Του Γιώργου Κατρούγκαλου*
«Ζητάτε τώρα εκλογές για να μη γίνετε τρίτο κόμμα» μας είπε ο κ. Μητσοτάκης στη Βουλή. Και το αφήγημα επαναλήφθηκε ad nauseaum από τα ίδια μέσα που με κάθε τρόπο και κάθε ευκαιρία εμφάνιζαν το αμέσως προηγούμενο διάστημα ως φαβορί στις εκλογές για την ηγεσία του ΚΙΝΑΛ εκείνον τον υποψήφιο που εκ των προτέρων απέκλειε το ενδεχόμενο προοδευτικής διακυβέρνησης. Αντίθετα, με ωριμότητα και ψυχραιμία ο ίδιος ο κ. Ανδρουλάκης, προς τιμήν του, δήλωσε στη συνάντησή του με τις οργανώσεις των μικρομεσαίων επιχειρήσεων ότι αντίστοιχα νούμερα κατέγραφε
το κόμμα του και το 2017 και η συνέχεια δεν ήταν η αναμενόμενη.
Η στρατηγική της Νέας Δημοκρατίας και των ΜΜΕ που διαπλέκονται μαζί της είναι απολύτως αναμενόμενη. Προσδιορίζεται από το κεντρικό πολιτικό δίλημμα το οποίο ανέδειξε η κίνηση του Αλέξη Τσίπρα να ζητήσει εκλογές: ποιος θα κυβερνά τη χώρα; Η Νέα Δημοκρατία ή μία νέα πολιτική συμμαχία των προοδευτικών – δημοκρατικών δυνάμεων; Αυτή την προοπτική σύγκλισης των δυνάμεων της δημοκρατικής αντιπολίτευσης φοβούνται και αυτήν επιδιώκουν να ματαιώσουν. «Εθνικό μέτωπο που σχηματίζεται μέσα από την καταψήφιση από τον ΣΥΡΙ7Α των αμυντικών δαπανών και την υπερψήφιση από το ΚΙΝΑΛ» φαντασιώθηκε άλλωστε ο κ. Μητσοτάκης στη συζήτηση για τον προϋπολογισμό.
Η ίδια όμως η συζήτηση αυτή ανέδειξε το χάσμα που χωρίζει την κυβέρνηση από τη δημοκρατική αντιπολίτευση, όχι μόνον στον τομέα της οικονομίας, αλλά και της δημοκρατίας και των δικαιωμάτων. (Για να μην αναφερθώ στον τομέα της πολιτικής ηθικής, που προσδιορίζει περισσότερο από κάθε τι άλλο τη νομιμοποίηση μιας κυβέρνησης. Ο χειρισμός της έκθεσης Λύτρα – Τσιόδρα εξέθεσε ανεπανόρθωτα τον Πρωθυπουργό). Σε αυτήν την αντικειμενική και αγεφύρωτη διαφορά πολιτικών έγκειται ο ρεαλισμός της εναλλακτικής προοπτικής διακυβέρνησης
που προβάλλει ο ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ.
Αυτή, άλλωστε, είναι η πάγια στρατηγική μας τόσο στην Ελλάδα όσο και στην Ευρώπη. Στην τελευταία σύνοδο κορυφής των Ευρωπαίων Σοσιαλιστών στην οποία συμμετείχε ο Αλέξης Τσίπρας, αποδέχθηκε την πρόσκληση του απερχόμενου Πορτογάλου πρωθυπουργού Κόστα να μεταβεί στη Λισαβόνα για να υποστηρίξει την προεκλογική του προσπάθεια για να έχει ξανά μια προοδευτική κυβέρνηση η χώρα του. Η συνεργασία των δυνάμεων της Αριστερός, της σοσιαλδημοκρατίας που έχει απορρίψει τον νεοφιλελευθερισμό και της οικολογίας αποτελεί μονόδρομο, τόσο για την ανατροπή των συσχετισμών στην Ευρωπαϊκή Ένωση όσο και για την προοδευτική διακυβέρνηση σε κάθε ένα από τα κράτη-μέλη.
Η εναλλακτική στην προοπτική αυτή είναι μία: η παραμονή της νεοφιλελεύθερης Δεξιάς και του κ. Μητσοτάκη στην εξουσία. Κάτι τέτοιο δεν το αντέχει η χώρα. Το πέμπτο κύμα της πανδημίας δεν πρέπει να μας βρει με μια κυβέρνηση που συνειδητά εξωραΐζει την κατάσταση, μπροστά στην αποτυχία της να υπερασπιστεί την ασφάλεια της κοινωνίας και στο μέτωπο της πανδημίας και στο μέτωπο της ακρίβειας. Συνεπώς, για εμάς τα πράγματα είναι πολύ καθαρά: ένας είναι ο πολιτικός μας αντίπαλος, η Δεξιά και ο κ. Μητσοτάκης. Δεν αντιλαμβανόμαστε απλώς και σεβόμαστε τις θεμιτές φιλοδοξίες του ΚΙΝΑΛ και κάθε άλλου κόμματος να ενισχυθεί και να βελτιώσει υπέρ του τον συσχετισμό των πολιτικών δυνάμεων. Τις έχουμε εντάξει στη συνολική πολιτική στρατηγική μας. Την απλή αναλογική δεν έχουμε προτείνει ως πάγιο εκλογικό σύστημα;
Όμως όλες οι δημοκρατικές δυνάμεις, πέραν από την επιδίωξη της ενίσχυσής τους, έχουν βαρεία πολιτική ευθύνη να απαντήσουν στο κεντρικό πολιτικό δίλημμα: ποιος θα κυβερνά τη χώρα; Το ερώτημα δεν αφορά μόνο τις κομματικές κορυφές αλλά και τους πολίτες, που θα πρέπει από τη βάση να εξασφαλίσουν το προοδευτικό και δημοκρατικό μέλλον της χώρας.
*καθηγητής Δημοσίου Δικαίου, τομεάρχης Εξωτερικών ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