Των Αντώνη Ζαΐρη και Γιώργου Σταμάτη*
Πριν από την εμφάνιση της πανδημίας είχε προηγηθεί μία μακρά χρηματοπιστωτική κρίση που οδήγησε σε σημαντικές κοινωνικές ανακατατάξεις, εισοδηματικές ανισότητες και εξασθένιση μεγάλων τμημάτων του πληθυσμού. Σήμερα, πριν αρχίσουν καν να κλείνουν οι πληγές μας αρχίζουμε να αντιλαμβανόμαστε τη νέα δυσχερή οικονομική -και όχι μόνον- πραγματικότητα, καθώς προβλέπεται για το 2020 μείωση κατά 8% του παγκόσμιου ΑΕΠ. Για την Ελλάδα αντίστοιχα προβλέπεται μείωση του ΑΕΠ κατά 10,5%, μείωση των επενδύσεων κατά 14,3%. Το πρωτογενές δημοσιονομικό πλεόνασμα των 5 δισεκατομμυρίων του 2019 θα μετατραπεί σε έλλειμμα των 18 δισεκατομμυρίων το 2020 και το δημόσιο χρέος θα εκτιναχθεί στο 200% του ΑΕΠ, κάτι που συνιστά ανησυχητική εξέλιξη αν ληφθεί υπόψιν ότι όταν πρωτομπήκε η χώρα σε μνημόνια το χρέος ήταν στο 120% του ΑΕΠ. Επίσης, προβλέπεται αύξηση της ανεργίας αλλά και ταυτόχρονα η περιθωριοποίηση ενός σημαντικού τμήματος του πληθυσμού, πιθανώς κατακερματισμός της μεσαίας τάξης, αλλαγή της γεωγραφίας στο επιχειρηματικό χάρτη της χώρας και όλα αυτά σε ένα περιβάλλον γεωπολιτικής αβεβαιότητας και ανασφάλειας εξαιτίας των τεταμένων σχέσεων με την Τουρκία.
Σε διεθνές επίπεδο, ο τρόπος αντίδρασης στις μέχρι τώρα φάσεις εξέλιξης της πανδημίας διαφοροποιείται από χώρα σε χώρα. Στις ΗΠΑ η κεντρική τράπεζα αντέδρασε αποτελεσματικά, ακολουθώντας την κλασική κεϋνσιανή συνταγή τυπώνοντας χρήμα. Στις περισσότερες Ευρωπαϊκές χώρες από ένα σημείο και μετά έγινε αντιληπτή η ανάγκη για ένα διευρυμένο ρόλο του κράτους προκειμένου να ανταποκριθεί στις δύσκολες οικονομικές και κοινωνικές συνθήκες. Αλλά και οι κεντρικές τράπεζες σε όλον τον κόσμο έλαβαν πρωτοφανή μέτρα στήριξης της ρευστότητας και ελαχιστοποίηση των κεφαλαιακών τους απαιτήσεων με τα επιτόκια να συνεχίζουν να παραμένουν ιδιαιτέρως χαμηλά. Κανείς δεν πρέπει να λησμόνει ότι ο ακροδεξιός λαϊκισμός καραδοκεί σε αυτή την κρίσιμη καμπή της ιστορίας ανιχνεύοντας ευκαιρίες να επανεμφανιστεί δυναμικά.
Για αυτό, ιστορική ήταν η απόφασή του Απριλίου του 2020 της ευρωπαϊκής επιτροπής με την έγκριση πακέτων 540 δισεκατομμυρίων ευρώ για τη στήριξη των ευρωπαϊκών οικονομιών, όπως και η δημιουργία του ταμείου ανάκαμψης ύψους 390 δισεκατομμυρίων ευρώ σε μεταβιβαστικές πληρωμές και 460 δισεκατομμύρια σε δανειοδοτήσεις. Η Ελλάδα θα λάβει περίπου 70 δισεκατομμύρια, εκ των οποίων 38 δισεκατομμύρια από τον MFF (Multinational Financial Framework) και 32 δισεκατομμύρια από το NGEU (Next Generation EU).
Στόχος όλων αυτών των κονδυλίων είναι να επιτευχθεί ο παραγωγικός μετασχηματισμός των ευρωπαϊκών οικονομιών, να επιταχυνθεί η ψηφιοποίηση και να αναληφθούν δράσεις που αφορούν την εκπαίδευση των εργαζομένων και την ενσωμάτωσή τους στο νέο περιβάλλον που προδιαγράφεται.
