Του Πέτρου Βενέτη
Έχουν αγριέψει – και δικαίως – τα πράγματα με τις ξαπλώστρες στις παραλίες.
Από κακή διαχείριση των Δήμων και τη συνήθη λαιμαργία των εκμεταλλευτών, το πράμα οδηγείται στον αντίποδα, με τους πολίτες να θεωρούν ότι τους ζητάνε να πληρώσουν για να χρησιμοποιήσουν την παραλία, η οποία «τους ανήκει», όπως διατείνονται.
Το πράγμα δεν είναι ακριβώς έτσι, γιατί δεν παραχωρείται η παραλία, αλλά δίνεται η άδεια να προσφέρεται μια υπηρεσία (ομπρέλες και ξαπλώστρες), σε μέρος της παραλίας, το ίδιο που συμβαίνει με κοινόχρηστους χώρους και τα εστιατόρια.
Υπάρχουν αρκετοί άνθρωποι, οι οποίοι επιθυμούν αυτή την υπηρεσία και είναι διατεθειμένοι να πληρώσουν για αυτό.
Το θέμα είναι πως δεν επιτρέπεται να αγνοήσεις αυτούς, οι οποίοι δεν επιθυμούν αυτή την υπηρεσία, αλλά επιθυμούν να απολαύσουν την παραλία.
Είναι το κλασικό πρόβλημα στη Δημοκρατία, να συγκεριάσεις τα δικαιώματα και τις υποχρεώσεις του ενός με τους άλλους.
Η άδεια αυτή δίνεται ορθώς, μόνο για μέρος της παραλίας.
Από όσο έχω δει, ή είναι λίγος ο ελεύθερος χώρος, ο οποίος προβλέπεται, ή καταστρατηγείται βάναυσα ο σχετικός όρος της σύμβασης.
Πιστεύω πως ένα 50%, θα εξυπηρετούσε και τις δύο ομάδες.
Για να έχει κάποιο νόημα, όμως, θα πρέπει να υπάρχουν εμφανή όρια και να γίνεται τακτικός και αυστηρός έλεγχος, με σημαντικές κυρώσεις.
Στο θέμα της τιμής θα τα χαλάσουμε!
Είναι σωστό και θεμιτό οι Δήμοι να επιδιώκουν την μεγιστοποίηση των εσόδων τους, αλλά να μην ξεχνάνε ότι δουλειά τους είναι να εξυπηρετούνται οι πολίτες.
Δεν είναι τυχαίο το γεγονός, ότι το ύψος του αντιτίμου, εξαρτάται από την ζήτηση της κάθε παραλίας.
Αυτό σημαίνει, ότι ο κόσμος πληρώνει περισσότερο για τη παραλία παρά για την υπηρεσία.
Άρα, ο Δήμος κερδοσκοπεί εκμεταλλευόμενος την φύση, ένα κοινό αγαθό.
Οι Δήμοι «κάνουν το κορόιδο» με τη κατάσταση, σαν να μη τους αφορά το πρόβλημα.
Τους αφορά, όμως, γιατί όταν εισπράττουν ένα μεγάλο ποσό για κάθε θέση, αυτό θα πάει κατ’ ευθείαν στους λουόμενους, οι οποίοι καλούνται να διαλέξουν αν θα τσουρουφλιστούν απ’ τον ήλιο ή από το κόστος μιας ξαπλώστρας.
Παρ’ όλο που είμαι αντίθετος με κάθε μορφής στρεβλώσεις στην ελεύθερη οικονομία, μια λύση θα ήταν, οι διαγωνισμοί να γίνονται με όριο στο αντίτιμο.
Να πλειστηριάζονται, δηλαδή, τόσες θέσεις, σε ένα χώρο, με όριο στον τιμοκατάλογο, το οποίο να καλύπτει την υπηρεσία και το κέρδος του εκμεταλλευτή, αλλά και το νοίκι της φύσης, για το Δήμο.
Αλλιώς κάθε χρόνο μαζί με τις φωτιές, θα έχομε και τον ξαπλοστροπόλεμο στις παραλίες.