Του Γιάννη Πρετεντέρη
Η Ελλάδα συνορεύει με χώρες που κατά τα διεθνή πρότυπα θεωρούνται ασφαλείς. Ούτε στη Βουλγαρία ούτε στη Βόρεια Μακεδονία ούτε στην Αλβανία ούτε καν στην Τουρκία καταγράφονται εμφύλιες συγκρούσεις, εκτεταμένες εχθροπραξίες ή μαζικές διώξεις.
Δεν είναι ίσως οι πιο κυριλέ γείτονες του κόσμου, αλλά δεν είναι και η Κόλαση επί της γης.
Ως εκ τούτου, δεν υπάρχει κανείς προφανής λόγος να μαζεύονται στα σύνορά μας πρόσφυγες από τη Συρία, το Πακιστάν, το Αφγανιστάν ή το Σουδάν. Από χώρες δηλαδή με τις οποίες ούτε καν συνορεύουμε.
Αντιθέτως, υπάρχουν (υποθέτω) πολλοί άνθρωποι που επιχειρούν να μεταναστεύσουν στην Ελλάδα και στην Ευρώπη σε αναζήτηση καλύτερης ζωής.
Θεμιτή φιλοδοξία. Μόνο που η μετανάστευση δεν αποτελεί απροϋπόθετο δικαίωμα που ασκείται κατά τη βούληση του υποψήφιου μετανάστη, ούτε όποιος θέλει παίρνει το μπογαλάκι του και μπουκάρει.
Υπάρχουν διαδικασίες για όσους θέλουν να μεταναστεύσουν και οι χώρες υποδοχής θέτουν όρους και προϋποθέσεις για να τους υποδεχθούν.
Αν θέλουν, τους βάζουν μέσα. Αν δεν θέλουν, δεν τους βάζουν. Και αυτό ισχύει στον Εβρο, στο Αιγαίο, στη Θέουτα, στη Σικελία ή στο Λούμπλιν.
Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι η Ελλάδα έχει εμπλακεί την τελευταία δεκαετία σε ένα κρίσιμο γεωπολιτικό παιχνίδι το οποίο δεν ορίζει.
Αφενός δεν μπορεί να αφήσει τα σύνορά της αφύλαχτα και απροστάτευτα – αυτό θα αποτελούσε εκχώρηση εθνικής κυριαρχίας…
Αφετέρου ούτε είναι δυνατό να υποδεχθεί τον κάθε περαστικό – αυτό θα καθιστούσε κατάλυση της κοινωνικής συνοχής…
Εκ των πραγμάτων, λοιπόν, έχει εμπλακεί σε έναν συνοριακό κλεφτοπόλεμο που υποκινείται καταφανώς από τη γειτονική Τουρκία, αλλά και από κάθε λογής μεταναστευτικά λόμπι και συμφέροντα.
Υποθέτω ότι ακόμη κι ένας ανταποκριτής του «Spiegel» ή του Channel 4 έχει το κουκούτσι μυαλό που χρειάζεται για να καταλάβει ότι η χώρα μας δεν μετέχει σε καλλιστεία για να βγει «μις ΜΗΚΥΟ», αλλά δέχεται ευθεία αμφισβήτηση της κυριαρχίας της.
Και ότι το ζήτημα δεν είναι τα κοριτσάκια στον Εβρο, ούτε οι τουρκικές βάρκες με τα κινητά.
Είναι κάτι που ονομάζεται Ελληνική Δημοκρατία. Και το οποίο οι πολίτες αυτής της χώρας καλούνται να υπερασπιστούν απέναντι σε κάθε ανταποκριτή, σε κάθε ακτιβιστή και σε κάθε δουλέμπορο.
Αυτό είναι αυτονόητο. Τόσο αυτονόητο που προκαλεί απορία όταν μέρος του ελληνικού Τύπου και του πολιτικού συστήματος συντάσσεται προκλητικά με ένα εισαγόμενο εχθρικό αφήγημα.
Επτά βουλευτές της αξιωματικής αντιπολίτευσης έκαναν πρόσφατα ερώτηση αμφισβητώντας την κυβερνητική εκδοχή για ένα επεισόδιο με πρόσφυγες στον Εβρο και ανακυκλώνοντας τουρκικούς ισχυρισμούς.
Είναι η πρώτη φορά που συμβαίνει κάτι τέτοιο από το 1974.
Ποτέ άλλοτε, από καμία κυβέρνηση ή αντιπολίτευση, δεν αμφισβητήθηκε το εθνικό για να υπηρετηθεί μια βλακώδης κομματική σκοπιμότητα. Κανείς ηγέτης της Δεξιάς, του Κέντρου ή της Αριστεράς δεν το επέτρεψε ποτέ.
Ο λόγος είναι απλός. Ολόκληρη η πολιτική ηγεσία του τελευταίου μισού αιώνα ήξερε πως όταν καταργείς «τους νόμους των συνόρων», θέτεις ουσιαστικά σε αμφισβήτηση τα ίδια τα σύνορα.
