Οι βουλευτές φυτά και η κουτσή δημοκρατία… Του Στέλιου Κούλογλου

202

Του Στέλιου Κούλογλου*

Ζηλεύω τις χώρες όπου ο διάλογος διεξάγεται ελεύθερα και βουλευτές – ευρωβουλευτές μπορούν να ασκήσουν κριτική στην κυβέρνηση ή στο κόμμα τους. Τους back benchers (αυτούς που κάθονται στις πίσω θέσεις στο Κοινοβούλιο ή δεν έχουν κυβερνητικά αξιώματα) στη Μεγάλη Βρετανία. Που μπορεί να είναι ο Τζέρεμι Κόρμπιν ή κάποιος κατά του Κόρμπιν, όταν αυτός πήρε την ηγεσία του Εργατικού Κόμματος.

Την πολυφωνία στο γαλλικό Σοσιαλιστικό Κόμμα ακόμη και την εποχή του πανίσχυρου Μιτεράν, τους μαύρους βουλευτές στο Αμερικανικό Κογκρέσο με το δικό τους caucus (ομάδα) που έχουν διακριτή ατζέντα και τη διατυπώνουν χωρίς φόβο.

Ο όρος καθιερώθηκε στη Μεγάλη Βρετανία το 1855, δείγμα της ωριμότητας της κοινοβουλευτικής δημοκρατίας. Στην Ελλάδα με την πολύ μικρότερη δημοκρατική παράδοση, όχι μόνο δεν υπάρχει ανάλογη πρακτική – οι Βρετανοί back benchers να μπορούν παραδείγματος χάριν να απευθύνουν ερωτήσεις στον υπουργό τους ή να φτιάχνουν ομάδες πίεσης, συχνά διακομματικές – αλλά ακόμη και η έκφραση διαφορετικής άποψης θεωρείται αμάρτημα καθοσιώσεως.

Τα περισσότερα ΜΜΕ παίζουν επίσης αρνητικό ρόλο. Η έκφραση διαφορετικής άποψης φυσικά και αποτελεί είδηση, αλλά με την ακραία κομματικοποίηση μεγεθύνεται για να επιφέρει πλήγμα στο αντίπαλο κόμμα.

Πολλοί δημοσιογράφοι γράφουν ό,τι τους κατέβει στο κεφάλι, δεν ελέγχουν ούτε τα στοιχειώδη. Διάβασα προχθές, ακόμη και στα έγκυρα Νέα, πώς εξήγησαν όσα έγραψα ένα άρθρο στο tvxs που πολυσυζητήθηκε: «Μολονότι γενικώς υπερτιμημένος» (κανένα πρόβλημα μέχρις εδώ, σεβαστή η άποψη) «ο Κούλογλου ήταν στην απέξω εδώ και καιρό. Η πιθανότητα να έχει δεύτερη θητεία στο Ευρωκοινοβούλιο ήταν ανύπαρκτη». Μικρή λεπτομέρεια: είμαι ήδη στη δεύτερη θητεία.

Η εισβολή των social media παραμορφώνει τον πολιτικό διάλογο: για να ακουστείς στον όχλο των facebook και twitter, πρέπει να γράφεις υπερβολές ή βρισιές, συχνά με κεφαλαία γράμματα.

«Οι ιστότοποι κοινωνικής δικτύωσης, έδωσαν το δικαίωμα να μιλάνε σε λεγεώνες ηλιθίων, που άλλοτε δεν μίλαγαν παρά μόνο σε μπαρ», έλεγε ο διάσημος κοινωνιολόγος Ουμπέρτο Έκο.

Στους βουλευτές όχι μόνο δεν υπάρχει κουλτούρα ανεξαρτησίας, αλλά υπάρχουν και ανθρωπάκια που, σε περίπτωση που κάποιος συνάδελφός τους εκφράσει άλλη άποψη, σπεύδουν να υποβάλλουν τα σέβη τους στον αρχηγό. Οι αδίστακτοι πολιτικοί της αντίπαλης πλευράς δεν διστάζουν να χρησιμοποιήσουν την όποια διαφορετική άποψη για να βλάψουν τον αντίπαλο. «Συμφωνώ με τον κ. Πολάκη», δήλωσε πρόσφατα ο κ. Γεωργιάδης. «Γιατί όταν ο κ. Κούλογλου λέει “ισοπαλία” κάτι τέτοιο η κοινή γνώμη καταλαβαίνει ότι υπήρξε ένας νικητής και αυτός είναι ο Μητσοτάκης».

Aν δηλαδή εγώ πίστευα ότι η αντιπαράθεση Μητσοτάκη – Τσίπρα στη ΔΕΘ έληξε χωρίς νικητή, όπως πράγματι πίστευα, ανεξάρτητα αν ήταν σωστό ή λάθος, δεν έπρεπε να γράψω τη γνώμη μου για να μην με παρεξηγήσει ο Άδωνις.

Έπρεπε να σιωπήσω, να γράψω ψέματα ή θριαμβολογίες τύπου «Πράβδα». Oι βουλευτές πρέπει λοιπόν να μένουν βουβοί, να υποκρίνονται και να ψεύδονται ή να καταφεύγουν σε πολεμικές κατά των αντιπάλων, πρακτική που ελάχιστα προωθεί τον διάλογο.

Όταν οι βουλευτές ή ευρωβουλευτές αυτολογοκρίνονται, τα μέσα ενημέρωσης κάνουν την τρίχα τριχιά και στα social media αδαείς και φανατικοί λιντσάρουν, η δημοκρατία είναι κουτσή.

*ευρωβουλευτής του ΣΥΡΙΖΑ – Προοδευτική Συμμαχία