Του Μπάμπη Παπαδάτου
Η κορυφαία ποδοσφαιρική γιορτή του πλανήτη ανοίγει τις πύλες της από σήμερα στο Κατάρ.
Ο βασιλιάς των σπορ -τουλάχιστον σε Ευρώπη, βορειοδυτική Ασία, Αφρική, κεντρική και νότια Αμερική- θα «εισβάλει» χειμωνιάτικα σε μια χώρα που λατρεύει το κρίκετ και θα επιχειρήσει να κάνει ακόμη μία… πασαρέλα πολλών δισ. στο κόκκινο χαλί της δόξας εν μέσω ραγδαίων οικονομικών και γεωπολιτικών εξελίξεων, αλλά και παγκόσμιας κατακραυγής για τον εργασιακό «μεσαίωνα» που έχει προηγηθεί στο Εμιράτο.
Χωρίς μπύρα, χωρίς ήρωες και αντι-ήρωες πλέον (οι τελευταίοι ήταν ο Κρόιφ και ο Μαραντόνα), σ’ αυτό το πρωτότυπο «άνοιγμά» του, το ποδόσφαιρο, θα επιχειρήσει να δοκιμάσει τις δυνάμεις του και τη δυναμική του, μοιάζοντας μάλλον προβλέψιμο και κάνοντας πολλούς να μιλούν για «το τέλος της ιστορίας», υπονοώντας πως ό,τι είχε να παρουσιάσει τακτικά το άθλημα, το έδειξε μέχρι την εποχή Γκουαρδιόλα με τη Μπαρτσελόνα.
Η ηγεμονία του passing game και του πρέσινγκ έχει μειώσει τα… ποσοστά του απρόβλεπτου, όπως και της «άναρχης» ατομικής ενέργειας, μέσα από την οποία θαυμάσαμε στο παρελθόν σπουδαία γκολ και φάσεις.
Η τελευταία φορά που ομάδα με τριάδα στην άμυνα και μη κυριαρχικό ποδόσφαιρο προκάλεσε πάταγο ήταν στο μακρινό 2004, όταν ο Οτο Ρεχάγκελ ελαχιστοποίησε κάθε κίνδυνο για την ελληνική εστία και με μόλις έναν σέντερ φορ κατάφερε να σηκώσει το Ευρωπαϊκό στην Πορτογαλία. Πόσες, όμως, εθνικές Ελλάδος του ’04 εμφανίστηκαν από τότε;
Τα τελευταία χρόνια, το ποδόσφαιρο προσπαθεί να εξελιχθεί μέσα από το αδιάρρηκτο πλαίσιο του πρέσινγκ ψηλά και της άμεσης επανάκτησης της μπάλας, της βελτίωσης της φυσικής και σωματικής κατάστασης των παικτών για αδιάκοπο τρέξιμο και δύναμη στις επαφές και φυσικά, της τεχνικής των τερματοφυλάκων με τη μπάλα στα πόδια και στην κίνησή τους μακριά από την εστία για ουσιαστική συμμετοχή τους στα build up.
Ομάδες κατακτούν εγχώριους και τίτλους εκτός συνόρων, τα γκολ εξακολουθούν να συναρπάζουν, όμως η καινοτομία απουσιάζει την τελευταία δεκαετία από τους αγωνιστικούς χώρους.
Η χρήση της τεχνολογίας έκανε το ποδόσφαιρο σχεδόν ακριβοδίκαιο, έστω κι αν -προς απογοήτευση πολλών- εξαφάνισε το στοιχείο του μύθου.
Το μετέτρεψε, όμως, και σε ένα «βιβλίο», το περιεχόμενο του οποίου, γνωρίζει ο αναγνώστης, πριν καν το ανοίξει. Καμία ομάδα και κανένας παίκτης, δεν μπορούν να «κρύψουν» κάτι για να το παρουσιάσουν όταν θα είναι έτοιμοι, όπως η μεγάλη Ουγγαρία της δεκαετίας του ’50, που διέσυρε δύο φορές την Αγγλία με 6-3 και 7-1, με το πρωτοποριακό παιχνίδι της. Ο κάθε αντίπαλος γνωρίζει τα πάντα για τον άλλον.
Πολλοί ειδικοί του χώρου κάνουν λόγο για το «μπούμερανγκ» της υπερπροβολής του ποδοσφαίρου, η οποία καταλήγει, ουσιαστικά, στο να αποτρέπει την εξέλιξή του.
Η Μπάγερν (του Γκουαρδιόλα…) προσπάθησε κάποτε να κινηθεί στα καλούπια της Μπαρτσελόνα, προσπαθώντας να βελτιώσει το μοντέλο της. Δεν έβγαλε κάτι δικό της, αλλά θέλησε να ξεπεράσει τη φιλοσοφία των Καταλανών με πιο δυνατούς παίκτες.
Αυτό ουσιαστικά που βλέπουμε μέχρι σήμερα: Γρήγορη πάσα, άριστη υποδοχή και κοντρόλ, αδιάκοπη κίνηση και πρέσινγκ. Τι νέο μπορούμε να δούμε σ’ αυτό το Παγκόσμιο Κύπελλο, κανείς δε γνωρίζει.
Πιθανότατα, δεν θα δούμε ξανά γκολ όπως του Ζαϊρζίνιο κόντρα στην Αγγλία το ’70, όταν αυτός συνεργάστηκε με τον Τοστάο και τον Πελέ, ξεφεύγοντας από τους αντιπάλους τους σαν να προσπαθούσαν να ξεγλιστρήσουν από κάτι κακό σε κάποια συνοικία του Ρίο. Δεν θα δούμε κάποια επέλαση όπως αυτή του Μαραντόνα το ’86 ή κάποιο… Καμερούν του 1990.
Τα σύγχρονα «κομπιούτερ» με τα ονόματά τους στην πλάτη της φανέλας, ίσως μάς κρύβουν άλλες εκπλήξεις. Θα περιμένουμε.
Όσο η ανθρώπινη φύση ωθεί έναν πιτσιρικά να κλωτσά ένα χαλίκι που βρίσκεται στο δρόμο του κι όχι να το πιάνει με το χέρι και να το πετά μακριά, το ποδόσφαιρο μπορεί να ελπίζει σε καλύτερες μέρες…
Πηγή: kathimerini.gr