Οι παρεμβάσεις
Οι δημοσιονομικές παρεμβάσεις ήταν δικαιολογημένα γενναιόδωρες μέσω προγραμμάτων δημοσιονομικής στήριξης και σταθερότητας που αντιστοιχούν μέχρι σήμερα στο 6% του ΑΕΠ, με τη μορφή επιστρεπτέας προκαταβολής, ρύθμισης οφειλών, φορολογικών απαλλαγών και επιδοματικής στήριξης ειδικών κλάδων, με στόχο να στηριχθούν τα εισοδήματα των νοικοκυριών και να εξασφαλιστεί κατά το δυνατόν η βιωσιμότητα των επιχειρήσεων. Τα δημοσιονομικά μέτρα και η ισχυρή πιστωτική επέκταση προς τις επιχειρήσεις οδήγησαν σε άμβλυνση των επιπτώσεων στην οικονομία, αλλά και στη συγκράτηση θέσεων απασχόλησης. Επίσης, η αναγκαστική λόγω lockdown μείωση της δαπάνης οδήγησε σε αύξηση των καταθέσεων ιδιωτών και επιχειρήσεων.
Εθνικό ζητούμενο και η μεγαλύτερη ίσως πρόκληση είναι η εξασφάλιση αφενός, δημοσιονομικής σταθερότητας και αφετέρου, βιωσιμότητας του χρέους, καθώς δεν πρέπει να αποκλείεται από τυχόν κακός χειρισμούς μια νέα κρίση χρέους λόγω υπερβολικής μεγέθυνσής του και μία νέα πληθωριστική αναζωπύρωση με το άνοιγμα της οικονομίας, με ό,τι αυτό βεβαίως συνεπάγεται για το εισόδημα των νοικοκυριών και τον δανεισμό των επιχειρήσεων.
Η επιστροφή της Ελληνικής οικονομίας στην κανονικότητα είναι συνάρτηση εξελίξεων τόσο υγειονομικών, όσο και οικονομικών παραμέτρων που σε μεγάλο βαθμό η πορεία αποτελεσματικής υλοποίησής τους εξαρτάται από τις αποφάσεις της κυβέρνησης. Για παράδειγμα, η αποτελεσματικότητα του εμβολιαστικού προγράμματος στην κοινότητα θα προσδιορίσει την ταχύτητα αυτής της επιστροφής, καθώς θα απελευθερώσει την ταξιδιωτική κινητικότητα και την εισροή τουριστικού ρεύματος στη χώρα, θα αναζωογονήσει την οικονομική δραστηριότητα και θα αναθερμάνει τη λειτουργία της πραγματικής οικονομίας, ώστε να ενεργοποιηθεί ο πυλώνας του εμπορίου που αποτελεί το 13% του Εθνικού πλούτου της χώρας. Ας σκεφτούμε ότι ενώ το 2019 οι λιανικές πωλήσεις έφτασαν τα 44 δισεκατομμύρια ευρώ, στα τέλη του 2020 οι απώλειες ανέρχονταν περίπου στα 15 δισεκατομμύρια!
Αξίζει να σημειωθεί ωστόσο ότι παρά τη γενικότερη επιδείνωση του οικονομικού κλίματος, οι αποδόσεις των ελληνικών χρεογράφων παραμένουν χαμηλές, πράγμα που αντανακλά την εμπιστοσύνη των ξένων επενδυτών και των αγορών που κρίνουν θετικά το “προφίλ” του ελληνικού χρέους με χαρακτηριστικά τη μικρά περίοδο αποπληρωμής και τα σταθερά επιτόκια.
