Του Τάσου Παπαδόπουλου
Η πραγματικά ολόψυχη ευχή, για μια καλύτερη χρονιά το 2021, αποκτά φέτος ιδιαίτερη αξία και νόημα. Η πανδημία που έπληξε την υφήλιο από τη μια, και η επιθετική και απειλητική Τουρκία από την άλλη, ήρθαν να προστεθούν στη δεκαετή οικονομική κρίση και να σταθούν εμπόδιο στην όποια ελπίδα και προσδοκία μιας άμεσης ανάκαμψης.
Βεβαίως το εμβόλιο ανοίγει δρόμους ελευθερίας, η οποία περιορίστηκε σημαντικά στη διάρκεια του 2020, καθώς αποτελεί το πρώτο βήμα για την επάνοδο στην πολυπόθητη ομαλότητα.
Από την άλλη πλευρά η Τουρκία δεν έπαψε να απειλεί την Ελλάδα και παρά τις όποιες φραστικές για την ώρα πιέσεις που της ασκούνται, δεν κάμπτεται και επιχειρεί δυναμικά να επιβάλει την αναθεωρητική πολιτική της.
Στο πρωτόγνωρο για τα πολιτικά ήθη του καιρού μας υβρεολόγιο, που έχει εξαπολύσει εναντίον της χώρας μας ο Ερντογάν και η παρέα του, που συνοδεύεται από απειλές πολέμου, και γίνεται αποδεκτό από την αντιπολίτευση στην Τουρκία, με κάποιους μάλιστα να πλειοδοτούν, είναι κάτι, που χρειάζεται να προβληματίσει το ελληνικό πολιτικό σύστημα στο σύνολό του.
Η μαξιμαλιστική τακτική των διεκδικήσεων, λειτουργεί αποτρεπτικά σε κάθε συζήτηση για επανέναρξη των διμερών διαβουλεύσεων. Είναι άλλωστε προφανές ποιόν σκοπό εξυπηρετούν τα τεράστια εξοπλιστικά προγράμματα που βρίσκονται σε εξέλιξη στην Τουρκία.
Αυτά έχουν προφανή σκοπό να εμποδίσουν δυναμικά την άσκηση των κυριαρχικών δικαιωμάτων της Ελλάδας σε Αιγαίο και Α. Μεσόγειο. Ήδη από την δεκαετία του ’90, όταν η Ελλάδα επικύρωσε την Διεθνή Συμφωνία του Μοντέγκο Μπέι για το Δίκαιο της Θάλασσας, η Τουρκία απάντησε με casus belli στην περίπτωση που η Αθήνα θα επιχειρούσε να ασκήσει το δικαίωμα της επέκτασης των χωρικών της υδάτων στα 12 μίλια.
Έτσι φτάσαμε στο οξύμωρο σχήμα, η Ελλάδα να είναι η μόνη χώρα στον πλανήτη, που δεν έχει επεκτείνει τα θαλάσσια όρια της στα 12 μίλια, ενώ τα άλλα 148 κράτη, που βρέχονται από θάλασσα, το έχουν ήδη πράξει.
Την ώρα που η Τουρκία απειλεί με πόλεμο την Ελλάδα, αν επεκτείνει τα θαλάσσια σύνορά της, δεν αναγνωρίζει τα δέκα μίλια του εναέριου χώρου με το αιτιολογικό ότι δεν ταυτίζονται με αυτά της θάλασσας. Αξίζει να σημειωθεί ότι για δεκαετίες η Τουρκία δεν είχε εγείρει αμφισβητήσεις για την διαφορά εύρους των θαλασσίων και των εναερίων συνόρων.
Εφαρμόζει το Δίκαιο της Θάλασσας, που καθιερώθηκε το 1982, αλά καρτ μια και στο σύνολό του δεν το έχει αναγνωρίσει. Και την αμφισβήτηση αυτή την επισημοποιεί, με τις καθημερινές παραβιάσεις, που φτάνουν και στα όρια της πρόκλησης, μια και δεν περιορίζονται ανάμεσα στα 6-10 μίλια, αλλά περιλαμβάνουν και υπερπτήσεις πάνω από κατοικημένα ελληνικά νησιά.
Οι στρατιωτικές δραστηριότητες της Τουρκίας, δεν περιορίζονται στο Αιγαίο και την Α. Μεσόγειο, έχουν ήδη επεκταθεί σε Συρία, Ιράκ, Λιβύη και Ναγκόρνο Καταμπάχ. Η τακτική αυτή της Άγκυρας που παραβιάζει κατάφωρα τον καταστατικό χάρτη του ΟΗΕ και το Διεθνές Δίκαιο, περνά απαρατήρητη από το Συμβούλιο Ασφαλείας, το ΝΑΤΟ και την Ε.Ε.
