Η επιθετικότητα της Τουρκίας δεν είναι άμοιρη της διαλυτικής τακτικής του Ντόναλντ Τράμπ έναντι της διεθνούς φιλελεύθερης τάξης.
Του Αθαν. Χ. Παπανδρόπουλου
Ο δισεκατομμυριούχος επιχειρηματίας και πρόεδρος των ΗΠΑ Ντόναλντ Τράμπ μπορεί να πέρασε, όπως γράφει ο ίδιος, αμέτρητες ώρες διαβάζοντας τον Γερμανό ψυχολόγο Κάρλ Γιούνγκ, πλην όμως, ως φαίνεται, το μόνο που συγκράτησε από την ανάγνωση αυτή είναι ο κυνικός λαϊκισμός και οι συμπεριφορές που αυτός υπαγορεύει.
Έτσι, πίσω από το σύνθημα του «πρώτα η Αμερική», στην ουσία ο Τραμπ κατάφερε ένα πρώτο επίσημο και σοβαρό κτύπημα στη δυτική ενότητα και τις αρχές της. Γιατί; Μα διότι πολύ απλά δεν του πάνε οι αρχές αυτές.
Ο Ντόναλντ Τραμπ είναι παιδί του κυνικού και αδίστακτου χρηματοοικονομικού καπιταλισμού, όπου οι μεγάλες φιλοσοφικές αρχές της φιλελεύθερης αντίληψης, πάνε κατ’ ευθείαν στο καλάθι των αχρήστων. Διότι οι αρχές αυτές, πριν απ΄ όλα, θέλουν να αναβαθμίσουν τον άνθρωπο και να εξανθρωπίσουν την ελεύθερη δράση του. Ψιλά γράμματα αυτά όμως για έναν κυνηγό προσόδων και εύκολου κέρδους.
Υπό αυτή την έννοια, οι αυριανές εκλογές στις Η.Π.Α. είναι κάτι παραπάνω από κρίσιμες. Όπως γράφει και ο πρώην Υπουργός Εξωτερικών της Γερμανίας κ. Γιοσκα Φίσερ, «Πολλοί Αμερικανοί έχουν ψηφίσει και πολλοί ακόμη θα πάνε στις κάλπες γι’ αυτό που φαίνεται να είναι το πιο σημαντικό πολιτικό γεγονός αυτής της χρονιάς. Οι αμερικανικές προεδρικές εκλογές του 2020 είναι μια κρίσιμη στιγμή με κάθε έννοια της λέξης. Και δεν είναι μόνο για την αμερικανική δημοκρατία. Είναι και για τις διατλαντικές σχέσεις αλλά και το μέλλον της Δύσης»
Σε περίπτωση επανεκλογής του Ντόναλντ Τραμπ, έχει κάθε λόγο να αμφιβάλλει κανείς αν οι διατλαντικές σχέσεις θα επιβιώσουν αν η Δύση θα μείνει ενωμένη. Θα πρόκειται για μια πραγματική καταστροφή σε μια καταστροφική χρονιά. Όμως, αν ο αντίπαλος του Τραμπ και υποψήφιος των Δημοκρατικών Τζο Μπαιντεν καταφέρει να εκλεγεί πρόεδρος, ένα πρώτο σοβαρό ερώτημα είναι με τι θα μοιάζουν αυτές οι διατλαντικές σχέσεις στη μετά Τραμπ εποχή. Η επιστροφή στην προ Τραμπ εποχή δεν είναι αυτόματη επιλογή. Άλλαξαν πολλά και στις δύο πλευρές του Ατλαντικού τα τελευταία χρόνια.
