Νίκος Μαραντζίδης: Ο ελληνικός Εμφύλιος, η ΕΣΣΔ και η μάχη των Αρχείων

256

H πρόσφατη δημοσιοποίηση μέσω Τwitter, από τον καθηγητή Σεργκέι Ραντζένκο, εγγράφων από τα ρωσικά αρχεία, που δείχνουν τη στενή εμπλοκή των Σοβιετικών στον ελληνικό Εμφύλιο προκάλεσε σε πολλούς αίσθηση. Οι «αποκαλύψεις» για τον ρόλο της ΕΣΣΔ αναζωπύρωσαν ένα θαμμένο ενδιαφέρον.

Μεταξύ άλλων, δημοσιοποιήθηκε το από 23/9/1947 αποκρυπτογραφημένο μήνυμα σχετικά με τα αιτήματα βοήθειας που απεύθυνε το ΚΚΕ στην ΕΣΣΔ: «Τα αιτήματα του Ζαχαριάδη έχουν ικανοποιηθεί πλήρως, εκτός από δύο σημεία», ενημέρωνε ο υπουργός Εξωτερικών Μολότοφ τον Στάλιν, «1. Αντί για τα 60 κανόνια ορεινού τύπου που ζητήθηκαν, τα οποία δεν διαθέτουμε, στέλνουμε την αντίστοιχη ποσότητα σε γερμανικά 37 χλστ. αντιαρματικά κανόνια και πυρομαχικά για αυτά. Σύμφωνα με τον Βασιλέβσκι (στρατάρχης, αναπληρωτής υπουργός Αμυνας), τέτοια κανόνια έχουν ξανασταλεί στους Ελληνες και έμειναν  ικανοποιημένοι. 2. Δεν μπορεί να ικανοποιηθεί το αίτημα παροχής υποδημάτων και ρουχισμού, λόγω έλλειψης στρατιωτικών στολών και υποδημάτων ξένου τύπου. 100 χιλ. δολάρια θα σταλούν στον Ζαχαριάδη μέσω του τμήματος του συντρόφου Σούσλοφ (επικεφαλής του Διεθνούς Τμήματος της Κ.Ε. του ΚΚΣΕ). Εχει ανατεθεί στον Λαβρέντιεβ (πρεσβευτής της ΕΣΣΔ στο Βελιγράδι) να πληροφορήσει προσωπικά ή μέσω ατόμου της εμπιστοσύνης του προφορικά τον Ζαχαριάδη σχετικά με όλα όσα του αποστέλλουμε».

Το έγγραφο, εντούτοις, είχε εντοπιστεί αρκετά χρόνια νωρίτερα στα Ρωσικά Κρατικά Αρχεία Νεότερης Ιστορίας (RGANI, Fond 89, opis 48, delo 21), και δημοσιοποιηθεί μεταφρασμένο στον τόμο «Η Ελλάδα και οι πρώην Ανατολικές χώρες στον Ψυχρό Πόλεμο. Ανέκδοτες αρχειακές πηγές από την Ουγγαρία, την Πολωνία, την Τσεχοσλοβακία, την Ανατολική Γερμανία και τη Σοβιετική Ενωση» (2015, σελ. 206) που επιμελήθηκαν οι ιστορικοί Στράτος Δορδανάς και Ελένη Πασχαλούδη στο πλαίσιο μιας ευρύτερης έρευνας στην οποία θα αναφερθώ στη συνέχεια.

Ανεξαρτήτως αυτού πάντως, το έγγραφο είναι εξαιρετικής σημασίας. Εστάλη στον Στάλιν, λίγες ημέρες μετά την εκπόνηση του Σχεδίου Λίμνες από τον ΔΣΕ (10/9/1947) όταν αποφασίστηκε η δημιουργία τακτικού στρατού 50.000-60.000 ατόμων με στόχο τον έλεγχο της Μακεδονίας με επίκεντρο τη Θεσσαλονίκη. Η ΕΣΣΔ, βεβαίως, ήταν απολύτως ενήμερη για το σχέδιο (το οποίο εξάλλου συντάχθηκε στα ρωσικά) και είχε δώσει κάτι περισσότερο από πράσινο φως. Η επιτυχής εφαρμογή του σχεδίου θα είχε αναμφίβολα ως αποτέλεσμα τη διαίρεση της χώρας σε Βορρά και Νότο (κάτι σαν την Κορέα δηλαδή), με τον Βορρά να βρίσκεται υπό κομμουνιστικό έλεγχο. Ευτυχώς, και για τους νικητές και για τους ηττημένους, το σχέδιο ναυάγησε.