Κάποιες φραστικές αποδοκιμασίες των πολεμικών επιχειρήσεων της Τουρκίας ουδέν αποδίδουν, μια και ο στόχος Ερντογάν που δεν τον κρύβει άλλωστε, είναι να ανασυστήσει την Οθωμανική Αυτοκρατορία.
Ο ανεκδιήγητος γ.γ. του ΝΑΤΟ δηλώνει αναρμόδιος, όταν ένα μέλος της Βορειοατλαντικής Συμμαχίας απειλεί με πόλεμο ένα άλλο μέλος. Συμμαχία για γέλια και για κλάματα. Από την άλλη πλευρά η Ε.Ε. παίζει το παιχνίδι των καθυστερήσεων στη λήψη κυρώσεων, σε βάρος της Τουρκίας.
Στην Κύπρο που υπάρχουν ήδη οριοθετημένες θαλάσσιες ζώνες με όμορες χώρες, όπως είναι αυτές με Αίγυπτο και Ισραήλ, τις οποίες γράφει στα παλαιότερα των υποδημάτων της η Τουρκία, στέλνοντας στις περιοχές αυτές τα γεωτρύπανα της. Οι αντιδράσεις της Ε.Ε. είναι της τάξεως κυρώσεων σε πρόσωπα, που εμπλέκονται σε αυτές που εμπλέκονται σε αυτές, και όχι στην κρατική οντότητα που τις διαπράττει.
Η εικόνα του κράτους ταραξία, δεν είναι πρωτόγνωρο ιστορικό γεγονός. Την είδαμε και στην διάρκεια του Μεσοπολέμου, όταν η ναζιστική Γερμανία επιχείρησε να καταργήσει την Συμφωνία των Βερσαλλιών. Ανάλογη συμπεριφορά έχει τώρα στην περιοχή μας ο Ερντογάν, που δηλώνει επισήμως ότι επιδιώκει την αναθεώρηση της Συνθήκης της Λωζάννης.
Το ερώτημα που τίθεται είναι πως η Ελλάδα μπορεί να αντιμετωπίσει αυτή την άκρως επιθετική συμπεριφορά της Τουρκίας. Ας μην γελιόμαστε με την πρόσκαιρη αναδίπλωση της Άγκυρας μετά την ήττα Τραμπ και την επικείμενη έξοδο της Μέρκελ από την πολιτική σκηνή.
Ο Ερντογάν καιροφυλακτεί και περιμένει στη γωνία το παραμικρό στραβοπάτημα της Αθήνας. Ας μην ξεχνάμε τι έγινε στην Κύπρο την περίοδο της χούντας. Το καθεστώς της 21ης Απριλίου συμφώνησε λίγους μήνες μετά το πραξικόπημα με την Άγκυρα, να αποσύρει την ελληνική μεραρχία από την Μεγαλόνησο.
Το 1974 η χούντα οργάνωσε το πραξικόπημα εναντίον του Μακαρίου, ανοίγοντας έτσι την κεκρόπορτα της εισβολής των Τούρκων στην άοπλη ουσιαστικά Μεγαλόνησο.
Ανάλογη είναι και τώρα η τακτική της Άγκυρας με τα νησιά του Α. Αιγαίου των οποίων ζητάει επίμονα την αποστρατιωτικοποίηση. Τα θέλει άοπλα βορά στις ορέξεις της. Το δείχνει άλλωστε με τους χάρτες της γαλάζιας πατρίδας, που ήδη έχει παρουσιάσει, χωρίς κάποιος από την διεθνή κοινότητα να αντιδράσει σε αυτές τις επεκτατικές δραστηριότητες.
Συμπέρασμα, καλές και χρήσιμες είναι οι κινήσεις της Αθήνας στη διπλωματική σκακιέρα. Χρειάζεται όμως και ένοπλη επαγρύπνηση, που σημαίνει εξοπλιστικό πρόγραμμα με έξυπνες και όχι πολυδάπανες αγορές, που θα ενισχύσουν σημαντικά την αποτρεπτική ισχύ της χώρας.
Γιατί οι πραγματικότητες, που επικαλείται η Άγκυρα σε Κύπρο, Αιγαίο και Α. Μεσόγειο μεταφράζονται δυστυχώς στο Δίκαιο του Ισχυρού. Και οι κατακτητικοί στόχοι δεν αποτρέπονται με δηλώσεις αποδοκιμασίας, ούτε με ψηφίσματα. Αποτρέπονται με ισχυρές δυνάμεις αποτροπής. Ας το καταλάβουν επιτέλους κυβέρνηση και κάθε μορφής και λογής αντιπολίτευση…