Ο νόμος εταιρικής διακυβέρνησης ως εργαλείο ανάπτυξης… Του Άλκη Γ. Μίρκου

229

Του Άλκη Γ. Μίρκου*

Στις 30 Δεκεμβρίου 2019, ο Κάρλος Γκοσν, άλλοτε κραταιός CEO και πρόεδρος της Nissan, απέδρασε από την Ιαπωνία κρυμμένος μέσα σε ένα κουτί μουσικών οργάνων. Η συγκλονιστική ιστορία του, μεταξύ πολλών άλλων παραμέτρων, αναδεικνύει και την αξία της εταιρικής διακυβέρνησης, καθώς μία από τις κατηγορίες κατά του Γκοσν είναι ότι απέκρυψε, ακόμη και ενδοεταιρικά, απολαβές της τάξεως των 80 εκατ. δολ. Δυστυχώς, και στην Ελλάδα τα τελευταία χρόνια η εμπιστοσύνη στην κεφαλαιαγορά έχει δεχθεί αντίστοιχο πλήγμα (Folli Follie). Σε αυτό το πλαίσιο, ο νόμος 4706/2020, ο οποίος ετέθη σε εφαρμογή στις 17 Ιουλίου 2021, αξίζει της ιδιαίτερης προσοχής μας.

Ο όρος «εταιρική διακυβέρνηση» έχει τις ρίζες του στην Αμερική της δεκαετίας του 1970, ενώ από τα τέλη του περασμένου αιώνα διεθνοποιήθηκε, με τους Financial Times να σημειώνουν ότι «Η δεκαετία του 1990 έχει υπάρξει η δεκαετία της εταιρικής διακυβέρνησης» (Cheffins, The history of corporate governance, σελ. 19). Η εταιρική διακυβέρνηση αφενός περιλαμβάνει τις μεθόδους και διαδικασίες σύμφωνα με τις οποίες ένας οργανισμός διοικείται και ελέγχεται, και αφετέρου επιμερίζει δικαιώματα και υποχρεώσεις μεταξύ των συμμετεχόντων στον οργανισμό (Δ.Σ., διευθυντές, μέτοχοι) αλλά και άλλων τρίτων ενδιαφερόμενων μερών (stakeholders). Έτσι, η εταιρική διακυβέρνηση έχει διάσταση ενδοεταιρική (διαφανής λειτουργία και λήψη αποφάσεων) αλλά και εξωεταιρική (επικοινωνία με τους μετόχους και προσέλκυση νέων επενδυτών). Πρόσφατα μάλιστα, ο ΟΟΣΑ εξέδωσε δύο εκθέσεις (Τhe future-of corporate governance in capital markets following the COVID-19 crisis και OECD Corporate Governance Factbook), όπου μεταξύ άλλων συμπεραίνεται ότι η πανδημία έχει αναδείξει δομικές εταιρικές αδυναμίες και η ενίσχυση αρχών και πλαισίων εταιρικής διακυβέρνησης θα είναι απαραίτητη τόσο για υφιστάμενες όσο και για νέες εταιρείες, οι οποίες θα επιδιώκουν την πρόσβασή τους σε αγορές κεφαλαίου. Ο νόμος συναρμόζεται με τον βασικό νόμο περί ανωνύμων εταιρειών (ν. 4548/2018), καθώς και με ένα πλέγμα σχετικών κανονιστικών ρυθμίσεων, και έχει εφαρμογή σε εταιρείες με εισηγμένες μετοχές ή άλλες κινητές αξίες σε ρυθμιζόμενη αγορά στην Ελλάδα. Στο επίκεντρο του ενδιαφέροντος τίθεται το Δ.Σ., για τη σύνθεση και λειτουργία του οποίου περιλαμβάνονται λεπτομερείς διατυπώσεις και το οποίο ορίζει και επιβλέπει την υλοποίηση του συστήματος εταιρικής διακυβέρνησης του νόμου. Ενδεικτικά, απαιτείται η ύπαρξη πολιτικής καταλληλότητας για τα μέλη του Δ.Σ. (μεταξύ των κριτηρίων είναι η επαρκής εκπροσώπηση ανά φύλο τουλάχιστον κατά 25% των μελών), τα ανεξάρτητα μη εκτελεστικά μέλη δεν δύναται να υπολείπονται του 1/3 του συνολικού αριθμού των μελών, ενώ το Δ.Σ. συνεπικουρείται από τρεις επιτροπές, την επιτροπή ελέγχου και δύο νέες επιτροπές, αποδοχών και υποψηφιοτήτων. Επίσης, η εταιρεία οφείλει να διαθέτει επικαιροποιημένο κανονισμό λειτουργίας, μονάδα εσωτερικού ελέγχου και κώδικα εταιρικής διακυβέρνησης, ο οποίος καταρτίζεται από φορέα εγνωσμένου κύρους, στον οποίο εκπροσωπούνται άμεσα ή έμμεσα οι φορείς της κεφαλαιαγοράς. Τέλος, ο νόμος θεσπίζει υποχρεώσεις για την ενημέρωση των επενδυτών, τη χρήση κεφαλαίων προερχομένων από αύξηση μετοχικού κεφαλαίου, καθώς και αυστηρές κυρώσεις που επιβάλλονται σε περίπτωση παραβάσεων, πλέον και κατά νομικών προσώπων.

Στη θεωρία έχουν ήδη εντοπιστεί στοιχεία προβληματισμού για τον νόμο, όπως το πιθανό αυξημένο κόστος συμμόρφωσης, η έμμεση δυνατότητα προς τον πρόεδρο να είναι εκτελεστικός και, ενδεχομένως, η μείωση της εταιρικής αποφασιστικής αυτονομίας. Εντούτοις, συνολικά ο νόμος έχει τύχει θερμής υποδοχής και αυτό είναι απολύτως εύλογο, καθώς περιέχει σημαντικές καινοτομίες και αναγκαίες διευκρινίσεις, λ.χ. για τον ρόλο των μη εκτελεστικών μελών. Κυρίως, ένα άρτια καταρτισμένο και εφαρμοσμένο σύστημα εταιρικής διακυβέρνησης δύναται να συνεισφέρει σε υψηλότερα επίπεδα διαφάνειας, καθώς και στην καλύτερη εταιρική λειτουργία, αύξηση των κερδών για τους μετόχους και προσέλκυση νέων επενδυτών.

Το ζητούμενο, λοιπόν, είναι οι εταιρείες, ιδανικά μάλιστα όχι μόνον οι εισηγμένες, να προβούν στην ουσιαστική εφαρμογή του νέου πλαισίου υπό την αποτελεσματική εποπτεία και καθοδήγηση των αρμόδιων αρχών. Ένα τέτοιο ανατροφοδοτούμενο δίπολο θα εκπέμψει ισχυρό μήνυμα εταιρικής λειτουργικής ανανέωσης και εκσυγχρονισμού τόσο στην κοινωνία όσο και στην αγορά.

*διδάκτωρ Νομικής, εταίρος Δικηγορικής Εταιρείας KBVL (Deloitte Legal Network), επισκέπτης ερευνητής Πανεπιστημίου Οξφόρδης (Κολέγιο Wolfson)