Οι Ελληνες σύντροφοι, βέβαια, είχαν ήδη ζητήσει αρκετά νωρίτερα βοήθεια από τον συγκρατημένο Στάλιν. Τον Μάιο του 1947, ο Ζαχαριάδης ταξίδεψε στη Μόσχα και συναντήθηκε με το δεξί χέρι του Στάλιν, τον Ζντάνοφ (τα πρακτικά συνάντησης –RGASPI, fond 77, opis 3, delo 143– δημοσιοποίησε στην Ελλάδα η ιστορικός Ιωάννα Παπαθανασίου, «Τα Νέα», 22/5/1999).

Στη συνάντηση, παρόντος και του Σούσλοφ, ο Ζαχαριάδης ζωγράφισε μια υπερβολικά αισιόδοξη εικόνα, δηλώνοντας πως το ένα τρίτο της ελληνικής επικράτειας βρίσκεται υπό κομμουνιστικό έλεγχο. Ωστόσο, ισχυρίστηκε ότι η γιουγκοσλαβική στήριξη δεν ήταν αρκετή για τη νίκη. Ο ΔΣΕ χρειαζόταν χρήματα και όπλα για στρατό 50.000 ανδρών. Προς το τέλος της συνάντησης, ο Ζαχαριάδης συνδύασε τα αιτήματα με τον διεθνιστικό συναισθηματισμό: «Γνωρίζουμε τις δυσκολίες για την ίδια την ΕΣΣΔ. Δεν έχουμε κανένα δικαίωμα να απαιτούμε τίποτα από την ΕΣΣΔ. Θα μας δώσετε ό,τι μπορείτε. Δεν θέλουμε να προκαλέσουμε ζημιά στην ΕΣΣΔ. Για την ΕΣΣΔ είμαστε έτοιμοι να θυσιάσουμε τα πάντα».

Εντέλει, η ΕΣΣΔ και οι Λαϊκές Δημοκρατίες έδωσαν πράγματι ό,τι μπορούσαν. Η εξωτερική βοήθεια που πήρε ο ΔΣΕ ήταν μεγάλη και πολυσχιδής. Παρότι και η ίδια η ΕΣΣΔ απέστειλε όπλα και χρήματα, ο ρόλος της ήταν κυρίως εποπτικός. Ανέθεσε ευθύνες και επιμέρισε καθήκοντα. Αρχικά (1946-1947) το βάρος έπεσε στους Γιουγκοσλάβους και Βούλγαρους, που έδωσαν υποστήριξη σε τρόφιμα, όπλα, ιατροφαρμακευτικό υλικό, ρουχισμό.

Από τον Σεπτέµβριο του 1948, μετά τη ρήξη Τίτο – Στάλιν, τον τεχνικό συντονισμό της συγκέντρωσης και αποστολής της βοήθειας στο ΚΚΕ ανέλαβε μια επιτροπή από υψηλά ιστάμενους των Γενικών Επιτελείων Στρατού, μυστικών υπηρεσιών και των τμημάτων εξωτερικών υποθέσεων των Κ.Κ. της Πολωνίας, της Τσεχοσλοβακίας, της Ουγγαρίας και της Ρουμανίας (από ελληνικής πλευράς συμμετείχαν στις εργασίες της επιτροπής ο Γ. Ιωαννίδης και ο Η. Καρράς). Η επιτροπή είχε την έδρα της στη Βαρσοβία (εξ ου και ο ηγετικός ρόλος των Πολωνών στον συντονισμό της βοήθειας), ίδρυσε ένα ταμείο για την αγορά όπλων και παρακολουθούσε την υλοποίηση των αποφάσεων. Η Αλβανία, επιπλέον, απέκτησε κρίσιμο ρόλο γιατί από το έδαφός της διεξαγόταν ο κύριος όγκος των μεταφορών για «μέσα». Στο λιμάνι του Δυρραχίου έφταναν τα πολωνικά εμπορικά πλοία με τα εφόδια στα αμπάρια τους και στα Τίρανα προσγειώνονταν αεροπλάνα με επείγουσα βοήθεια.

Οι Σοβιετικοί παρακολουθούσαν τις εξελίξεις. Ανάμεσα σε άλλους, ο Ιωσήφ Κισινέφσκι, υπεύθυνος των διεθνών σχέσεων του Κ.Κ. Ρουμανίας, γνωστός ως δεξί χέρι της Μόσχας στο Βουκουρέστι, ενημέρωνε τους Σοβιετικούς για τις εργασίες της επιτροπής, μέσω αναφορών στον Λεονίντ Μπαράνοφ, αναπληρωτή διευθυντή του τμήματος διεθνών σχέσεων του ΚΚΣΕ (RGASPI, Fond 575, Opis 1, delo 97).

