Του Πλάμεν Τόντσεφ*
Αίσθηση προκάλεσε η απουσία του Κινέζου προέδρου Σι Τζινπίνγκ στη Σύνοδο Κορυφής της ομάδας G-20 στο Νέο Δελχί. Aντ’ αυτού, έλαβε μέρος ο πρωθυπουργός Λι Τσιανγκ, δεύτερος τη τάξει στην ιεραρχία του κινεζικού κόμματος-κράτους. Είναι η πρώτη φορά που ο Σι Τζινπίνγκ απέχει από σύνοδο κορυφής της G-20 και οι ερμηνείες γι’ αυτήν την απόφασή του ποικίλλουν.
Εικάζεται ότι ο Κινέζος πρόεδρος προτίμησε να αποφύγει την συνάντηση με τον Τζο Μπάιντεν εν μέσω των εντάσεων μεταξύ της Ουάσιγκτον και του Πεκίνου. Τον Νοέμβριο του 2022 οι δύο ηγέτες συναντήθηκαν στη Σύνοδο Κορυφής της G-20 στην Τζακάρτα της Ινδονησίας και η συνομιλία τους χαρακτηρίστηκε από αρκετά διαλλακτικό τόνο, ενώ συμφωνήθηκε να τοποθετηθούν “προστατευτικές μπάρες” στην σινο-αμερικανική αντιπαράθεση. Ωστόσο, το επεισόδιο με το κινεζικό αερόστατο δύο μήνες αργότερα δηλητηρίασε εκ νέου τις σχέσεις μεταξύ των δύο υπερδυνάμεων.
Μια άλλη πιθανή εξήγηση είναι ότι ο Σι Τζινπίνγκ δεν θέλησε με την παρουσία του να πιστοποιήσει το αυξανόμενο βάρος της Ινδίας στο διεθνές στερέωμα, κάτι που σχετίζεται με τις ανταγωνιστικές σχέσεις μεταξύ των δύο γιγάντων της Ασίας και πολυπληθέστερων χωρών στον πλανήτη. Αυτήν τη δεύτερη ερμηνεία προτάσσει μια σχολή σκέψης που διαβλέπει στην απουσία του Σι Τζινπίνγκ από το Νέο Δελχί μια ευρύτερη τάση: εντεινόμενο διαγκωνισμό μεταξύ της Κίνας και της Ινδίας για την πρωτοκαθεδρία στον Παγκόσμιο Νότο, όπως έχει επικρατήσει να αποκαλείται ο Τρίτος Κόσμος.
Η ασταθής ισορροπία των σινο-ινδικών σχέσεων
H Κίνα και η Ινδία είναι ιστορικοί αντίπαλοι στην μεταπολεμική περίοδο, με αποκορύφωμα τον πόλεμο του 1962 για διαφιλονικούμενα εδάφη στα Ιμαλάια. Έκτοτε οι δύο χώρες είχαν αρκετές ένοπλες συγκρούσεις μικρότερης κλίμακας και πάντα υποβόσκει ένταση μεταξύ τους. Ο σινο-ινδικός ανταγωνισμός, μάλιστα, δεν εκδηλώνεται μόνο στα κοινά τους σύνορα, αλλά επεκτείνεται πλέον και στον Ινδικό Ωκεανό.
Ταυτόχρονα, και οι δύο πλευρές καταβάλλουν προσπάθειες οι εντάσεις αυτές να παραμένουν ελεγχόμενες. Σημειώνεται ότι, εκτός από την ομάδα G-20, η Κίνα και η Ινδία συνυπάρχουν και σε άλλους δύο σχηματισμούς, τον Οργανισμό Συνεργασίας της Σαγκάης (ΟΣΣ) και την ομάδα BRICS. Την ίδια στιγμή, όμως, η Ινδία συμμετέχει – μαζί με τις ΗΠΑ, την Ιαπωνία και την Αυστραλία – και στον σχηματισμό Quad που αποβλέπει στην αναχαίτιση της κινεζικής επιρροής στην τεράστια περιοχή του Ινδο-Ειρηνικού.
Η Ινδία είναι ο δεύτερος μεγαλύτερος μέτοχος στην Ασιατική Τράπεζα Χρηματοδότησης Υποδομών (AIIB) με έδρα το Πεκίνο, αλλά αυτό δεν σημαίνει ότι αποδέχεται τον νέο Δρόμο του Μεταξιού (Belt and Road Initiative – BRI). Στο Νέο Δελχί παρακολουθούν με μεγάλη ανησυχία την στενή συνεργασία της Κίνας με το Πακιστάν, με το οποίο η Ινδία έχει εμπλακεί σε τρεις πολέμους μετά το 1947. Οι Ινδοί ιθύνοντες θεωρούν ότι η φαραωνικών διαστάσεων – και εν πολλοίς αμφιλεγόμενη – πρωτοβουλία του Σι Τζινπίνγκ απορρέει από καθαρά γεωπολιτικές βλέψεις του Πεκίνου. Είναι χαρακτηριστικό ότι στην τελευταία σύνοδο κορυφής του ΟΣΣ τον περασμένο Ιούλιο, η Ινδία για πολλοστή φορά απέρριψε την προτροπή της Κίνας να προσχωρήσει στο BRI.
