Πλανώνται πλάνην οικτράν όσοι πιστεύουν ότι το ισλαμ μπορεί να ενσωματωθεί και να συμβιώσει με δυτικές και ελληνορωμαϊκές αξίες
Του Αθαν. Χ. Παπανδρόπουλου
Οι νέες βάρβαρες και θρασύδειλες ως συνήθως δολοφονίες στη Νίκαια της Γαλλίας, αποτελούν πρόσθετη κατάρριψη μιάς βολικής για κάποιους μυθοπλασίας.
Στη δεκαετία του 1970, στο Ιράν του Σάχη, υπήρχαν έστω και επιτηρούμενα ένα σοσιαλδημοκρατικό κόμμα με επικεφαλής του τον Σαπούρ Μπαχτιάρ, ένα κομμουνιστικό κόμμα, το Τούντεχ, που ήταν και το παλαιότερο στον μουσουλμανικό κόσμο και ένα φιλελεύθερο.
Από τα κόμματα αυτά, το Τουντέχ, με επικεφαλήν του τότε τον Νορεντίν Κιανουρί, έπαιξε σημαντικό ρόλο στην ανατροπή του Σάχη και στην άνοδο στην εξουσία του αγιατολλάχ Χομεϊνί. Και βέβαια το πλήρωσε πολύ ακριβά. Όπως μας λέει ο Ιρανός καθηγητής πολιτικής ιστορίας Σαχεντ Παιβαντί, που σήμερα διδάσκει στο πανεπιστήμιο της γαλλικής πόλης Νανσύ , «…το Τουντέχ έκανε δραματικά λάθη στηρίζοντας τους θρησκευτικούς ηγέτες του αντιμοναρχικού κινήματος. Διότι τελικά όλα τα ηγετικά στελέχη του, στη συνέχεια, όταν οι μουλάδες πηλφαν την εξουσία, είτε φυλακίστηκαν είτε εκτελέστηκαν για “εσχάτη προδοσία”». Γιος Ιρανού στελέχους του κόμματος που βρήκε καταφύγιο στη Γαλλία του Φρανσουά Μιττεράν το 1984…», ο καθηγητής Σαχέντ Παϊβαντί, τονίζει επίσης ότι «…δεν υπάρχει μεγαλύτερη πολιτική ηλιθιότητα από αυτήν της συμμαχίας με ισλαμιστές και με σκοπό τη δημιουργία μιας άλλης πολιτικο-κοινωνικής τάξης. Το Ισλάμ δεν έχει κοινωνικά και οικονομικά κριτήρια.
Διέπεται από το μίσος του προς τη Δύση και προς κάθε έννοια που πηγάζει από τη δυτική φιλοσοφία. Θέλει να κυριαρχεί σε κοινωνίες υποταγής και όλα τα άλλα είναι παραμύθια. Στο Ιράν, οι πολιτικές δυνάμεις που στήριζαν τον αντιμοναρχικό αγώνα κυριολεκτικά εξοντώθηκαν… Γι’ αυτό είναι πολύ δύσκολη στη χώρα η οποιαδήποτε πολιτική αλλαγή…. Ας το έχουν υπόψη τους όλοι όσοι σήμερα τείνουν να δικαιολογούν με δυτικά κριτήρια τα εγκλήματα των ισλαμιστών….».
«…Ανέκαθεν η αριστερά», έγραψε στα «ΝΕΑ» η συγγραφέας Σώτη Τριανταφύλλου, που σήμερα ζει στο Παρισι,έδειχνε μια περίεργη για άθεους ανοχή απέναντι στο ισλαμ και το φονταμενταλισμό του»Προφανώς δε αυτό συμβαίνει γιατί κάποιοι θεωρούν ότι τασσόμενοι υπέρ της βίας και της καταστροφής θα καταπολεμήσουν τον καπιταλισμό. Τόσο τους κόβει.
«…Το να ερμηνεύουμε την εγκληματικότητα είναι θεμιτό· το να αρνούμαστε να την καταπολεμήσουμε δεν είναι. Από το 1968, στον ευρωατλαντικό κόσμο δημιουργήθηκε μια καινούργια κουλτούρα που ανέδειξε ως θύμα τον εγκληματία απονομιμοποιώντας την ιδέα της καταστολής. Οι ιδέες του Μαΐου του 1968 κατασκεύασαν την πολιτική ορθότητα για την οποία γίνεται τόσος λόγος και σύμφωνα με την οποία η ευταξία και η ασφάλεια είναι ειδικότητα και πεδίο της δεξιάς – με τα σημερινά δεδομένα, της «άκρας» δεξιάς. Βάζω εισαγωγικά για να τονίσω το πώς τα ζητήματα της ασφάλειας – εθνικής, κοινωνικής, ατομικής – δεν αποδίδονται μόνο στη δεξιά αλλά συμβάλλουν στην τοποθέτηση ατόμων και ομάδων σε μια φαντασιωτική ακροδεξιά προκειμένου να δολοφονηθούν χαρακτήρες…
Η αριστερά, με τη διεθνιστική παραμυθία ως προς το εξωτερικό, και με τη γενικότερη παραμυθία της ελευθερίας ως αντίποδα της ασφάλειας, υπονομεύει την ακεραιότητα των πολιτών και την κοινωνική ειρήνη. Γνωστά όλα αυτά. Με την υποκρισία και τα ταπεινά της κίνητρα προπαγανδίζει ως άδικη και κατεδαφιστέα τη φιλελεύθερη δημοκρατία, ενώ επικροτεί και ενθαρρύνει την παραβατικότητα εξυμνώντας όσους ρυπαίνουν, κυριολεκτικά και μεταφορικά, το κοινωνικό σύστημα. Οι ήρωές της είναι τρομοκράτες, λήσταρχοι, κλέφτες, φονιάδες, φυλακόβιοι και παράνομοι κάθε λογής: όσο μεγαλύτερη είναι η απόσταση των ατόμων και των ομάδων από το «σύστημα», από τον νομικό πολιτισμό, τόσο μεγαλύτερο το θάμβος. Από την άλλη πλευρά, ο νόμος και οι επιπτώσεις της παραβίασής του καταγγέλλονται ως αυταρχισμός, ως στέρηση της ανθρώπινης ελευθερίας. Η έμμονη ιδέα της τοξικότητας του νόμου οδηγεί σε παραλογισμούς: για παράδειγμα, η «ταξικότητα» του Κώδικα Οδικής Κυκλοφορίας!!!
