Ο Δυναμισμός και η Ρουτίνα… Του Κώστα Πάντζιου

305

Του Κώστα Πάντζιου

Επί δεκαετίες τώρα, αυτό που κυριαρχεί στον πολιτικό διάλογο και πρωτοστατεί ως αίτημα των πολιτών στον Δυτικό Κόσμο, είναι οι πολιτικές ηγεσίες να θέσουν σε δεύτερη μοίρα της διαχείριση και να προχωρήσουν στην παραγωγή πολιτικής και εν τέλει στην ιδεολογικοπολιτική αντιμετώπιση των κοινωνικών προβλημάτων. Γιατί αλλιώς –λέγουν οι θιασώτες αυτής της εκδοχής του κυβερνάν– θα λιώσουμε μέσα στη στασιμότητα. Πολύ σωστό το αίτημα. Αφορά τις χώρες μια-μία ξεχωριστά, αλλά και σε ευρύτερο επίπεδο, π.χ. στο επίπεδο της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Το θέμα έχει εκ των πραγμάτων και φιλοσοφική διάσταση, καθώς είναι πολλοί εκείνοι οι πολίτες, οι οποίοι υποστηρίζουν ότι τελικά, όταν κάνει καλή και αποδοτική διαχείριση των προβλημάτων του πολίτη, φυσικό είναι να έχει και παραγωγή νέων ιδεών και μεθόδων, άρα έχεις και νέες εκδοχές της πολιτικής εξέλιξης. Και μάλιστα εξόχως ρεαλιστικές. Σωστό φαίνεται αυτό, αλλά η πράξη έδειξε ότι, από το τέλος του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου και μετά, τη Δύση την πήγε μπροστά σε όλους τους τομείς, η προτεραιότητα που δόθηκε στις πολιτικές λύσεις. Κάτι που αποδείχθηκε πανηγυρικά εύστοχο και επωφελές, με την ίδρυση της ΕΟΚ πρώτα και της Ευρωπαϊκής Ένωσης αργότερα. Και πριν φύγουμε και πάμε στις περιπτώσεις μεμονωμένων κρατών, να υπενθυμίσουμε ότι στην Ευρωπαϊκή Ένωση πραγματοποιήθηκαν μεγάλες ανατροπές, όταν ελήφθησαν πολιτικές αποφάσεις κόντρα στη ρουτίνα των διαχειριστικών πρωτοβουλιών, που κατά καιρούς ίσχυαν.

Από την μετά-εποχή Ζακ Ντελόρ π.χ., στην Ευρωπαϊκή Ένωση είχαμε τέτοια ρουτίνα, αλλά ξαφνικά, ήλθε ο κορωνοϊός και η Ε.Ε., απέκτησε, άτυπα μεν, πραγματικά δε, ευρωομόλογο, κάτι το οποίο έγινε ταχύτατα, συνδυαζόμενο μάλιστα με σωστή διαχείριση της υγειονομικής κρίσης, σε εσωτερικό επίπεδο, με την ίδρυση του Ταμείου Ανάκαμψης. Ανωτέρα βία, θα πει κάποιος, αλλά έστω και έτσι, η μηχανή της αλλαγής μπήκε μπρος και αυτό είναι πάρα πολύ μεγάλη κατάκτηση.

Πάμε τώρα σε επίπεδο κρατών. Το να υπάρχει π.χ. ένα τρίτο κόμμα στην Ελλάδα, υπολογίσιμο και εύρωστο, αυτονόητα είναι σωστό. Εκεί που υπάρχει το πρόβλημα είναι το ότι ελάχιστοι βλέπουν το επίσης αυτονόητο, ότι αυτό είναι κάτι το απολύτως επείγον. Και επειδή «ανωτέρα βία» εδώ δεν υπάρχει, το θέμα σερνόταν, με το ΚΙΝΑΛ να έχει χαμηλές δημοσκοπικές αποδόσεις πριν τις εκλογές για νέα ηγεσία και όπως προβλέπεται, να μην φαίνεται να υπάρξει το άλμα που χρειάζεται για να παίξει το κόμμα αυτό τον σημαίνοντα για το πολιτικό μας σύστημα ρόλο.

Και πώς να έχει; Ένας π.χ. από τους υποψήφιους για την ηγεσία του, είχε ως κεντρικό άξονα της προσπάθειάς του, να γυρίσει το κόμμα πίσω, στο 1974. Ο άλλος εκ των διεκδικητών, είχε ως στόχο το ίδιο πράγμα, με εμφανή «γαρνιτούρα» οικογενειακής δυναστειακής παλινόρθωσης. Κέρδισε ο τρίτος διεκδικητής, που δεν είχε τα πολιτικά χαρακτηριστικά των δύο άλλων συναγωνιστών του, αλλά με αρκετή δόση πολιτικής ασάφειας ή «δημιουργι-κής ασάφειας», όπως το λένε τώρα.

Δεν είναι σωστό να κάνουμε προβλέψεις για τις ικανότητες του κ. Νίκου Ανδρουλάκη, για τον οποίο ευχόμαστε να μας εκπλήξει δημιουργικά. Πάντως, τα δύο μεγάλα κόμματα, μέχρι στιγμής, το θέμα του ΚΙΝΑΛ το βλέπουν προφανέστατα «διαχειριστικά», το πρώτο μεν, η ΝΔ με προσδοκίες πολιτικής στασιμότητας, το δε άλλο, ο ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ μέσα από το πρόβλημα μη υπάρξεως, προς το παρόν, νέου ιδεολογικοπολιτικού αφηγήματος που το ταλανίζει. Και άρα, δεν έχει πρόταση διεύρυνσης του κεντροαριστερού χώρου, πειστική και ρεαλιστική.

Έτσι λοιπόν, δεν είναι λίγοι εκείνοι οι πολιτικοί παρατηρητές, που προβλέ-πουν ότι δεν αποκλείεται κάποιο ταλαντούχο άτομο να κάνει την έκπληξη και να καλύψει το κενό με κάποιον νέο πολιτικό φορέα. Και μάλιστα σύντομα. Ίδωμεν!…