Είναι, πάντως, φανερό ότι, εκτός από τη βαθιά ριζωμένη καχυποψία και τον ανταγωνισμό μεταξύ τους σε περιφερειακή κλίμακα, η Κίνα και η Ινδία διαγκωνίζονται πλέον και για το ποια από τις δύο χώρες μπορεί να θεωρηθεί ως πιο γνήσιος και αποτελεσματικός εκπρόσωπος του αναπτυσσόμενου κόσμου.
Ακήρυχτος ανταγωνισμός για προβάδισμα στον Παγκόσμιο Νότο
Βραχυπρόθεσμα, το Πεκίνο έχει σημαντικό προβάδισμα έναντι της Ινδίας σε αυτήν την άτυπη κούρσα για την πρωτοκαθεδρία στον Παγκόσμιο Νότο. Η Κίνα έχει αποκτήσει σοβαρά ερείσματα στις αναπτυσσόμενες χώρες χάρη στα έργα υποδομής που χρηματοδοτεί, έστω και με αμφιλεγόμενo δανεισμό που χαρακτηρίζεται από πολλούς ως παγίδα χρέους, αν όχι ως σύμπτωμα κινεζικού “νεοϊμπεριαλισμού”. Την ίδια στιγμή, όμως, η Κίνα αντιμετωπίζει τις δικές της εσωτερικές προκλήσεις και δεν μπορεί επ’ άπειρον να συνεχίσει να χορηγεί επισφαλή δάνεια, τα οποία έχουν αυξηθεί απότομα τα τελευταία χρόνια.
Εχει την σημασία του και το γεγονός ότι η Κίνα είναι ο μεγαλύτερος εμπορικός εταίρος της πλειοψηφίας των αναπτυσσόμενων χωρών, είτε ως προμηθευτής αγαθών και υπηρεσιών, είτε ως προορισμός για τις εξαγωγές τους, κυρίως πρώτων υλών. Αξιοσημείωτη είναι και η διείσδυση κινεζικών τεχνολογιών που επίσης δημιουργεί εξάρτηση από το Πεκίνο.
Ωστόσο, οι μεσομακροπρόθεσμες προοπτικές της Κίνας και της Ινδίας συνθέτουν μια διαφορετική εικόνα. Παρότι στην παρούσα φάση οι δύο οικονομίες έχουν ανόμοια μεγέθη, με το κινεζικό ΑΕΠ να είναι υπερπενταπλάσιο του ινδικού, οι ρυθμοί ανάπτυξης της Ινδίας ξεπερνούν πλέον τους αντίστοιχους ρυθμούς της Κίνας και ενδέχεται αυτή η τάση να διατηρηθεί για πολλά χρόνια, πιθανώς και δεκαετίες.
Η Ινδία ασφαλώς επωφελείται του “δημογραφικού της μερίσματος”, καθώς από φέτος είναι πλέον η πολυπληθέστερη χώρα στον κόσμο και με σχετικά νεανικό πληθυσμό, ενώ η Κίνα γερνάει και συρρικνώνεται.
Δεν είναι τυχαίο ότι η Ινδία αποτελεί σημαντικό μέρος της αποκαλούμενης “εναλλακτικής Ασίας”, δηλαδή εκείνων των ασιατικών χωρών, οι οποίες ολοένα και περισσότερο προσελκύουν επενδυτικά κεφάλαια που μέχρι πρότινος κατευθύνονταν σχεδόν αποκλειστικά στην Κίνα.
Επιπροσθέτως, εκτός από τις επενδύσεις σε μεταποιητικές δραστηριότητες εντάσεως εργασίας, η Ινδία δικαίως υπερηφανεύεται για την πρόοδο που σημειώνει σε τεχνολογίες αιχμής. Αυξάνονται συνεχώς οι ξένες επενδύσεις σε τομείς σχετικούς με τηλεπικοινωνίες και ψηφιακές υπηρεσίες εξ αποστάσεως. Πριν από λίγες μέρες πραγματοποιήθηκε επιτυχώς η αποστολή ινδικού σκάφους στην Σελήνη και η Ινδία καθίσταται πλέον η τέταρτη διαστημική δύναμη, μαζί με τις ΗΠΑ, την Ρωσία και την Κίνα.
