Του Ηλία Καραβόλια
Τούτες τις ώρες – που ακόμη δεν ξέρουμε αν κορυφώθηκαν οι θάνατοι (σημ: υπεραυξημένοι στην Ελλάδα) αλλά και τα κρούσματα διεθνώς- οι ανακοινώσεις για τα εμβόλια αναδύουν την ενδόμυχη ελπίδα όλων ότι η ανθρωπότητα θα συνεχίσει να κινείται κανονικά μετά τους εμβολιασμούς, όποτε και αν γίνουν : θα ταξιδεύει, θα καταναλώνει, θα παράγει όπως πρώτα.
Δεν είναι απίθανο η συσσωρευμένη παθητικότητα και ο μεγάλος περιορισμός των μετακινήσεων να μετατραπούν σε έκρηξη τουρισμού και κατανάλωσης. Και εδώ στην Ελλάδα, το ψιθυρίζουμε πολύ απλά γιατί -μεταξύ μας- από αυτό ζούμε.
Τουρίστες προφανώς και θα έλθουν και ίσως να έλθουν πάρα πολλοί. Αλλά φρονώ ότι στην όποια προσδοκία μας αγνοούμε την ισχυρή επίδραση της καθυπόταξης, την βία της βιοπολιτικής που επιβλήθηκε με απότομο τρόπο σε εκατομμύρια ανθρώπους και που συνεχίζει να ιζηματοποιείται καθημερινά στην ατομική και συλλογική συμπεριφορά.
Πίσω από τα μέτρα της πανδημίας, πίσω από την τηλεργασία και την τηλεκπαίδευση, λειτουργεί εμφανώς μια μηχανική εξατομίκευσης και μια συστημική στόχευση ανάλωσης του Εαυτού μέσα στον χρόνο πλέον και όχι μέσα στον χώρο : το άτομο παντού στον πλανήτη θα εθιστεί να ξοδεύει χρόνο για να ”απολαμβάνει” τον κόσμο, την γνώση και την δημιουργία, εντός του νου του. Θα δουλεύει, θα ταξιδεύει, θα καταναλώνει περισσότερο εικονικά/ συμβολικά και λιγότερο με την φυσική του παρουσία.
Το δε social distancing μάλλον έχει ήδη εμφυτευθεί στην μηχανική μας συμπεριφορά. Παρά την ακόρεστη και έμφυτη δίψα του καθενός για επαφές, χειραψίες, αγκαλιές και κοινωνικότητα, ας μην ξεχνάμε την ρήση του Μπέκετ: ”Η συνήθεια είναι καλός σιγαστήρας”. Και αυτή η σιγή, αυτή η απόσταση απο τον Άλλο, η αποφυγή του πλήθους, η απομόνωση στον ιδιωτικό χώρο και βίο, είναι το ίδιο φονική συνήθεια όπως και η ελλιπής προστασία από τον ιό. Η θανατοπολιτική της στατιστικής και οι περιορισμοί που αναγκαστικά επιβάλλονται, δημιουργούν σίγουρα μια μετάλλαξη χαρακτήρων.
Μπορεί πχ. να μην φοβόμαστε στο να συνωστιζόμαστε, μετά το εμβόλιο, αλλά μάλλον θα κρατάμε, στην αρχή τουλάχιστον, αποστάσεις και όρια. Όρια ακόμη και στις συμπεριφορικές μας συνήθειες, στον λόγο, στις πράξεις μας, στις διακοπές μας. Και επειδή στην Ελλάδα αργούμε πάντα να κατανοήσουμε τις αλλαγές στην “παγκοσμιοποιημένη” συμπεριφορά, οφείλουν όσοι ασχολούνται ειδικά με τον τουρισμό να συνυπολογίσουν έναν νέο παράγοντα: οι διακοπές θα γίνουν για τους περισσότερους η ”απώθηση” του φόβου που εγκαταστάθηκε μέσα στις περιόδους της καραντίνας, της μάσκας, των περιορισμών.
