Του Γιάννη Πρετεντέρη
Αυτές τις μέρες συμπληρώνονται τρία χρόνια από τις ευρωεκλογές του 2019 και στη χώρα καταγράφεται ένα ασυνήθιστο φαινόμενο ή παράδοξο – όπως θέλει το χαρακτηρίζει ο καθένας…
Ποιο είναι αυτό; Οτι παρά την κυβερνητική τριετία και ό,τι περιελάμβανε σε κρίσεις και κλυδωνισμούς, οι βασικοί πολιτικοί συσχετισμοί διατηρούνται ουσιαστικά αμετάβλητοι.
Ολες οι δημοσκοπήσεις του τελευταίου διμήνου δίνουν ταυτόσημη εικόνα: ένα προβάδισμα 8-11 μονάδων της ΝΔ από τον ΣΥΡΙΖΑ. Με τη ΝΔ να κινείται στην εκλογική σφαίρα του 32-34% και με τον ΣΥΡΙΖΑ στο 23-25%.
Θυμίζω ότι στις ευρωεκλογές της 26ης Μαΐου 2019 το προβάδισμα της ΝΔ ήταν 9,42 μονάδες με τα δυο κόμματα να κινούνται στην ίδια περίπου εκλογική σφαίρα με σήμερα, 33,12% για τη ΝΔ και 23,75% για τον ΣΥΡΙΖΑ.
Να κρατήσουμε αυτήν την εικόνα.
Οχι μόνο για την πολιτική σταθερότητα που καταγράφει, κάτι αναμφισβήτητα θετικό σε μια αναπτυγμένη δημοκρατική κοινωνία.
Ούτε για την αδιατάρακτη σειρά των κομμάτων. Σε ένα σκηνικό αμετάβλητων πολιτικών συσχετισμών από το 2019, σχεδόν το μοναδικό νέο στοιχείο που έχει προκύψει είναι ένα ΠΑΣΟΚ στο 12-15%.
Αλλά και για έναν τρίτο λόγο.
Λίγες εβδομάδες μετά τις ευρωεκλογές, στις βουλευτικές εκλογές της 7ης Ιουλίου 2019, η διαφορά ΝΔ και ΣΥΡΙΖΑ ήταν 8,32 μονάδες και με τα δύο κόμματα να έχουν κερδίσει αντιστοίχως 6,73 και 7,78 μονάδες. Ετσι η ΝΔ έφτασε στο 39,85% και ο ΣΥΡΙΖΑ στο 31,53%.
Το έχουμε ξαναδεί. Η τελευταία φορά που έγιναν «διπλές εκλογές» ήταν το 2012 (Μάιος και Ιούνιος).
Τότε και με ένα μήνα ανάμεσα στις δυο κάλπες, η πρώτη ΝΔ κέρδισε 10,81 μονάδες και ο δεύτερος ΣΥΡΙΖΑ 10,11 μονάδες. Εύλογο. Η εξουσία δημιουργεί δυναμική και μεγέθυνσης και συσπείρωσης.
Ολα τα παραπάνω εξηγούν δυο πράγματα.
Πρώτον, για ποιο λόγο στο συνέδριο της ΝΔ ο Κυρ. Μητσοτάκης επιβεβαίωσε ή επέστρεψε στη στρατηγική που είχε ήδη ανακοινώσει, τον Σεπτέμβριο 2021 στη ΔΕΘ.
Με άλλα λόγια, «δύο γύροι» και επιδίωξη αυτοδυναμίας με την ενισχυμένη αναλογική της δεύτερης κάλπης. Παραμένει μια ρεαλιστική στρατηγική.
Δεύτερον, ότι επιστρέφοντας στη στρατηγική των «δυο γύρων» η ΝΔ αποδυναμώνει τη θέση της στις πρώτες εκλογές με κίνδυνο να υποθηκεύσει την προοπτική της στις δεύτερες.
Δεν θα είναι απλό πράγμα να λειτουργήσουν μηχανισμοί συσπείρωσης σε μια εκλογή με απλή αναλογική, χωρίς ορατό σχηματισμό κυβέρνησης και την οποία το μεγαλύτερο κόμμα έχει ήδη απαξιώσει λέγοντας ότι «η άλλη φορά θα είναι η καλή».
Κινδυνεύει η ΝΔ να χάσει; Με τα σημερινά δεδομένα όχι.
Αλλά αν η απο-συσπείρωση την οδηγήσει σε κάποιο απρόσμενα χαμηλό ποσοστό η συσπείρωση ενόψει του «δεύτερου γύρου» θα είναι δυσκολότερη.
Η ΝΔ άλλωστε θα έχει και ένα πρόσθετο πρόβλημα: την απουσία αντιπάλου. Πρέπει να τον κατασκευάσει για να κάνει τη δουλειά της.
