Του Χρήστου Ταραντίλη*
Ως «στρατηγικές επενδύσεις» νοούνται οι επενδύσεις, οι οποίες, λόγω της συνεισφοράς τους στην εθνική οικονομία, μπορούν να επιφέρουν ποσοτικά και ποιοτικά αποτελέσματα σημαντικής έντασης για την αύξηση της απασχόλησης, την παραγωγική ανασυγκρότηση της χώρας μέσω της προσέλκυσης επενδυτικών κεφαλαίων, την εξωστρέφεια και εξαγωγική δραστηριότητα, την καινοτομία, την ανταγωνιστικότητα.
Στην κατεύθυνση αυτή, το υπουργείο Ανάπτυξης και Επενδύσεων με το νέο νομοσχέδιο που φέρει προς ψήφιση στη Βουλή προχωράει σε μια τολμηρή πρωτοβουλία, η οποία συμβάλλει καθοριστικά στην εμπέδωση της αντίληψης ότι η Ελλάδα αποτελεί πλέον όχι μόνο έναν αξιόπιστο επενδυτικό προορισμό, αλλά πρωτίστως μια χώρα που διαμορφώνει σύγχρονη επενδυτική στρατηγική, προσανατολισμένη στις προκλήσεις και τους μετασχηματισμούς του διεθνούς οικονομικού περιβάλλοντος. Με το νομοσχέδιο αυτό επιχειρείται η αναμόρφωση, η βελτίωση και κυρίως η ενοποίηση σε ενιαίο νομοθετικό κείμενο του υφιστάμενου ρυθμιστικού πλαισίου περί στρατηγικών επενδύσεων, το οποίο μέχρι σήμερα επεκτεινόταν σε πλείονα νομοθετήματα με παράλληλη ισχύ, οδηγώντας σε ορισμένες περιπτώσεις σε σύγχυση και ανασφάλεια δικαίου τους υποψήφιους στρατηγικούς επενδυτές. Οι ρυθμίσεις του άπτονται όλων των πτυχών που συναπαρτίζουν μια στρατηγική επένδυση και οι οποίες εφεξής θα συνυπάρχουν και θα εντοπίζονται σε έναν και μόνο νόμο. Η προσέγγιση των προτεινόμενων ρυθμίσεων εστιάζει στη συγκέντρωση των επιμέρους διοικητικών σταδίων μιας στρατηγικής επένδυσης σε ειδικά όργανα, προκειμένου να αποφεύγονται οι γραφειοκρατικές αγκυλώσεις της δημόσιας διοίκησης και η σύγχυση των διάσπαρτων εν πολλοίς αρμοδιοτήτων μεταξύ των υπηρεσιών, ιδίως σε πολύπλοκα ζητήματα, όπως το χωροταξικό και πολεοδομικό καθεστώς των χώρων υποδοχής επενδύσεων, οι διαδικασίες απαλλοτρίωσης και οι αμφισβητήσεις ως προς το ιδιοκτησιακό καθεστώς. Περαιτέρω, πέραν των παραδοσιακών κινήτρων, όπως τα φορολογικά, τα κίνητρα χωροθέτησης και ταχείας αδειοδότησης, προβλέπονται στο νομοθετικό πλαίσιο των στρατηγικών επενδύσεων ρυθμίσεις για την εισαγωγή και την παροχή νέων κινήτρων, κεφαλαιακής φύσεως, όπως η παροχή ενισχύσεων με τη μορφή της επιχορήγησης, της επιδότησης της χρηματοδοτικής μίσθωσης, καθώς και η επιδότηση του κόστους της δημιουργούμενης απασχόλησης για συγκεκριμένες μορφές επενδύσεων.
Στις καινοτομίες των προτεινόμενων ρυθμίσεων συγκαταλέγεται η ένταξη στις κατηγορίες των Στρατηγικών Επενδύσεων επιχειρηματικών δραστηριοτήτων, που αφορούν σε νέους, σύγχρονους τομείς της οικονομίας, όπως η έρευνα και η καινοτομία, που δεν αναφέρονταν μέχρι σήμερα ρητά στο οικείο νομοθετικό πλαίσιο. Για την προώθηση των τομέων αυτών προβλέπεται συγκεκριμένος χαμηλότερος προϋπολογισμός επενδυτικού κόστους, πρόβλεψη η οποία επιδιώκει να δώσει έμφαση και κίνητρα σε έναν τομέα με πολλαπλασιαστικό αποτέλεσμα για μια χώρα όπως η Ελλάδα. Εξίσου σημαντική είναι και η πρόβλεψη των λεγόμενων Εμβληματικών Επενδύσεων Εξαιρετικής Σημασίας, κατηγορία που περιλαμβάνει επενδύσεις οι οποίες υλοποιούνται από διακεκριμένες νομικές οντότητες, συμπεριλαμβανομένων ιδίως, όσων προωθούν την έρευνα, την καινοτομία, την τεχνολογία και ενισχύουν σημαντικά την ελληνική οικονομία και την ανταγωνιστικότητά της σε διεθνές επίπεδο. Οι επενδύσεις αυτές πριμοδοτούνται με τα ελκυστικά προνόμια του νόμου, εφόσον η ολοκλήρωση της υλοποίησής τους δεν ξεπερνά την 31/12/2025, δηλαδή υποχρεώνονται σε «εμπροσθοβαρή» ανάπτυξη και άμεσα, ορατά αποτελέσματα.
Η απόκτηση «ενιαίου κώδικα στρατηγικών επενδύσεων» αποτελεί απαραίτητη προϋπόθεση για την ανάταξη της οικονομίας και τη δημιουργία πολλών νέων και ελκυστικών θέσεων εργασίας. Τη στιγμή που το διεθνές επιχειρηματικό περιβάλλον ανακτά τη δυναμική και τις προοπτικές του, η χώρα μας μέσω του κώδικα αυτού εγκαινιάζει μια νέα επενδυτική στρατηγική με έμφαση στους τομείς που πρόκειται να καθορίσουν το διεθνές οικονομικό περιβάλλον τα επόμενα χρόνια.
*βουλευτής Επικρατείας Νέας Δημοκρατία, πρόεδρος Επιτροπής Έρευνας και Τεχνολογίας της Βουλής, καθηγητής Οικονομικού Πανεπιστημίου Αθηνών