Παρά τη βοήθεια –που ένα μέρος της, πάντως, δεν έφτασε ποτέ στο ΚΚΕ, είτε γιατί χάθηκε στον δρόμο, είτε δεν υπήρχαν οι υποδομές υποδοχής, είτε, τέλος, γιατί οι Αλβανοί σύντροφοι παρακράτησαν τμήμα της για τις δικές τους ανάγκες– ο ΔΣΕ ηττήθηκε. Ο Ελληνικός Στρατός υπερείχε σε ποσότητα και ποιότητα οπλισμού, αριθμητική δύναμη, ποιότητα αξιωματικών, επιμελητεία και εφεδρείες. Οπωσδήποτε, το μέγεθος της εξωτερικής βοήθειας στο ΚΚΕ δεν μπορούσε να συγκριθεί με αυτήν που έλαβε η ελληνική κυβέρνηση από τις ΗΠΑ.

Αν πιθανώς στο Βελιγράδι άναψε η φωτιά του Εμφυλίου, στη Μόσχα σίγουρα έσβησε οριστικά. Τον Ιανουάριο του 1950, ο Ζαχαριάδης κλήθηκε μαζί με τον Ενβέρ Χότζα για να λυθούν τα εκκρεμή θέματα μεταξύ ΚΚΑ – ΚΚΕ. Εκεί, παρουσία του Μολότοφ και άλλων Σοβιετικών αξιωματούχων, ο ταπεινωμένος Ζαχαριάδης αποδέχθηκε να εγκαταλείψουν όλοι οι αντάρτες του ΔΣΕ το έδαφος της Αλβανίας. Σε μια σπάνια στιγμή αυτοκριτικής, ο Ελληνας κομμουνιστής ηγέτης ομολόγησε πως υπήρξε περισσότερο αισιόδοξος από όσο το επέτρεπαν οι αντικειμενικές συνθήκες (RGASPI, Fond 82, Opis 8, Delo 1188).

Η αναζήτηση των «χαμένων αρχείων»

Από τη δεκαετία του 1990, σημαντικές προσπάθειες έγιναν για τη διάσωση, τον εντοπισμό και την ανάδειξη ενός μεγάλου όγκου αρχειακού υλικού στην Ελλάδα και στο εξωτερικό που αφορούσε την κρίσιμη δεκαετία.

Το πλέον μυστηριώδες και βασανισμένο αρχείο είναι αυτό του ΚΚΕ. Κομμάτι της ιστορίας των Ελλήνων κομμουνιστών, το κομματικό αρχείο μοιράστηκε την περιπέτειά τους. Ταξίδεψε αρχικά στο Βελιγράδι το 1947, από εκεί, το 1948 στη Μόσχα, και από τη Μόσχα στη Ρουμανία, όπου παρέμεινε επί 20 χρόνια. Με τη διάσπαση του κόμματος, το 1968, το αρχείο «διασπάστηκε» κι αυτό, και με περιπετειώδη τρόπο ένα μέρος του περιήλθε στο ΚΚΕ Εσωτερικού. Τελικά έπειτα από χρόνια, χάρη στην επιθυμία να διαφυλαχθεί και να διατεθεί στην ιστορική έρευνα αυτό το σημαντικό υλικό, ιδρύθηκαν το 1992 τα Αρχεία Σύγχρονης Κοινωνικής Ιστορίας (ΑΣΚΙ) από ιστορικούς, πολιτικούς επιστήμονες και ιστορικά στελέχη του ΚΚΕ Εσωτερικού, με πρωτεργάτη τον ιστορικό Φίλιππο Ηλιού. Παρά τις ελλείψεις που παρουσιάζει το αρχείο του ΚΚΕ στα ΑΣΚΙ, συνιστά έναν πραγματικό θησαυρό. Οχι τυχαία, πολλές μελέτες βασίστηκαν σε αυτό το υλικό.

Εν τω µεταξύ, ο Ηλιού είχε ήδη δημοσιεύσει το 1979-1980, στην «Αυγή», σειρά κρίσιμων εγγράφων του ΚΚΕ της περιόδου του Εμφυλίου. Αρκετά από αυτά, γραμμένα αρχικά στα ρωσικά που στη συνέχεια μεταφράστηκαν, αναδείκνυαν το είδος της σχέσης των Σοβιετικών με το ΚΚΕ. Τα έγγραφα δημοσιεύτηκαν αργότερα, στο βιβλίο του Ηλιού, «Ο ελληνικός Εμφύλιος Πόλεμος, η εμπλοκή του ΚΚΕ» (2005) μαζί με άλλα έγγραφα από το αρχείο του ΚΚΕ στα ΑΣΚΙ.