Οι προκλήσεις, όμως, που προσδιαγράφονται για την επόμενη μέρα της οικονομίας μπορεί να αποτελέσουν ταυτόχρονα και παγίδες, ικανές να οδηγήσουν τη χώρα σε μακροχρόνια ύφεση και χρόνια στασιμότητα αν δεν ληφθούν άμεσα σοβαρές αποφάσεις οι οποίες αφορούν:
Πρώτον, την ολοκλήρωση των αναγκαίων μεταρρυθμίσεων στη δημόσια διοίκηση, με πρώτη από όλες την εφαρμογή συστημάτων αξιολόγησης προσωπικού, την κατάργηση θέσεων που πλεονάζουν, την άρση των προνομίων και την αποτίμηση της γραφειοκρατικής διαδικασίας σε όρους κόστους που επιβαρύνει το σύνολο των φορολογούμενων. Στο αυριανό περιβάλλον αβεβαιότητας με νέους όρους και συνθήκες εξ αποστάσεως εργασίας, η αξιολογική διαδικασία είναι το “κλειδί” της παραγωγικότητας στο Δημόσιο. Επιτάχυνση επίσης των μεταρρυθμίσεων στη δικαιοσύνη (με βάση τα τελευταία στοιχεία του Doing Business η αναμονή πρωτόδικης απόφασης υπολογίζεται στα τρία χρόνια), στην παιδεία, στην υγεία, στην ψηφιακή οικονομία, στις αγορές προϊόντων και υπηρεσιών και σε οτιδήποτε συνιστά αντικίνητρο για επενδύσεις.
Δεύτερον, την άμεση υιοθέτηση δημόσιων πολιτικών για την αντιμετώπιση των φαινομένων υπερχρέωσης του δημόσιου τομέα και των επιχειρήσεων, των διευρυμένων οικονομικών ανισοτήτων όσο και της ανεργίας. Όπως σε κάθε κρίση, έτσι και σε αυτήν υπήρξαν οι κλάδοι οι οποίοι ευνοήθηκαν, όπως τρόφιμα, φαρμακοβιομηχανία, βιομηχανία ειδών προσωπικής υγιεινής. Υπάρχουν όμως και οι άλλοι οι οποίοι επλήγησαν σοβαρά, η επαναφορά των οποίων σε ενάρετο κύκλο θα είναι εξαιρετικά επίπονη και δύσκολη και κάποιες φορές ίσως και μη αναστρέψιμη διαδικασία, όπως η εστίαση, η διασκέδαση και ψυχαγωγία, τα ξενοδοχεία και άλλα.
Τρίτον, την επίλυση του τεράστιου προβλήματος των μη εξυπηρετούμενων δανείων που λόγω της πανδημίας θα υπερβούν τα σημερινό ύψος των 90 δισεκατομμυρίων ευρώ. Πρέπει με τη συνδρομή και των τραπεζών να κατατεθούν συγκεκριμένες προτάσεις ώστε να αποφευχθούν δυσάρεστα φαινόμενα περαιτέρω φτωχοποίησης των αδύναμων κοινωνικών στρωμάτων. Καμία προφανώς φιλόδοξη οικονομική πολιτική δεν μπορεί να θεμελιωθεί στα ερείπια ενός διαρρηγμένου κοινωνικού ιστού.
Τέταρτον, την ταχεία αποκατάσταση της δημοσιονομικής ισορροπίας με την αξιοποίηση των προαναφερθέντων 32 δισεκατομμυρίων ευρώ (εκ των οποίων τα 19 δισεκατομμύρια αφορούν επιχορηγήσεις και τα υπόλοιπα 13 δισεκατομμύρια δάνεια με ευνοϊκούς όρους δανεισμού), προκειμένου να αποφευχθεί μία νέα δημοσιονομική εκτροπή.
Το διάστημα 2021 έως 2026 είναι περίοδος ευκαιρία ή παγίδας, ανάλογα με την έγκαιρη και εύστοχη αξιοποίησή τους. Το 2021 θα αντληθούν: 2,6 δισεκατομμύρια επιχορηγήσεων από το Ταμείο Ανάκαμψης, 12 δισεκατομμύρια από την REACT-EU1 και 1,3 δισεκατομμύρια με τη μορφή δανείων. Τα αποτελέσματα αυτά μπορεί να είναι άμεσα για τις επενδύσεις και οι πολλαπλασιαστές να λειτουργήσουν ευεργετικά για το σύνολο της οικονομίας. Η άμεση απορρόφηση των κονδυλίων με βάση την εισηγητική έκθεση του προϋπολογισμού μπορεί να συμβάλει στην αύξηση των επενδύσεων κατά 23,2% για το 2021 αλλά και των εξαγωγών, που παρά την ενίσχυση τους έρχονται αντιμέτωπες με αντίστοιχη αύξηση των εισαγωγών.
