του Κώστα Σοφούλη *
Μόνον φρίκη προκαλεί η ηγεμονική ιδεολογία ενός ανθρώπου που πιστεύει ότι μπορεί να παραμένει στην εξουσία εξαπατώντας τους πάντες για τα πάντα…
Κοιτάζοντας με προσοχή τις λεπτομέρειες, μου εμπεδώνεται η ιδέα ότι όλες αυτές οι μαϊμουδιές του Τσίπρα πάλι είναι προσυνεννοημένες. Μου φαίνεται ότι έπεισε τους εταίρους και το ΔΝΤ σε πολιτικό επίπεδο να συμμετάσχουν σε μία συμπαιγνία που θα τού επιτρέψει να πουλήσει πάλι στο εσωτερικό την συμφωνία που οι βουλευτές του αλλιώς δεν μπορούν να πλασάρουν στους ψηφοφόρους τους.
Αντί λοιπόν για το περιεχόμενο, θα πλασάρουν την «παλληκαριά» και τον ανένδοτο αγώνα –ο οποίος, αφού δεν έχει αντικείμενο, απλώς σκηνοθετείται. Ο πραγματισμός των ηγεσιών του Κουαρτέτου προφανώς τις οδηγεί να δεχτούν μια τέτοια σκηνοθεσία εφόσον επιτυγχάνεται ο σκοπός, δηλαδή τους υπόσχεται ότι έτσι θα μπορέσει να περάσει τα μέτρα.
Όλο αυτό το σκηνικό, αντί για γέλιο μου προκαλεί απελπισία. Δείχνει την ουσία της θεμελιώδους παραδοχής για την λειτουργία της δημοκρατίας μας. Δείχνει, δηλαδή, ότι ο Τσίπρας πιστεύει ότι μόνον με το να ξεγελάει την κοινωνία μπορεί να πετύχει τους σκοπούς του, που προφανώς είναι να διατηρήσει την εξουσία. Την ίδια στιγμή δείχνει πως οι εταίροι μας συμφωνούν με αυτή την ποιότητα του κοινωνικού μας σώματος. Μας θεωρούν ανώριμους και ανόητους.
Η αγωνία μου είναι μήπως επιβεβαιωθεί αυτή η εκτίμηση της ποιότητας του κοινωνικού μας σώματος και επιβραβευθεί ο πρωτοφανής τυχοδιωκτισμός της μηδενιστικής αριστεράς. Δεν πείθουμε, αλλά κοροϊδεύουμε γιατί αυτό θέλει η κοινωνία.
Όλα αυτά απεικονίζουν μία ηγεμονική ιδεολογία που προκαλεί φρίκη. Και αν δεν είναι τόσο γενική η επικράτησή της, το γεγονός ότι μία ισχυρή πολιτική παράταξη επιδιώκει την μεγέθυνσή της αυτό μου προκαλεί φρίκη και αγωνία. Γιατί έχω μάθει πια να διακρίνω την δυναμική του εκφυλισμού του πολιτικού σώματος.
Μπορεί να φανεί άσχετο, αλλά όλα αυτά μου θυμίζουν ότι το 1961 συγκρούστηκα για πρώτη φορά με την «καθοδήγηση» της ΕΔΑ ως πρόεδρος των Εργαζομένων Φοιτητών επειδή είχα επιμείνει στο σύνθημα «πρώτος φοιτητής–πρώτος αγωνιστής» για να υποστηρίξω μία νεολαιΐστικη πολιτική αριστείας. Τότε μου αντέτειναν ότι ένα τέτοιο σύνθημα είναι ταξικό και ότι, αντίθετα, έπρεπε να επικεντρωθούμε σε αιτήματα που κάνουν πιο εύκολη την ζωή των φοιτητών και των μαθητών.
Σήμερα είμαι περισσότερο από βέβαιος ότι η θέση εκείνη ήταν η αρχή του κατήφορου προς τον λαϊκισμό του φοιτητικού κινήματος. Ήταν ο σπόρος που, με την δύναμη της προφάνειας, πολλαπλασιάστηκε. Η αμοιβάδα που κατέλαβε όλο τον ιδεολογικό χώρο της νεολαίας και όχι μόνον.
Κατ’ αναλογίαν, αν σήμερα η «σκηνοθετημένη εξαπάτηση» καθιερωθεί ως ηγεμονεύουσα πολιτική πρακτική, ο δρόμος μένει ανοιχτός για έναν χυδαίο οπορτουνισμό που βασίζεται στην παραδοχή ότι ο λαός είναι μάζα και σημασία έχει η μειοψηφία που κατέχει την «αλήθεια». Αυτήν που μπορεί να εξαπατά, αρκεί να πετύχει τους στόχους της.
*Καθηγητής στο Πανεπιστήμιο Αιγαίου