ε. τουλάχιστον, της εφαρμογής ποινής/προστίμου για την υποχρεωτικότητα εμβολιασμού μέρους του γενικού πληθυσμού, και μάλιστα της εξ ορισμού πιο ευάλωτης οικονομικά και σωματικά ηλικιακής ομάδος άνω των 60 ετών.

Στο άρθρο μου «Μια ποινή για τον φόβο του εμβολίου» εξηγούσα γιατί το μέτρο αυτό πέραν του τιμωρητικού/εκβιαστικού του χαρακτήρα, είναι αντισυνταγματικό (παραβιάζοντας τις περί ισότητας και αναλογικότητας αρχές) και αντίθετο με τις αρχές της Βιοηθικής. Ο πρωθυπουργός δεν έλαβε καν γνωμοδότηση από την Αρχή Βιοηθικής, όπως είχε πράξει για την υποχρεωτικότητα στους υγειονομικούς. Μάλιστα από την έκθεση της Αρχής αυτής για την τελευταία αυτή περίπτωση, εξ’ αντιδιαστολής προέκυπτε, ότι η υποχρεωτικότητα δεν ήταν βιοηθικά εφαρμόσιμη σε άλλες επαγγελματικές ομάδες, πολλώ δε μάλλον σε μερίδα του γενικού πληθυσμού ανεξαρτήτως επαγγέλματος.

Όσοι ήταν να υποκύψουν στην πίεση της διάταξης αυτής, υπέκυψαν και εμβολιάστηκαν. Σύμφωνα με στοιχεία που δόθηκαν στη δημοσιότητα από τους 520.000 ανεμβολίαστους αυτής της ηλικιακής ομάδος, εμβολιάστηκαν οι 220.000. Στους άλλους 300.000 εμμένοντες άρχισε να επιβάλλεται το πρόστιμο μέσω της ΑΑΔΕ από 15/1/2022.

Ας συνειδητοποιήσει τώρα η κυβέρνηση (κατά το πρότυπον της Αυστριακής) ότι τα δεδομένα της πανδημίας άλλαξαν. Γι’ αυτό άλλωστε και οι δραστηριότητες στους Έλληνες (αλλά και Ευρωπαίους) εμβολιασμένους μέρα με την ημέρα αποδίδονται στα πλαίσια μιας ενδεχόμενης εφαρμογής πλήρους κανονικότητας από την 1/4/2022.

Τα γήπεδα γεμίζουν πάλι με δεκάδες χιλιάδες θεατές, η εστίαση ανοίγει περισσότερο. Τα φάρμακα για τον Κορωνοϊό άρχισαν να διατίθενται από την κυβέρνηση, έστω με το σταγονόμετρο. Γιατί άραγε δεν ρίχνεται το βάρος στα φάρμακα; Μέτρο σαφώς προσφορότερο και αποτελεσματικότερο για την μείωση των «σκληρών δεικτών» από την απειλή του προστίμου; Που δεν έχει πια νόημα γι’αυτούς που δεν έχουν υπακούσει, αφού και από δημοσκόπηση προκύπτει ότι δεν θα υπακούσουν.

Η ημερήσια ενημέρωση πλέον που γίνεται για τους θανάτους, αρκείται στην απαρίθμηση αυτών που είναι άνω των 60 ετών, χωρίς να προσδιορίζεται αν είναι αυτοί εμβολιασμένοι ή ανεμβολίαστοι, όπως γινόταν πρότινος.

Ας αναλογιστεί επίσης η κυβέρνηση ότι στους 300.000 ανεμβολίαστους άνω των 60, αντιστοιχούν 150.000 ζευγάρια ηλικιωμένων, δηλαδή 150.000 οικογένειες με μέσο όρο τέκνων/εγγονών, υπολογιζομένων σε 4 άτομα ανά οικογένεια, που στη συντριπτική τους πλειοψηφία όλοι θα είναι (λόγω συγγένειας και κοινών αντιλήψεων) ανεμβολίαστοι.

Εννοούμε περί τους 600.000 πολίτες και αντίστοιχους ψήφους. Για να μην προσθέσουμε και τις οικογένειές των 220.000 που εξαναγκάστηκαν σε εμβολιασμό.

Ξέρω, ο πρωθυπουργός από την αρχή είπε ότι αναλαμβάνει το πολιτικό κόστος, το οποίο πολλούς από εμάς που ζήσαμε πριν την 1η φορά αριστερά, εμβολιασμένους και μη, δεν μας βρίσκει σύμφωνους.
Το κοινωνικό όμως κόστος; Τον διαχωρισμό/διχασμό μεταξύ εμβολιασμένων/ ανεμβολίαστων, την απώλεια εμπιστοσύνης/υπακοής προς το κράτος, όλων των ανεμβολίαστων; Είναι και αυτό πρόθυμος να το αναλάβει; Ήδη ο διαχωρισμός αυτός έχει λάβει αρνητική, διχαστική κοινωνική διάσταση. Θα την αφήσει να συνεχιστεί; Τώρα που η πανδημία ξεθυμαίνει; Και τώρα που υπάρχουν και τα φάρμακα;

Η πρωτιά και η μοναδικότητα της χώρας μας στην Ε.Ε. που περιγράφω πιο πάνω (που αποτελεί και ομολογία αποτυχίας της αντιμετώπισης από το σύστημα μας υγείας) ενόψει των νέων δεδομένων, θα παραμείνει; Έχοντας την Ελλάδα δακτυλοδεικτούμενη στο θέμα αυτό, από τους Ευρωπαίους εταίρους μας;

Την χώρα που επαίρεται ό,τι είναι κοιτίδα του πολιτισμού, της δημοκρατίας και πάντα υπέρ της υπεράσπισης των ανθρωπίνων δικαιωμάτων;

Ίδιον μεγάλου ανδρός δεν είναι μόνο η λήψη δύσκολων αποφάσεων, αλλά και η μεγαθυμία του – ενόψει νέων δεδομένων- να τις ανακαλεί.

Θέλω να πιστεύω ότι και εδώ ο πρωθυπουργός μας θα σταθεί στο ύψος που απαιτεί η περίσταση, όπως συνήθως πράτει.

*συντ. δικηγόρος παρ’Αρείω Πάγω, συγγραφέας, ερευνητής.