Πέμπτον, την υγιή οριοθέτηση ενός νέου παραγωγικού και αναπτυξιακού μοντέλου σε αντικατάσταση του σημερινού αναχρονιστικού ξεπερασμένου και εσωστρεφούς καταναλωτικού προτύπου, αλλά και κάθε νοοτροπία κεντρικά σχεδιασμένης πολιτικής που δημιουργεί κρατικοδίαιτες επιχειρήσεις και η οποία θα πρέπει να παραμεριστεί.
Το νέο πρότυπο θα πρέπει να βασίζεται στην εξωστρέφεια, στην ανταγωνιστικότητα προϊόντων και υπηρεσιών, στην υψηλή παραγωγικότητα και προστιθέμενη αξία. Οι επιταχυντές αυτής της νέου τύπου ανάπτυξης θα είναι διεθνώς εμπορεύσιμα προϊόντα με επιλογές κλάδων από τον αγροδιατροφικό τομέα “premium” καταναλωτικά προϊόντα τοπικής προέλευσης, προϊόντα και υπηρεσίες προηγμένης τεχνολογικής καινοτομίας και διαφοροποίησης με ισχυρό ψηφιακό αποτύπωμα ικανά να μετρηθούν με άλλα αντίστοιχα ανταγωνιστικά τους στις ξένες αγορές. Μόνο αυτή η διέξοδος θα ανοίξει νέες αγορές θα γεννήσει θέσεις εργασίας θα προκαλέσει ευκαιρίες για “smart business” (έξυπνη επιχείρηση), θα αυξήσει τα εισοδήματα και θα προσφέρει πλούτο στην οικονομία και ευημερία στην κοινωνία.
Μεγάλη ευκαιρία, όπως αναφέρει σε έρευνα του το οικονομικό επιμελητήριο Ελλάδος, είναι οι πυλώνες μετασχηματισμού της ευρωπαϊκής βιομηχανίας που θα στηρίξουν τον παραγωγικό ιστό της οικονομίας, και κυρίως οι μικρές και μεσαίες επιχειρήσεις κάνοντας την παραγωγική δομή της βιώσιμη και ανταγωνιστική είναι οι εξής:
α. Η ψηφιακή μετάβαση που δίνει στη βιομηχανία και στις μικρομεσαίες επιχειρήσεις τη δυνατότητα να ανταποκρίνονται έγκαιρα στις αλλαγές και παρέχει στους εργαζόμενους στις νέες δεξιότητες.
β. Η ανταγωνιστικότητα στην παγκόσμια σκηνή με μοχλό την ενιαία αγορά της που μπορεί να καθιερώσει παγκόσμια πρότυπα.
γ. Η “πράσινη” μετάβαση και νέα ενεργειακή στρατηγική, δεδομένου ότι η ευρωπαϊκή “πράσινη” συμφωνία αποτελεί τη νέα αναπτυξιακή στρατηγική της Ευρώπης.
Λόγω της ψηφιακής οικονομίας, αξιοσημείωτες μεταβολές θα συμβούν στην στάση και στις συμπεριφορές των ευρωπαίων καταναλωτών, καθώς ένα μεγάλο μέρος των εμπορικών συναλλαγών (που προβλέπεται να αγγίξει τα επόμενα χρόνια το 40%) θα γίνεται πλέον μέσω online συναλλαγών. Σύμφωνα με Μελέτη της Eurocommerce, στην Ευρώπη για το 2020 το ηλεκτρονικό εμπόριο αναμένεται να ξεπεράσει σε τζίρο τα 717 δισεκατομμύρια ευρώ.
Αν η Ελλάδα υιοθετήσει και ακολουθήσει τους τρεις παραπάνω πυλώνες του ευρωπαϊκού οικονομικού μετασχηματισμού, η συμμετοχή της βιομηχανίας του ΑΕΠ της χώρας θα αυξηθεί από 10% – 11% που είναι σήμερα στο 15% – 16% σε μία δεκαετία, συμβάλλοντας έτσι σε ένα πιο ισορροπημένο και ασφαλές παραγωγικό μοντέλο μειώνοντας την εξάρτηση της οικονομίας από λίγους μόνο κλάδους.
Οι διαδικτυακές αγορές στη μέχρι σήμερα περίοδο της πανδημίας στη χώρα μας γνώρισαν αύξηση 100% έως 500%, η δε εξοικείωση με το νέο ηλεκτρονικό περιβάλλον συνιστά για τις επιχειρήσεις παράγοντα αναγκαστικής προσαρμογής. Σε διαφορετική περίπτωση, σημαίνει παρακμή και εκτόπιση από το νέο επιχειρηματικό γίγνεσθαι.