Καταλυτικά για την έρευνα τα βαλκανικά και ανατολικοευρωπαϊκά αρχεία

Τα αρχεία των βαλκανικών κρατών υπήρξαν καταλυτικά για την έρευνα. Βαλκάνιοι ιστορικοί, όπως οι Βούλγαροι Μπάεφ και Δασκαλόφ, ο Σέρβος Ρίστοβιτς και η Αλβανή Λαλάι εξέδωσαν μελέτες, όλες μεταφρασμένες στα ελληνικά, για την εμπλοκή των γειτονικών Λαϊκών Δημοκρατιών στον εμφύλιο. Από ελληνικής πλευράς πρωτεργάτες σε αυτήν την προσπάθεια υπήρξαν οι ιστορικοί Βασίλης Κόντης και Σπύρος Σφέτας. Στο βιβλίο τους, «Εμφύλιος πόλεμος, έγγραφα από τα Γιουγκοσλαβικά και τα βουλγαρικά αρχεία» (1999) δημοσιοποίησαν μεγάλο αριθμό σημαντικών εγγράφων που αναδείκνυαν τη σημασία του εμφυλίου για τη Γιουγκοσλαβία και τη Βουλγαρία. Ακολούθησαν αρκετοί άλλοι Ελληνες ιστορικοί: ο Ιάκωβος Μιχαηλίδης για τη Γιουγκοσλαβία, ο Τάσος Χατζηαναστασίου και η Κατερίνα Τσέκου για τη Βουλγαρία, ο Απόστολος Πατελάκης για τη Ρουμανία, η Ελευθερία Μαντά, ο Σταύρος Ντάγιος και ο Ηλίας Σκουλίδας για την Αλβανία.

Στη συνέχεια «μεταφερθήκαμε» στην Κεντρική Ευρώπη. Ο Τσέχος Χράντετσνυ και ο Πολωνός Πάκοβσκι ανέδειξαν αρχειακό υλικό αποκαλυπτικό για τον πολύπλοκο ρόλο της Πολωνίας και της Τσεχοσλοβακίας στον συντονισμό και στην αποστολή της βοήθειας στον ΔΣΕ. Το βιβλίο «Ο ελληνικός εμφύλιος και το διεθνές κομμουνιστικό σύστημα: το ΚΚΕ μέσα από τα τσεχικά αρχεία 1946-1968» (2012), που επιμεληθήκαμε με τον Κώστα Τσίβο, περιλαμβάνει έναν αριθμό τσεχικών εγγράφων με επίκεντρο την οργάνωση της βοήθειας προς το ΚΚΕ.

Κατά τα έτη 2010-2015 χάρη στο ερευνητικό πρόγραμμα «Θαλής» και τη συνεργασία περίπου 30 επιστημόνων συλλέχθηκαν έγγραφα από τα Βαλκάνια, την Ανατολική και Δυτική Ευρώπη, τις ΗΠΑ και τη Ρωσία. Το πρόγραμμα, του οποίου ήμουν ο επιστημονικός υπεύθυνος, παρέδωσε συνολικά επτά τόμους (τρεις με μεταφρασμένα έγγραφα και τέσσερις με επιστημονικές μελέτες) και η πρόσβαση για τους αναγνώστες είναι ελεύθερη (www.coldwar.gr).

Τα ρωσικά αρχεία

Τα πρώην σοβιετικά αρχεία αποτέλεσαν βέβαια τον σταρ των αρχειακών τεκμηρίων. Στη δεκαετία του ’90 Ρώσοι ιστορικοί όπως ο Ουλουνιάν βασισμένοι σε αυτά δημοσίευσαν, στα ρωσικά και αγγλικά, σημαντικές μελέτες για το ΚΚΕ και τις σχέσεις του με τη Μόσχα. Πάντως, και Ελληνες έχουν δημοσιοποιήσει σημαντικά έγγραφα και μελέτες βασισμένες στα ρωσικά αρχεία.