Μικρή παρέκβαση για τη Γαλλία.
Ενόψει των βουλευτικών εκλογών του Ιουνίου συγκροτήθηκε ένας εκλογικός συνασπισμός της Αριστεράς (Ανυπότακτοι, Σοσιαλιστές, Οικολόγοι και Κομμουνιστές) υπό τον Ζαν-Πιερ Μελανσόν. Κάτι σαν την «προοδευτική διακυβέρνηση» που έλεγαν κι εδώ.
Ο συνασπισμός είναι όπως ο αρχηγός του: άρτζι, μπούρτζι και λουλάς. Μεταξύ άλλων προτείνει πολιτική ανυπακοή στην Ευρωπαϊκή Ενωση και άλλες ανοησίες!
Απλώς μπορεί να επιτρέψει στα κόμματα που τον συγκροτούν να εξασφαλίσουν μια παρουσία στη Βουλή.
Η συμφωνία πέρασε δια πυρός και σιδήρου από το Εθνικό Συμβούλιο των Σοσιαλιστών που είναι ό,τι πιο αντίθετο κυκλοφορεί στον Μελανσόν και τους Αγανακτισμένους του.
Την επομένη όμως της συνεδρίασης του Εθνικού Συμβουλίου ένα στέλεχος του κόμματος εξομολογιόταν ότι η συμφωνία υπερψηφίστηκε «μόνο και μόνο επειδή κανείς δεν φαντάζεται ότι ο Μελανσόν μπορεί να γινει πρωθυπουργός» («Le Monde», 7-8/5).
Αντιθέτως. Θα παίξει ενδεχομένως τον ρόλο του σκιάχτρου που θα βοηθήσει μια κοινοβουλευτική πλειοψηφία του Μακρόν. Εναν ρόλο που με ξεχωριστη επιτυχία έπαιξε ο Τζέρεμι Κόρμπιν στις τελευταίες βρετανικές εκλογές ως αρχηγός του Εργατικού Κόμματος.
Ολοι καταλαβαίνουν πως μετά τον Μελανσόν ή τον Κόρμπιν στην πρωθυπουργία το επόμενο στάδιο τυχοδιωκτισμού είναι ταξίδι στην Καραϊβική για να βρεθεί ο κρυμμένος θησαυρός του κουρσάρου Μαυρογένη.
Τηρουμένων των αναλογιών, αντίστοιχο πρόβλημα υπάρχει και στην Ελλάδα με τον Τσίπρα.
Είτε επειδή λίγοι τον φαντάζονται πρωθυπουργό, είτε επειδή αντικειμενικά δεν υπάρχουν πολλές πιθανότητες να συμβεί κάτι τέτοιο, σίγουρα δεν τρομάζει πια.
Και πάντως δεν αποτελεί το αντίπαλο δέος ή τον κίνδυνο που θα φέρει ενωμένο τον αστικό κόσμο στην κάλπη της ΝΔ, τουλάχιστον στον «πρώτο γύρο» της απλής αναλογικής.
Εκ των πραγμάτων λοιπόν ο «παράγοντας Τσίπρας» ευνοεί τον κίνδυνο απο-συσπείρωσης στη ΝΔ όσες προσπάθειες αν καταβάλει κι ο ίδιος. Ετσι ο Μητσοτάκης κινδυνεύει στον «πρώτο γυρο» να την πάθει όπως παρ’ ολίγον να την πάθει ο Μακρόν: να ηττηθεί από έλλειψη αντιπάλου.
Φυσικά οι αντίπαλοι υπάρχουν ή κατασκευάζονται. Και μπορούμε να υποθέσουμε ότι ελλείψει μιας πειστικής απειλής Τσίπρα, η ΝΔ δεν θα πάει στις κάλπες με τα χέρια στις τσέπες. Θα φροντίσει να ζωντανέψει έναν κίνδυνο ΣΥΡΙΖΑ.
Ηδη στο συνέδριό της η επίσημη ρητορική και του προέδρου αλλά και πολλών στελεχών ήταν η σύγκριση με μια υποθετική κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑΝΕΛ – ακόμη και με μεμονωμένα στελέχη της όπως ο Τσίπρας, ο Πολάκης, ο Βαρουφάκης, ο Κοτζιάς ή ο Καμμένος.
Δεν ξέρω πόσο πειστική ή φοβιστική είναι ακόμη η ανάμνησή τους.
Αλλά αν καταφέρουν έστω και έτσι να συνεισφέρουν στην αποτροπή ενός τυχοδιωκτικού ταξιδιού στην Καραϊβική, η συνεισφορά τους στην πολιτική σταθερότητα δεν θα είναι αμελητέα.