Κατά τον Γ.Φισερ,για τις Ηνωμένες Πολιτείες δεν μπορεί να υπάρξει επιστροφή στο προηγούμενο καθεστώς, όταν η Ευρώπη απολάμβανε μια σχεδόν δωρεάν στρατιωτική ασφάλεια. Ο Τραμπ δεν ήταν ο μοναδικός αμερικανός πρόεδρος που διαμαρτυρόταν πως τα ευρωπαϊκά μέλη του NATO δεν συνέβαλλαν με το μερίδιο που έπρεπε στις αμυντικές δαπάνες. Αλλά και οι Ευρωπαίοι, από την πλευρά τους, δεν θα ξεχάσουν σύντομα το σοκ της προεδρίας Τραμπ. Έχουν πλέον καταλάβει πως θα πρέπει να κάνουν περισσότερα με τις δικές τους δυνάμεις τα χρόνια που έρχονται.
Ας μην μας διαφεύγει επίσης πως η «στροφή» των ΗΠΑ προς την Ασία (και η απομάκρυνση από την Ευρώπη), άρχισε κατά την προεδρία του Μπαράκ Ομπάμα, όχι του Τραμπ.Ο κινητήριος δε μοχλός δεν ήταν η ιδεολογία αλλά το αντικειμενικό συμφέρον των ΗΠΑ να παίζουν πρώτο ρόλο από τις Βρυξέλλες έως τον Ειρηνικό Ωκεανό. Πράγματι, οι ΗΠΑ άρχισαν να εστιάζουν στην Ασία ήδη από το τέλος του Ψυχρού Πολέμου και εστίασαν ακόμη περισσότερο από τότε που η Κίνα εντάχθηκε στον Παγκόσμιο Οργανισμό Εμπορίου και έγινε μια οικονομική, τεχνολογική και στρατιωτική δύναμη. Αυτές οι εξελίξεις μετέφεραν το γεωπολιτικό κέντρο της βαρύτητας από τον Ατλαντικό στον Ειρηνικό.
Αλλά και η Ευρώπη στράφηκε προς την Ασία, όπως μαρτυρά το γεγονός πως ενίσχυσε τους εμπορικούς δεσμούς με την Κίνα. Καθώς όμως η Ευρωπαϊκή Ένωση δεν είναι παγκόσμιος πολιτικός παίκτης, η αλλαγή αυτή δεν τράβηξε πολύ την προσοχή. Έπειτα, η Ευρώπη δεν είναι δύναμη στον Ειρηνικό Ωκεανό. Έτσι έπαιξε τον ρόλο της δυτικής «ουράς» στην Ευρασία.
Όλα αυτά ωστόσο θα αλλάξουν τα επόμενα χρόνια. Η Κίνα θα παραμείνει ένας μείζων στρατηγικός παίκτης. Κατά συνέπεια θα υπερισχύσει η αντιπαλότητα στις σινοαμερικανικές σχέσεις, η θα έχουμε μια άτυπη συμφωνία παγκόσμιας επικυριαρχίας των δύο πλευρών εις βάρος της ΕΕ?
Από την άλλη πλευρά, είναι σαφές πως η ευρωαμερικανική συνεργασία σε αναρίθμητες περιφερειακές συγκρούσεις θα πρέπει να ανανεωθεί. Αυτό όμως δεν είναι εύκολο για την Ευρώπη,στο μέτρο που παραμένει πολιτικός νάνος ανοίγοντας τις ορέξεις κάποιου κυρίου Ερδογκάν για ευρύτερη συμμετοχή στο γεωπολιτικό γίγνεσθαι. Ας μη γελιόμαστε,στον πόλεμο του Ισλάμ κατά της Δύσης, η Ευρώπη είναι ο αδύναμος κροίκος. Αυτό σημαίνει ότι το παιχνίδι χοντραίνει πολύ και γρήγορα.
Αν λοιπόν…χθές, η Ευρώπη δεν γίνει ένας ικανός παγκόσμιος παίκτης αναπτύσσοντας τις απαραίτητες πολιτικές και στρατιωτικές δυνάμεις, τις οποίες και θα πρέπει να εντάξει στο πλαίσιο του NATO,ακόμα και με τον Τζο Μπαιντεν στην αμερικανική προεδρία, η κατάσταση θα είναι κρίσιμη. Από πολλές πλευρές.