Αρχικά, οι Δ. Κωνσταντακόπουλος, Δ. Πατέλης και Π. Ματέρη δημοσιοποίησαν σοβιετικά τεκμήρια στο βιβλίο τους «1931-1944, Φάκελος ΕΛΛΑΣ. Τα αρχεία των μυστικών σοβιετικών υπηρεσιών» (1993). Αν και ο τίτλος είναι ελαφρώς παραπλανητικός καθώς τα έγγραφα του βιβλίου δεν προέρχονται από τα αρχεία των πρώην υπηρεσιών ασφαλείας αλλά κυρίως από τα Αρχεία Κοινωνικής και Πολιτικής Ιστορίας της Ρωσικής Ομοσπονδίας (RGASPI), προσφέρουν εξαιρετικά ενδιαφέρουσες πληροφορίες ιδιαίτερα για την εποχή του Πολέμου.

Για την περίοδο του Πολέμου, επίσης, ο Γρηγόρης Φαράκος, που μελέτησε όσο λίγοι την ιστορία του ΚΚΕ, εξέδωσε το «Β’ Παγκόσμιος Πόλεμος: Σχέσεις ΚΚΕ και Διεθνούς Κομμουνιστικού Κέντρου» (2004). Εκεί ο Φαράκος δημοσιοποίησε έναν πολύ σημαντικό όγκο εγγράφων κυρίως από τα RGASPI και το γνωστό απόθεμα 495 που περιλαμβάνει τα αρχεία της Κομιντέρν.

Ο Φαράκος έδειξε πως κατά τη διάρκεια του Πολέμου και μέχρι το 1944, οι δεσμοί μεταξύ ΕΣΣΔ-ΚΚΕ, παρά τις προσπάθειες του δεύτερου, υπήρξαν χαλαροί, χωρίς ύπαρξη μόνιμων διαύλων επικοινωνίας. Ο Φαράκος εκτίμησε πως η απουσία συστηματικής επαφής οφειλόταν βασικά στη σοβιετική ηγεσία, που τα στρατηγικά της συμφέροντα δεν την πίεζαν να δείχνει αυξημένο ενδιαφέρον για την Ελλάδα, επειδή υπολόγιζε στον κυρίαρχο ρόλο των ΚΚ της Γιουγκοσλαβίας και της Βουλγαρίας στην περιοχή. Οι τελευταίοι, δε, προτιμούσαν να μην ευνοούν την άμεση επαφή των Ελλήνων με τους Σοβιετικούς αξιοποιώντας την προνομιακή τους θέση στην προώθηση των εθνικών τους συμφερόντων στα Βαλκάνια.

Για τα έτη 1946-1949, αναμφίβολα το πιο σημαντικό βιβλίο με αρχειακό υλικό αποκλειστικά από ρωσικά αρχεία είναι του Νίκου Παπαδάτου, «Ακρως Απόρρητο, οι σχέσεις ΕΣΣΔ-ΚΚΕ 1944-1952» (Αθήνα 2019). Ο  Παπαδάτος, που αποτελεί τον συστηματικότερο, κατά τη γνώμη μου, Ελληνα μελετητή των ρωσικών αρχείων, δημοσιοποίησε 193 σημαντικά έγγραφα που μετέφρασε ο ίδιος. Στην εισαγωγή του, ο Παπαδάτος επιχειρεί να ξεφύγει από μια ελληνοκεντρική θεώρηση. Υποστηρίζει πως η εμπλοκή του ΚΚΕ στον ελληνικό εμφύλιο εκτός του ότι θα ήταν αδύνατη χωρίς τη βοήθεια της ΕΣΣΔ και των Λαϊκών Δημοκρατιών, υποστηρίχθηκε από τους Σοβιετικούς γιατί εξυπηρετούσε τη δική τους εξωτερική πολιτική. Κατά την οπτική του Παπαδάτου η εξέλιξη του εμφυλίου συνδέεται με τις διακυμάνσεις στα διεθνή μέτωπα του Ψυχρού Πολέμου. Η Σοβιετική Eνωση ανάλογα με τις εξελίξεις προωθούσε πότε την αποκλιμάκωση και πότε την ένταση της ένοπλης αντιπαράθεσης στο ελληνικό μέτωπο.

Νίκος Μαραντζίδης, καθηγητής στο Πανεπιστήμιο Μακεδονίας. Το βιβλίο του «Under Stalin’s Shadow: An International History of Greek Communism 1918-1956», βασισμένο σε μεγάλο όγκο αρχειακού υλικού από διαφορετικές χώρες, θα εκδοθεί στις ΗΠΑ το 2023 από τις εκδόσεις Cornell University Press και στην Ελλάδα από τις εκδόσεις Αλεξάνδρεια

Πηγή: www.kathimerini.gr