Του Δημήτρη Κουτσόπουλου*
Ισως δεν υπάρχει μεγαλύτερη αλήθεια από αυτό που έχει ειπωθεί, ότι οι αλλαγές τα επόμενα 20 χρόνια θα ισοδυναμούν με τις αλλαγές των τελευταίων 200 και ότι η επόμενη δεκαετία θα είναι η πιο σημαντική στην ιστορία της ανθρωπότητας. Η επιτάχυνση του ψηφιακού μετασχηματισμού που έφερε η πανδημία μάς αποκάλυψε ένα ραγδαία μεταβαλλόμενο τοπίο όχι μόνο στη λειτουργία του κράτους ή των επιχειρήσεων αλλά και στην ανθρώπινη διάσταση, την εργασιακή συμπεριφορά των ταλέντων και κυρίως στο τι ορίζεται ως τέτοιο, επανακαθορίζοντας έναν σημαντικό παράγοντα του «μέλλοντος της εργασίας».
Ενα από τα χαρακτηριστικά του μέλλοντος αυτού είναι ότι σε έναν κόσμο που διαρκώς μεταλλάσσεται δεν μπορούμε να ανταποκριθούμε και να ευδοκιμήσουμε ως oργανισμοί και επιχειρήσεις αν βασιζόμαστε σε στατικές γνώσεις και δεξιότητες (skills). Και αυτό γιατί οι δεξιότητες έχουν χάσει πλέον τη μακροχρόνια βιωσιμότητά τους – η ωφέλιμη διάρκεια ζωής τους είναι κατά μέσο όρο δύο-πέντε χρόνια για τις επιχειρησιακές δεξιότητες και μόλις ενάμισης χρόνος για τις πιο τεχνικές δεξιότητες. Μέχρι το 2025 φαίνεται ότι 50% των εργαζομένων θα χρειαστεί επανεκπαίδευση, καθώς η αυτοματοποίηση θα εξαφανίσει 85 εκατομμύρια θέσεις εργασίας παγκοσμίως. Ωστόσο, 97 εκατομμύρια νέοι ρόλοι θα κάνουν την εμφάνισή τους για να ανταποκριθούν στα νέα δεδομένα, με έναν στους δύο εργαζομένους να αναγνωρίζουν τη σημασία του Artificial Intelligence (ΑΙ) ως απαραίτητη δεξιότητα που θα χρειαστούν για το μέλλον τους. Αυτό δείχνει να προκαλεί ανησυχία στους CEOs παγκοσμίως, με 73% από αυτούς να θεωρούν σημαντικό σημείο διατάραξης την έλλειψη ικανοτήτων και ταλέντου στην αγορά εργασίας.
Θα θεωρούσε κάποιος λοιπόν ότι πρέπει οι οργανισμοί, περισσότερο από ποτέ, να επενδύσουν σε προγράμματα Upskilling και Reskilling. Ενδεικτικά, το 41% των στελεχών της φετινής παγκόσμιας έρευνας Human Capital Trends της Deloitte δήλωσε ότι η δημιουργία δυνατοτήτων εργατικού δυναμικού μέσω Upskilling, Reskilling και εσωτερικών μετακινήσεων είναι μία από τις σημαντικότερες οργανωσιακές δράσεις που αναλαμβάνουν για να μεταμορφώσουν την εργασία.
Ωστόσο, είναι ικανό το Reskilling να προετοιμάσει το ανθρώπινο δυναμικό για την επόμενη μέρα; Το Reskilling, αν και είναι πλέον απαραίτητο, δεν αποτελεί λύση για τη μακροπρόθεσμη και ανθεκτική ανάπτυξη των εργαζομένων και κατ’ επέκταση και των οργανισμών. Αν οι δεξιότητες δεν έχουν τη διάρκεια ζωής που επιθυμούμε και χρειάζονται διαρκή ανανέωση, τότε ακόμα πιο σημαντική από κάθε επιμέρους δεξιότητα αναδεικνύεται η βαθύτερη ικανότητα των ανθρώπων να αποκτούν, να εφαρμόζουν και να προσαρμόζουν τις εκάστοτε δεξιότητές τους στο περιβάλλον και τις ανάγκες που προκύπτουν. Να εξελίσσονται. Να προσαρμόζονται. Ως «ανθρώπινες ικανότητες» ορίζονται τα στοιχεία όπως η ανθεκτικότητα, η συναισθηματική και κοινωνική νοημοσύνη, η ενσυναίσθηση, η προσαρμοστικότητα, η κριτική σκέψη, η δημιουργικότητα και η συνεργατικότητα. Στοιχεία τα οποία έχουν μεγαλύτερη διάρκεια και εύρος εφαρμογής, ανεξαρτήτως συνθηκών και χρονισμού. Επενδύοντας σε αυτά τα χαρακτηριστικά, «χτίζεται» η ετοιμότητα του εργατικού δυναμικού απέναντι σε οποιαδήποτε μελλοντική διατάραξη, ενώ ενισχύεται παράλληλα η δυνατότητα των ανθρώπων να ανανεώνουν τις δεξιότητές τους κατευθυνόμενοι πλέον προς την υιοθέτηση ενός «thrive mindset».
*Ο κ. Δ. Κουτσόπουλος είναι CEO της Deloitte Ελλάδος.
Πηγή: ot.gr