Δύο διαφορετικές προτάσεις
Ενώ το Πεκίνο αρέσκεται να διαφημίζει στον Παγκόσμιο Νότο το κινεζικό μοντέλο οικονομικής ανάπτυξης, η Ινδία είναι σε θέση πλέον να διατυπώσει το δικό της αφήγημα. Το κεντρικό επιχείρημα της Κίνας είναι ότι η αλματώδης ανάπτυξή της τις τελευταίες τέσσερις δεκαετίες οφείλεται στο μονοκομματικό της σύστημα, ένα πρότυπο που βολεύει πολλά αυταρχικά καθεστώτα στον Παγκόσμιο Νότο.
Η Ινδία, όμως, αντιπαραβάλλει μια διαφορετική πρόταση – ότι η οικονομική ανάπτυξη είναι εφικτή και με πολυκομματικό σύστημα, παρά τα εντεινόμενα σημάδια αυταρχισμού του κυβερνώντος κόμματος Baratiya Janata Party (BJP) και του πρωθυπουργού Ναρέντρα Μόντι. Επιπροσθέτως, το δημογραφικό προφίλ της Ινδίας ταιριάζει πολύ καλύτερα στην εκρηκτική πληθυσμιακή αύξηση σε πολλές αναπτυσσόμενες χώρες, με προεξάρχουσα την Αφρική, απ’ ό,τι η γηράσκουσα και συρρικνούμενη πλέον κινεζική κοινωνία.
Σε ό,τι δε αφορά την αναδυόμενη νέα τάξη πραγμάτων στην υφήλιο, η Κίνα πιέζει τον Παγκόσμιο Νότο να συμπαραταχθεί μαζί της σ’ ένα αντιδυτικό/αντιαμερικανικό μπλοκ, μια απαίτηση που αφήνει πολλές αναπτυσσόμενες χώρες επιφυλακτικές. Oι απροκάλυπτες προσπάθειες του Πεκίνου, αλλά και της Ρωσίας, να προσδώσουν στον ΟΣΣ και την ομάδα BRICS αντιδυτικό προσανατολισμό προκαλούν αντιδράσεις. Παραδείγματος χάρη, στην πρόσφατη σύνοδο στην Νότια Αφρική τόσο η Ινδία όσο και η Βραζιλία εξέφρασαν την άποψη ότι η διεύρυνση των BRICS δεν πρέπει να υπηρετεί αλλότριους πολιτικούς στόχους εις βάρος της – ούτως ή άλλως περιορισμένης – συνοχής της ομάδας.
Η απουσία του Κινέζου προέδρου στη Σύνοδο Κορυφής της G-20 αντιδιαστέλλεται εμφανώς με την συμμετοχή του στη Σύνοδο Κορυφής των BRICS. Είναι προφανές ότι το Πεκίνο προκρίνει τον ΟΣΣ και τους BRICS ως οχήματα για την προώθηση της αντιδυτικής ατζέντας του.
Αντίθετα, το Νέο Δελχί επένδυσε σημαντικό πολιτικό κεφάλαιο στην εκ περιτροπής προεδρία της στην G-20, όπου τα μισά περίπου μέλη είναι δυτικές χώρες, συμπεριλαμβανομένης της ΕΕ. Ταυτόχρονα, αποτελεί αναμφισβήτητη διπλωματική επιτυχία της Ινδίας η συμπερίληψη της Αφρικανικής Ένωσης σε αυτό το σχήμα, το οποίο αποκτά ακόμη πιο αντιπροσωπευτικό χαρακτήρα.
Αντίθετα με την εμμονή του Πεκίνου να ανταγωνίζεται τις ΗΠΑ, η Ινδία παραδοσιακά ακολουθεί έναν “τρίτο δρόμο” που θυμίζει την παρακαταθήκη των άλλοτε Αδεσμεύτων Χωρών. Το προτέρημα αυτής της αντίληψης για τον Παγκόσμιο Νότο είναι ότι πολλές αναπτυσσόμενες χώρες προτιμούν να εκπροσωπούνται στα διεθνή φόρα, αλλά κρατώντας ίσες αποστάσεις, ώστε να εξασφαλίσουν καλύτερη διαπραγματευτική θέση έναντι των δύο διαμορφούμενων μπλοκ με ηγέτιδες δυνάμεις τις ΗΠΑ και την Κίνα.
*Ο Πλάμεν Τόντσεφ είναι επικεφαλής του Τμήματος Ασιατικών Σπουδών στο Ινστιτούτο Διεθνών Οικονομικών Σχέσεων (ΙΔΟΣ)
Πηγή: kathimerini.gr