Όσον αφορά τις online πωλήσεις για το 2021, αναμένεται να υπερβούν τα 12 δισεκατομμύρια ευρώ ενώ τα αντίστοιχα μεγέθη ήταν για το 2019 στα 7,5 δισεκατομμύρια και το 2020 προβλέπεται να ξεπεράσουν τα 10 δισεκατομμύρια ευρώ.
Ένα πολύ σημαντικό, επίσης, κεφάλαιο στη νέα εποχή αποτελεί και η τεχνητή νοημοσύνη που αναμένεται να φέρει βασικές αλλαγές, τόσο στο δημόσιο όσο και στον ιδιωτικό τομέα. Πρόκειται για στρατηγικής σημασίας τεχνολογία στο πλαίσιο της τέταρτης βιομηχανικής επανάστασης με στόχο τη βελτίωση της ανταγωνιστικότητας των επιχειρήσεων και την αναβάθμιση των προσφερόμενων υπηρεσιών. Η χώρα μας βρίσκεται στην 23η θέση στην κατάταξη του σχετικού δείκτη της ευρωπαϊκής Ένωσης (government AI Readiness index), με το 30% μόνο των επιχειρήσεων να αξιοποιεί εφαρμογές τεχνητής νοημοσύνης, έναντι 45% παγκοσμίως.
Σύμφωνα με έρευνα του ΣΕΒ, οι επιχειρήσεις που υιοθετούν λύσεις τεχνητής νοημοσύνης εμφανίζουν περιθώριο κέρδους έως 17% μεγαλύτερα του ανταγωνισμού. Οι επιχειρήσεις λιανικής πώλησης, επί παραδείγματι, είναι δυνατόν να επιτύχουν μείωση αποθεμάτων κατά 20%, μείωση του χρόνου αποθεματοποίησης κατά 30% και αυξήσεις online πωλήσεων κατά 30%, η βιομηχανία επίσης μπορεί να βελτιώσει την αποδοτικότητα της παραγωγής κατά 5% και την κερδοφορία κατά 13%, την εξοικονόμηση καυσίμου κατά 12% και τον χρόνο διάθεσης των προϊόντων στην αγορά κατά 10%.
Στον δε δημόσιο τομέα θα προκαλέσει επαναστατικές αλλαγές ως προς τη βελτίωση της ποιότητας υπηρεσιών και την οριστική απάλειψη χρονοβόρων εργασιών.
Εργαλείο το 5G
Η νέα τεχνολογία 5G συμπληρώνει τη βάση για ψηφιακό μετασχηματισμό της οικονομίας. Μεγαλύτερος όγκος δεδομένων στην κινητή τηλεφωνία, δυνατότητα για σταθερή ασύρματη πρόσβαση και υψηλής ταχύτητας νέες καινοτόμες εφαρμογές, ευρύ φάσμα υπηρεσιών στη βιομηχανία, στις μεταφορές, στην υγεία, στο λιανεμπόριο.
Δεν πρέπει να αγνοήσουμε και την κοινωνική διάσταση που έχει η τεχνολογία 5G, καθώς συμβάλλει στη μείωση των κοινωνικών ανισοτήτων, προσφέροντας τη δυνατότητα πρόσβασης για όλους με μειωμένο κόστος σε τομείς όπως η υγεία και η παιδεία.
Ένα νέο πρότυπο οικονομίας αρχίζει πλέον να ανατέλλει, φέρνοντας επαναστατικές αλλαγές στην οικονομική προσέγγιση ανατρέποντας οικονομικά μοντέλα αιώνων.
Δύο από τις σημαντικότερες πλευρές αυτού του νέου προτύπου είναι οι εξής:
1. Πηγές της υπεραξίας της προστιθέμενης αξίας στο παραγόμενο προϊόν δεν θεωρούνται πλέον η διαδικασία και η χρονική διάρκεια παραγωγής, ούτε και η συμμετοχή των συντελεστών παραγωγής, έστω και αν αυτοί λειτούργησαν με όρους αυξημένης παραγωγικότητας. Πηγή υπεραξίας στη νέα οικονομία είναι η αποτίμηση του δημιουργικού χρόνου απασχόλησης για τη σύλληψη μιας καινοτομίας, μιας διαφορετικής ιδέας που αφορά π.χ. τον σχεδιασμό ενός έξυπνου προϊόντος ή υπηρεσίας (επινόηση ενός αλγόριθμου, ενός νέου λογισμικού, μιας έξυπνης εφαρμογής κ.α.). Το άυλο στοιχείο, το ευφυές, το δημιουργικό παίρνει τώρα τη θέση της προστιθέμενης αξίας που αντανακλά στο κόστος του προϊόντος. Αυτό θα καθορίζει πλέον την ανταγωνιστικότητα του και όχι η παραγωγή του. Δηλαδή με τη χρήση αυτοματοποιημένων μεθόδων και της ρομποτικής, κάθε επαναλαμβανόμενη παραγωγή (εκτός της πρώτης φοράς) θα κοστίζει λιγότερο.
