Των Δημήτρη Ρουσσέα και Φωτεινή Γιαννακοπούλου*
Η ΠΡΟΣΦΑΤΗ υγειονομική κρίση εξαιτίας του τονϊά-19, η παρατεταμένη παγκόσμια ενεργειακή κρίση, αλλά και ο πόλεμος της Ρωσίας με την Ουκρανία έχουν λειτουργήσει ως μεγεθυντικός φακός για τη γεωργία και κατ’ επέκταση για όλους τους κρίκους της αγροδιατροφικής αλυσίδας -γεωργικά εφόδια-γεωργική παραγωγή-μεταποίηση τροφίμων-δίκτυο μεταφορών-τρόφιμο. Είναι γεγονός ότι ο αγροδιατροφικός τομέας επέδειξε αξιοσημείωτη αντοχή στις αλλεπάλληλες πιέσεις των τελευταίων χρόνων, αποδεικνύοντας ότι έχει γρήγορα αντανακλαστικά, αλλά και τη δυνατότητα να ενεργοποιεί άμεσα νέα πρωτόκολλα και διαδικασίες παραγωγής.
ΒΡΙΣΚΟΜΑΣΤΕ ΣΕ μια στιγμή της ιστορίας που για άλλη μια φορά η διατήρηση της απρόσκοπτης διάθεσης των τροφίμων, αλλά και η ανεμπόδιστη λειτουργία των αλυσίδων εφοδιασμού αποτέλεσαν και αποτελούν βασική προτεραιότητα των κρατών-μελών της ΕΈ. Μέσα σε αυτές τις συνθήκες αναζωπυρώθηκαν οι συζητήσεις και η διαμόρφωση στρατηγικών που θα εξασφαλίζουν την επισιτιστική ασφάλεια.
Τα νέα αυτά δεδομένα προστέθηκαν στις ήδη υπάρχουσες προκλήσεις που καλείται να αντιμετωπίσει ο αγροδιατροφικός κλάδος, δηλαδή την κλιματική αλλαγή και τις επιπτώσεις της στην αγροτική παραγωγή, τις αλλαγές στις καταναλωτικές συνήθειες, την προστασία του περιβάλλοντος, καθώς και την πράσινη και ψηφιακή μετάβαση.
ΜΕΣΑ ΣΕ αυτό το περιβάλλον που έχει διαμορφωθεί καλούνται όλοι οι εμπλεκόμενοι στην αγροδιατροφική αλυσίδα να επαναπροσδιορίσουν το όραμά τους, τους στόχους τους και τη στρατηγική τους. Το «επιχειρείν όπως το ξέραμε» δεν υπάρχει, αλλά εξελίσσεται και προσαρμόζεται στα νέα δεδομένα. Αντίστοιχα, τα κέντρα λήψης αποφάσεων καλούνται και αυτά να συντονιστούν με τις εξελίξεις. Ο επαναπροσδιορισμός των στρατηγικών με τη διαμόρφωση εκείνων των πολιτικών που θα προωθούν την αειφόρο ανάπτυξη, αλλά και τη μετάβαση σε ένα νέο παραγωγικό μοντέλο που θα ενισχύει την ανάπτυξη της γεωργίας
αναδύεται πια ως άμεση ανάγκη. Σύμμαχοι για την επίτευξη αυτών των στρατηγικών είναι ο ρεαλισμός, η επιστημονική γνώση, η συνεργασία όλων των κρίκων του αγροδιατροφικοϋ κλάδου, αλλά και η εμπειρία που αποκτήθηκε από τις κρίσεις αυτές.
ΟΣΟΝ ΑΦΟΡΑ τον κλάδο των προϊόντων θρέψης, όλο και περισσότεροι αναγνωρίζουν ότι τα λιπάσματα είναι η «τροφή της τροφής μας». Με βάση τα επιστημονικά δεδομένα, έχει υπολογιστεί ότι το 50% της παγκόσμιας παραγωγής τροφίμων δεν θα υπήρχε χωρίς τη χρήση λιπασμάτων. Επίσης, τα προϊόντα λίπανσης δεν αντιμετωπίζονται πια μόνο ως βασικοί συντελεστές της γεωργικής παραγωγής, αλλά ως συντελεστές που επηρεάζουν τη διατροφή των ανθρώπων. Υπάρχει δηλαδή μια μετατόπιση της αντίληψης, σε παγκόσμιο επίπεδο, που συνδέει τη θρέψη των καλλιεργειών με τα τελικά χαρακτηριστικά των παραγόμενων αγροτικών προϊόντων – τροφίμων σε επίπεδο υδατανθράκων, πρωτεϊνών, λιπαρών ουσιών, βιταμινών και θρεπτικών στοιχείων. Αντίστοιχα, η διατήρηση της επισιτιστικής ασφάλειας σήμερα δεν περιορίζεται μόνο στη διατήρηση των αποδόσεων των καλλιεργειών σε υψηλό επίπεδο, αλλά εξετάζεται και υπό το πρίσμα της παραγωγής αγροτικών προϊόντων υψηλής διατροφικής αξίας. Και σε αυτόν τον τομέα οι πρακτικές θρέψης – λίπανσης των καλλιεργειών συμβάλλουν όχι μόνο στην ποσότητα και στην ποιότητα των παραγόμενων τροφίμων, αλλά και στην υγεία και στην ευημερία του πληθυσμού.
ΣΕ ΑΥΤΟ το πλαίσιο, ο κλάδος των λιπασμάτων στη σημερινή εποχή μετασχηματίζεται και έχει στη διάθεσή του πολλά εργαλεία και καινοτόμες λύσεις που προσφέρουν νέες δυνατότητες στον παραγωγό, έτσι ώστε αυτός με τη σειρά του να ικανοποιήσει τις ανάγκες του σύγχρονου καταναλωτή, αλλά και να εξασφαλίσει τη σταθερότητα στο σύστημα γεωργία-τρόφιμο σε ένα ασταθές περιβάλλον.
*Πρόεδρος Συνδέσμου Παραγωγών & Εμπόρων Λιπασμάτων – ΣΠΕΛ και Γενική Διευθύντρια Συνδέσμου Παραγωγών & Εμπόρων Λιπασμάτων ΣΠΕΛ