Του Δημήτρη Κούρκουλα*
Στην παγκόσμια ιστορία ο πόλεμος έχει καταγραφεί σαν μια ανθρώπινη δραστηριότητα ενταγμένη στη φυσιολογική ροή των πραγμάτων. Ειδικότερα στην ευρωπαϊκή ήπειρο οι βίαιες συγκρούσεις αποτέλεσαν συχνό φαινόμενο των τελευταίων αιώνων, με αποκορύφωμα τους δύο Παγκοσμίους Πολέμους του 20ού αιώνα.
Από τον Θουκυδίδη και τον Σουν Τσου μέχρι τον Μακιαβέλι και τον Κλάουζεβιτς, μεγάλοι διανοητές επιχείρησαν να διεισδύσουν στον πυρήνα αυτού του αινιγματικού φαινομένου που συνεχίζει να επιφέρει μεγάλες δυστυχίες στο ανθρώπινο γένος.
Μετά τον Μεγάλο Πόλεμο, όπως ονομάστηκε ο Α’ Παγκόσμιος Πόλεμος, η Κοινωνία των Εθνών – ο ΟΗΕ της εποχής του Μεσοπολέμου – σε μια προσπάθεια αποτροπής νέων πολέμων ζήτησε από τους δύο εξέχοντες διανοητές της εποχής, τον Αϊνστάιν και τον Φρόιντ, να συζητήσουν το ζήτημα και να προτείνουν τρόπους αντιμετώπισής του. Οι ανταλλαγές επιστολών των δύο διανοητών κυκλοφόρησαν σε βιβλιαράκι το 1933 με τον τίτλο «Γιατί ο πόλεμος;». Ο Αϊνστάιν αναρωτιέται αν υπάρχει τρόπος να απαλλαγεί η ανθρωπότητα από την απειλή του πολέμου και προτείνει να μελετήσουμε τις σχέσεις του Δικαίου με την Εξουσία. Ο Φρόιντ προβάλλει τη σχέση του Δικαίου με τη Βία. Το Δίκαιο, λέει ο Φρόιντ, είναι η δύναμη κάθε κοινότητας, κάθε κοινωνίας. Το Δίκαιο αυτό δεν μπορεί να επιβληθεί χωρίς τη χρήση βίας. Η διεθνής κοινότητα, αν και προσπαθεί να αποτρέψει τους πολέμους, είναι αδύναμη γιατί δεν διαθέτει μηχανισμούς επιβολής του Δικαίου. Μέχρις ότου όλοι οι άνθρωποι γίνουν ειρηνιστές, δεν υπάρχει κάτι άλλο να προτείνουμε, καταλήγει απογοητευμένος ο Φρόιντ, προσθέτοντας πάντως ότι καθετί που προωθεί την πολιτιστική ανάπτυξη των ανθρώπων απομακρύνει τον πόλεμο.
Λίγα χρόνια μετά την ανταλλαγή επιστολών των δύο μεγάλων επιστημόνων η ναζιστική παράνοια έριξε ξανά την Ευρώπη και ολόκληρο τον κόσμο σε ακόμα μεγαλύτερο αιματοκύλισμα. Ούτε όμως αυτή η δεύτερη τραγωδία στάθηκε ικανή να οδηγήσει το διεθνές σύστημα διακυβέρνησης στη δημιουργία ενός αποτελεσματικού συστήματος αποτροπής του πολέμου. Ο ΟΗΕ χτίστηκε με τέτοιο τρόπο ώστε να είναι εξίσου αδύναμος με την Κοινωνία των Εθνών του Μεσοπολέμου. Το μόνο ίσως θετικό βήμα για την αποτροπή των πολέμων που έγινε μεταπολεμικά είναι η Ευρωπαϊκή Ένωση που εγγυάται την ειρήνη τουλάχιστον στο έδαφός της και αποτελεί υπόδειγμα εθελοντικής περιφερειακής συνεργασίας. Η ΕΕ τιμήθηκε το 2012 με το βραβείο Νομπέλ Ειρήνης για τον ρόλο της στην προώθηση της ειρήνης στην Ευρώπη. Αλλά και πέραν της Ευρώπης η ειρηνική επίλυση των διαφορών με διαπραγμάτευση και συμβιβασμό, ένα συστατικό στοιχείο της γενετικής ταυτότητας της Ένωσης, αποτελεί πλέον υπόδειγμα και για τον υπόλοιπο κόσμο.
Η χώρα μας βρίσκεται σε μια επισφαλή γειτονιά που γίνεται ακόμα πιο επικίνδυνη μετά τις αρνητικές εξελίξεις των τελευταίων ετών στη γειτονική Τουρκία. Στη σημερινή δύσκολη συγκυρία η πολιτική της Ελλάδας βασίζεται εξ ολοκλήρου στις ευρωπαϊκές αξίες: προσήλωση στο διεθνές δίκαιο και εξάντληση κάθε περιθωρίου ειρηνικής επίλυσης.
Η Ελλάδα γνωρίζει πολύ καλά ότι ούτε το διεθνές αλλά ούτε το ευρωπαϊκό σύστημα παρέχουν απόλυτη εγγύηση αποτροπής σε ενδεχόμενη ένοπλη επίθεση. Η χώρα μας ακολουθεί μια διττή προσέγγιση: αποτροπή μέσω της αναβάθμισης της αμυντικής ικανότητας της χώρας και της ενίσχυσης των διεθνών συμμαχιών, αλλά παράλληλα ειλικρινής προσπάθεια κατευνασμού και εξεύρεσης ειρηνικών λύσεων. Η διαχείριση της κρίσης απαιτεί λεπτούς διπλωματικούς χειρισμούς. Η ελληνική διπλωματία διαθέτει την απαραίτητη γνώση και εμπειρία για την υλοποίηση μια τέτοιας πολιτικής, η οποία απολαμβάνει ευρείας αποδοχής από τους πολίτες, μακριά από ακρότητες και αυταπάτες που στο παρελθόν οδήγησαν σε ήττες. Η επιτυχία ή αποτυχία της ελληνικής πολιτικής δεν θα κριθεί στα ερείπια που μοιραία θα προκαλούσε και στις δυο πλευρές μια πολεμική σύγκρουση, αλλά στην ικανότητά της να αποτρέψει μια πολεμική αναμέτρηση.
*Ο Δημήτρης Κούρκουλας διετέλεσε υφυπουργός Εξωτερικών και πρεσβευτής της ΕΕ στον Λίβανο, στη Βουλγαρία και στη Βοσνία καιΕρζεγοβίνη. Πρόσφατα κυκλοφόρησε το βιβλίο του «Μην πυροβολείτε την Ευρώπη».