Ο «μονόδρομος» του εκπαιδευτικού λαϊκισμού… Του Βασίλη Κοντογιαννόπουλου

264

Του Βασίλη Κοντογιαννόπουλου

Σε όλες τις ευρωπαϊκές χώρες και τα προηγμένα εκπαιδευτικά συστήματα, μόνο το 30-35% του μαθητικού δυναμικού κατευθύνεται στη Γενική Εκπαίδευση και τα Πανεπιστήμια. Η πλειοψηφία επιλέγει την Τεχνική-Επαγγελματική Εκπαίδευση και Κατάρτιση. Στη χώρα μας συμβαίνει ακριβώς το αντίθετο. Το αποτέλεσμα είναι η συσσώρευση υποψηφίων στις πύλες των ΑΕΙ, η πληγή της ανεργίας των νέων και η έλλειψη ειδικοτήτων που έχει ανάγκη η οικονομία.

Ο μονόδρομος Γενική Εκπαίδευση – Πανεπιστήμιο ενισχύθηκε από τον εκπαιδευτικό λαϊκισμό της Αριστεράς. Κάθε εξεταστική διαδικασία καταγγέλθηκε σαν «φράγμα στη μόρφωση». Τόσο το ΠΑΣΟΚ το 1981, όσο και ο ΣΥΡΙΖΑ το 2015, ανέβηκαν στην εξουσία υποσχόμενοι «κατάργηση των Πανελλήνιων εξετάσεων και ελεύθερη είσοδο στα Πανεπιστήμια».

Οι μαθητές, από το Δημοτικό στο Γυμνάσιο και από το Γυμνάσιο στο Λύκειο φτάνουν προ των πυλών των ΑΕΙ, χωρίς ουσιαστική αξιολόγηση του επιπέδου των γνώσεων τους. Όλοι οι απόφοιτοι Λυκείου λογίζονται υποψήφιοι για την τριτοβάθμια εκπαίδευση. Η πίεση από τη συσσώρευση των υποψηφίων οδήγησε στη δημαγωγική συνεχή αύξηση των αριθμών των εισακτέων, αλλά και τη διασπορά «πανεπιστημιακών» σχολών σε κάθε πόλη και χωρίο. Προς όφελος των τοπικών οικονομιών, αλλά σε βάρος της ποιότητας της εκπαίδευσης και του συμφέροντος των σπουδαστών.

Απόφοιτοι και εισακτέοι σχεδόν εξισώθηκαν. Στους 90.000 αποφοίτους, αντιστοιχούν 78.000 θέσεις εισακτέων. Οι πανελλήνιες εξετάσεις κατανέμουν τους «επιτυχόντες» και στις 78.000 θέσεις. Επιτυχόντες θεωρούνται όλοι μέχρι να συμπληρωθεί ο αριθμός των εισακτέων. Αυτός είναι ο λόγος που με μονάδα ή και λευκή κόλλα μπορεί να εισαχθεί κάποιος σε πανεπιστημιακή σχολή. Ακόμη κι αν όλοι οι υποψήφιοι έπεφταν κάτω από τη βάση, πάλι θα είχαμε 78.000 «επιτυχόντες». Το πρόβλημα εν μέρει αντιμετωπίζεται με τη θέσπιση βάσεων. Απαιτείται ριζική αναμόρφωση του συστήματος πρόσβασης στα ΑΕΙ.

Η Αντιπολίτευση οδύρεται, γιατί, με τη θέσπιση μιας στοιχειώδους βάσης, κινδυνεύουν να μείνουν εκτός πανεπιστημίων 24.000 υποψήφιοι και να κλείσουν κάποιες περιφερειακές σχολές. Είναι ενδεχόμενο και τα δύο να συμβούν. Είναι επιτέλους ώρα να πούμε τα πράγματα με το όνομα τους. Ένας σημαντικός αριθμός φοιτητών δεν μπορεί να ανταποκριθεί στις απαιτήσεις των πανεπιστημιακών σπουδών. Είναι αυτοί που εγκαταλείπουν, κάποια στιγμή, τις σπουδές ή αποτελούν τη μάζα των «αιώνιων» φοιτητών. Όπως υπάρχουν και σχολές που δεν τις προτιμούν ούτε αυτοί στους οποίους κ. Γαβρόγλου επέτρεψε να εγγραφούν…χωρίς εξετάσεις. Γιατί ιδρύθηκαν με ρουσφετολογικά-πελατειακά κριτήρια. Οι νέοι αυτοί και οι γονείς τους δεν επένδυσαν στις σπουδές, αλλά στο «χαρτί». Το εύκολο πτυχίο που οι «συνδικαλιστικοί αγώνες», το «δημοκρατικό 5» ή και οι «αντιγραφές» επιτρέπουν την απόκτηση του. Τελικός προορισμός δεν είναι η αγορά εργασίας αλλά το Δημόσιο. Αυτή είναι η ελληνική εκδοχή του επαγγελματικού προσανατολισμού. Σε αυτούς, η Αριστερά απλώνει τις προστατευτικές της φτερούγες. Με τα ελεγχόμενα συνδικάτα του δημόσιου, απαιτεί «μαζικούς διορισμούς μόνιμων στο δημόσιο».

Ο εκπαιδευτικός λαϊκισμός της Αριστεράς έχει προκαλέσει ανυπολόγιστη ζημιά, όχι μόνο στην Παιδεία αλλά το Κράτος και την ίδια την Κοινωνία. Κυρίως όμως στα νέα παιδιά, καλλιεργώντας συστηματικά σύγχυση και αυταπάτες.