2. Η αξία μιας χρήσιμης πληροφορίας αξίζει πολύ περισσότερο αν αυτή η πληροφορία θα οδηγήσει στον σχεδιασμό π.χ. τεχνολογικού προϊόντος με ιδιαίτερα ανταγωνιστικά χαρακτηριστικά που το καθιστούν μοναδικό. Παλαιότερα, η πρόσβαση στην πληροφορία ήταν αγαθό που απευθυνόταν σε λίγους, σε πολιτικές και οικονομικές ελίτ, ενώ σήμερα περισσότεροι έχουν τη δυνατότητα πρόσβασης σε αυτήν.
Ωστόσο, το προνόμιο επεξεργασίας αυτής της πληροφορίας για άντληση χρήσιμων στοιχείων που θα βοηθήσουν στο σχεδιασμό ενός προϊόντος ή υπηρεσίας, ανήκει σε αυτούς που διαθέτουν εξειδικευμένη γνώση και προηγμένη τεχνοκρατική αντίληψη. Για αυτό είναι καθοριστικής σημασίας ο εκσυγχρονισμός της εκπαιδευτικής διαδικασίας και η συνεργασία μεταξύ των πανεπιστημίων και των καινοτόμων επιχειρήσεων νέας γενιάς.
Στην Ευρωπαϊκή Ένωση 16 χώρες υλοποιούν ήδη εθνικές στρατηγικές σχετικές με την ψηφιοποίηση και την τέταρτη βιομηχανική επανάσταση και πέντε βρίσκονται στο τελικό στάδιο σχεδιασμού της. Στην Ελλάδα η έλλειψη ικανού όγκου αξιοποιήσιμων δημόσιων πληροφοριών και η έλλειψη υπολογιστικής ισχύος μέσα στις επιχειρήσεις δημιουργούν προσκόμματα στη διαδικασία εφαρμογής μιας στρατηγικής.
Παρ’ όλα αυτά για πρώτη φορά στην ιστορία μας, καθώς μάλιστα φέτος γιορτάζουμε τα 200 χρόνια από την επανάσταση του 1821 που αποτέλεσε την αφορμή για τη δημιουργία του νεωτερικού κράτους της σύγχρονης Ελλάδας, έχουμε μία μοναδική ευκαιρία που θα ήταν κρίμα μεγάλο να μην την αρπάξουμε “από τα μαλλιά”:
Να αποτελέσουμε μέρος της ομάδας κρατών που πρωτοπορούν στη Νέα ψηφιακή οικονομία και το αναδυόμενο νέο μοντέλο που επάνω μαζωμένου πράσινων καπιταλισμό υπάρχουν ήδη τρεις σημαντικές θετικές ενδείξεις για αυτό
Πρώτον, η ενασχόληση πολύ μεγάλου αριθμού των Ελλήνων με μεγάλη επιτυχία και προοπτική σε αυτούς τους τομείς στο εξωτερικό.
Δεύτερον, ο διαφαινόμενος προσανατολισμός της ανώτερης και ανώτατης Παιδείας προς αυτή την κατεύθυνση.
Τρίτον, ο μικρός ακόμη αλλά σημαντικός σε αξία και προοπτική αριθμός σχετικών επενδύσεων που διαφαίνεται ότι δρομολογούνται στη χώρα μας!
Ας μην χάσουμε λοιπόν αυτή την ευκαιρία!
*αναπληρωτής αντιπρόεδρος ΣΕΛΠΕ, Επίκουρος καθηγητής στο πανεπιστήμιο Νεάπολης-Πάφος και σύμβουλος επιχειρήσεων, συγγραφέας
**πρώτη δημοσίευση: εφημερίδα, “Καθημερινή”