Και κανείς δημοκρατικός πολιτικός έως τώρα, όπου κι αν ανήκε, ό,τι κι αν πίστευε, δεν έχει ποτέ διανοηθεί να αμφισβητήσει τα σύνορα της εθνικής επικράτειας.
Θάρρος
Η προεδρική θητεία του Προκόπη Παυλόπουλου δεν ολοκληρώθηκε ποτέ σε κλίμα ενθουσιασμού και πάνδημης αποδοχής. Απόδειξη ότι ουδείς περίμενε την ανανέωσή της. Ενδεχομένως ο ίδιος αισθάνθηκε την ανάγκη κάποιας καθυστερημένης αυτοκριτικής. Δήλωσε λοιπόν ότι «οι πολιτικοί ταγοί (…) δεν μπορούν να αρκούνται σε απλή διαχείριση της εξουσίας κατά την άσκηση των αρμοδιοτήτων τους, αλλά οφείλουν να αναδεικνύονται με θάρρος» (16/8). Σωστή παρατήρηση. Θυμάμαι το 2015, όταν η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑΝΕΛ έσερνε την Ελλάδα εκτός Ευρώπης με ένα διχαστικό αντισυνταγματικό δημοψήφισμα (για να θυμίσω τα πιο προφανή…), ο τότε Πρόεδρος Παυλόπουλος αρκέστηκε στις τυπικές αρμοδιότητές του. Δεν θυμάμαι το θάρρος.
Επιστροφή
Επέστρεψα από τις διακοπές βέβαιος ότι ο Μητσοτάκης και η κυβέρνησή του θα έχουν παραιτηθεί, αν δεν έχουν ήδη πέσει.
Και ότι η χώρα οδηγείται σε εκλογές.
Οπου μάλιστα η ΝΔ υπό τη σουρεαλιστική ηγεσία μιας νέας αρχηγού και διαφόρων παλαιών ρεταλίων ετοιμάζεται να συντριβεί από την ακαταμάχητη κοινοπραξία ΣΥΡΙΖΑ-ΠαΣοΚ.
Επέστρεψα λοιπόν έτοιμος για όσα δραματικά μάς περιμένουν. Αλλά τελικά πάλι τον Μητσοτάκη βρήκα μπροστά μου. Επεσα από τα σύννεφα.
Μη γελάτε. Τέτοια έγραφαν εδώ και μερικές εβδομάδες διάφοροι θυμωμένοι με την παλιοκατάσταση.
Ο τίτλος του μήνα διεκδικείται μάλιστα από την «Αυγή». «Βαρύ το κλίμα στην Ευρώπη για την κυβέρνηση Μητσοτάκη».
Δημοσιεύθηκε στις 10 Αυγούστου. Επειτα από (υποθέτω) ρεπορτάζ στις παραλίες και στους τόπους παραθερισμού των Ευρωπαίων, όπου εκτός από το κλίμα ήταν βαριές και οι ξαπλώστρες.
Κανένα πρόβλημα. Οπως έχουμε επανειλημμένα πει, ο Τύπος στην Ελλάδα είναι ευτυχώς ελεύθερος.
Πάμε στα σοβαρά. Αλλη μια θερινή αντεπίθεση της αντιπολίτευσης προσπαθεί να αλλάξει τα πολιτικά δεδομένα. Λογικό.
Αλλά δύσκολο. Οταν η κριτική ασκείται ακατάπαυστα με όρους τσιρίδας και υστερίας, δεν πείθει ούτε τη φορά που αποδεικνύεται βάσιμη.
Προφανώς η κυβέρνηση χρωστάει και μια διερεύνηση και μια εξήγηση για την ακατανόητη παρακολούθηση του Ανδρουλάκη. Υποθέτω ότι προτού περάσουμε στην προετοιμασία ενός δύσκολου και εκλογικού δεκαμήνου, η Βουλή και η Δικαιοσύνη θα κάνουν ενσυνείδητα τη δουλειά τους.
Με δεδομένο άλλωστε πως η δημοκρατία δεν απειλείται. Διαθέτει γερές βάσεις, έχει επιζήσει από σοβαρότερες δοκιμασίες και αν κινδύνευε, δεν θα αναθέταμε την υπεράσπισή της στους κλαπατσίμπαλους.
Το ερώτημα των επόμενων ημερών λοιπόν είναι αν η υπόθεση θα κλείσει εδώ ή αν κρύβει κάποια συνέχεια.
Θεωρητικά το δεύτερο θα με εξέπληττε. Ο Μητσοτάκης το πήρε επάνω του, πράγμα που υποδηλώνει ότι μάλλον έχει διαμορφώσει (έστω καθυστερημένα) μια σαφή εικόνα των πραγμάτων.
Αλλά φυσικά ποτέ δεν ξέρεις.
Πηγή: Έντυπη έκδοση Το Βήμα της Κυριακής, ot.gr