Ακόμη όμως είναι νωρίς για να προβλέψουμε αν αυτή η απώθηση θα είναι πρωτεύουσα επιλογή. Και αν θα διαμορφώσει σαφείς συμπεριφορικές τάσεις, μεταλλάξεις στις συνήθειες, νέες επιλογές. ΄Άλλωστε είναι μάλλον σίγουρο ότι η πανδημία -για όσο διαρκέσει ακόμα- θα κρατά τον παγκόσμιο πληθυσμό σε κατάσταση ομηρίας και εξάρτησης από το διαδίκτυο. Και αυτή η εξάρτηση μας εθίζει σε ανέξοδα ”ταξίδια”, σε παραγωγή προσωπικών δεδομένων, σε κατανάλωση χρόνου, εικόνας, θεάματος, επικοινωνίας. Εθιζόμαστε με άλλα λόγια στην ανέξοδη ικανοποίηση του παρόντος. Οπότε και δεν είναι απίθανο να τιμολογούμε μηχανικά και ασυνείδητα, λόγω φυσικά και της καθίζησης εισοδημάτων, την κάθε μας ”επιθυμία”.
Και επειδή οι επιθυμίες θα είναι πλέον προϊόντα φόβου, εγκλεισμού, καραντίνας, περιορισμών, ελλοχεύει ο κίνδυνος να θεωρήσουμε σε επίπεδο συμπεριφορικής ανάλυσης, ότι όλοι θα θέλουν το ίδιο μετά την πανδημία. Εδώ πέφτουμε σε μια νοητική παγίδα αφού δεν στερήθηκαν όλοι μέσα στην πανδημία τα ίδια πράγματα, δεν ανέστειλλαν τις ίδιες δαπάνες. Οι ανισότητες διευρύνθηκαν δεν μειώθηκαν. Μπορεί πχ. να μην είναι εντελώς άστοχο να πούμε ότι μάλλον θα περιοριστεί η ικανοποίηση της ακριβής επιθυμίας απο τον μέσο καταναλωτή. Αλλά το οικονομικό σύστημα ζει από τις επιθυμητικές μηχανές αυτού ακριβώς του μέσου καταναλωτικού υποκειμένου. Και γι’ αυτό οι παίχτες στον τουρισμό, οι σχεδιαστές και οι παραγωγοί εμπορευμάτων, οι πάροχοι υπηρεσιών, πρέπει να ανταγωνιστούν μεταξύ άλλων και τους μηχανισμούς καθυπόταξης του φόβου (που θα επικρατεί άγνωστο μέχρι πότε).
Σε συνδυασμό με την εγγραφή των εξουσιαστικών ενστίκτων στο ατομικό και συλλογικό ασυνείδητο, ένα είναι σίγουρο: ο καταναλωτής, ο τουρίστας, και γενικά ο πελάτης της post-covid εποχής, ίσως να μην έχει ίδιες συνήθειες και ανάγκες όπως πριν. Αν οι δρώντες στην οικονομία πειραματιστούν να προσφέρουν προϊόν/υπηρεσία/εμπειρία, που θα απωθήσει τον συσσωρευμένο φόβο και τις αναστολές, τότε ίσως η ανάκαμψη να είναι πιο γρήγορη για τους περισσότερους.
Πάντως ο άνθρωπος μετά τον κορονοιό θα είναι σε κάθε περίπτωση ένας άλλος άνθρωπος. Δηλαδή ένας άλλος ταξιδιώτης, ένας αναζητητής μιας άλλης εμπειρίας. Όχι κατ’ ανάγκη σαν αυτή που έχασε με τον εγκλεισμό και τις αποστάσεις (της κοινωνικότητας δηλαδή). Ίσως όμως χρειαστεί χρόνος να απευλευθερώσει την έμφυτη ροπή του για επαφές, συναθροίσεις, μαζικές εμπειρίες. Μην ξεχνάμε ότι ο ιός της συνήθειας εύκολα μεταδίδεται από το σώμα στο μυαλό…