Πολλοί άνθρωποι, που δεν είναι εγγενώς συντηρητικοί (άθρησκοι, κάθε άλλο παρά πουριτανοί ή φοβικοί ως προς τις κοινωνικές και ατομικές αλλαγές) ανακαλύπτουν, με χαρακτηριστική καθυστέρηση, ότι η αριστερά έχει τροφοδοτήσει τον εξτρεμισμό κι ότι η στάση της έναντι της ασφάλειας, συνδυασμένη με τη μακρόχρονη πολιτική και πολιτιστική της εξουσία, έχει προκαλέσει τρομερή κοινωνική διάσπαση: η άρνησή της να εξασφαλίσει την ευταξία δεν περιορίζεται στα φαινόμενα τύπου Εξαρχείων και γενικευμένης ανομίας τύπου Μόριας, αλλά προχωρεί βαθύτερα στο αξιακό σύστημα – λόγου χάρη στην ιδεολογικοποιημένη πρόσληψη του Ισλάμ, της αριστερής τρομοκρατίας και της πολιτικής ανυπακοής.
Πιστεύω ότι τα αριστερά κόμματα έχουν φέρει σε αμηχανία και μοναξιά πολλούς αριστερούς πολίτες οι οποίοι δεν μπορούν να εκπροσωπηθούν ούτε από κουτσαβάκια και τραμπούκους, ούτε από αναρχοφασίστες που ποζάρουν σαν τα ατίθασα παιδιά της παράταξης. Η αλήθεια είναι ότι στην αριστερά, περισσότερο από όσο σε άλλες παρατάξεις, επικρατεί ομερτά: τα εν οίκω μη εν δήμω. Ωστόσο, είναι προφανές ότι τα παράπονα επί του ζητήματος της τάξης και της ασφάλειας συσσωρεύονται. Όπως και επί πολλών άλλων ζητημάτων: αποθέωση της μετριότητας, απαξίωση της εργασίας, ταυτοτική πολιτική που ευνοεί την κοινωνική (φυλετική, έμφυλη κτλ.) κατάτμηση, ρητορική μίσους κατά των πολιτικών αντιπάλων και ούτω καθεξής. Η πεφωτισμένη αριστερά είναι μειοψηφική και πολιορκείται από παντού: όλες οι άλλες εκδοχές της – από τις ριζοσπαστικές φεμινίστριες μέχρι τους ισλαμοφιλικούς και τους οικο-τρομοκράτες – την καταγγέλλουν για προδοσία, ενώ στην πραγματικότητα η προδοσία πρέπει να αναζητηθεί στη δική τους πλευρά.
Αν η πεφωτισμένη, έστω, αριστερά δεν τροποποιήσει τη στάση της ως προς την αντίληψη και την αντιμετώπιση της ασφάλειας, αργά ή γρήγορα όλο και περισσότεροι άνθρωποι θα απομακρυνθούν από τα δόγματα και την κουραστική ηθικολογία της. Σήμερα, ο χώρος των αριστερών ιδεών είναι άγονος- η ιδεολογική διαμάχη ακούγεται σαν θόρυβος, σαν ένα ενοχλητικά μονότονο γάβγισμα. Παραλλήλως, είναι τέτοιο το αριστερό bullying, ώστε, περιέργως, να χρειάζεται «θάρρος» για να καταγγείλει κανείς την αριστερή πολιτική· μια ιδιότητα που φαίνεται πως λείπει από τη δεξιά. Έτσι, σε ό,τι αφορά την Ελλάδα (και τη Γαλλία), η δεξιά, η κεντροδεξιά και το κέντρο εφαρμόζουν, από αδράνεια και φόβο, την αριστεροσύνη στα ζητήματα του νόμου και της τάξης – όπως και σε άλλα ζητήματα φυσικά….».
Υπό αυτή την έννοια, μας είναι λίγο δύσκολο να καταλάβουμε, ποιες προοπτικές προόδου έχουν οι κοινωνίες, με πρότυπά τους τον Κουφοντίνα, τον Γιωτόπουλο και τους αδελφούς Ξηρούς. Μου είναι επίπονο να κατανοήσω γιατί θα πρέπει να δείχνω συμπάθεια προς θρασύδειλους δολοφόνους οι οποίοι σκοτώνουν αδιακρίτως αθώους επειδή πιστεύουν ότι είναι «άπιστοι».