Του Γιώργου Κωνσταντινίδη*
Μετά από επτά χρόνια με τρία Μνημόνια και αλλεπάλληλα μέτρα για την σταθεροποίηση της οικονομίας η προσδοκώμενη ανάπτυξη δεν έχει ακόμη επιτευχθεί. Αντιθέτως τα ελληνικά νοικοκυριά βλέπουν κατά τα τελευταία χρόνια τα εισοδήματά τους (μισθοί, συντάξεις κτλ.) να μειώνονται, περιορίζοντας, όπως αναμενόταν, την κατανάλωσή τους. Οι αποταμιεύσεις αποτελούν ξεχασμένη πρακτική για πολλούς Έλληνες, οι οποίοι, με βάση τα στοιχεία της Τράπεζας της Ελλάδας αναγκάζονται να αποσύρουν σταδιακά τις τραπεζικές καταθέσεις που τους έχουν απομείνει, προκειμένου να αποπληρώσουν δόσεις δανείων, φόρους (ΕΝΦΙΑ, φόρος εισοδήματος κτλ.) και λοιπές υποχρεώσεις (ενοίκια, λογαριασμοί ΔΕΚΟ, κινητής τηλεφωνίας, φροντιστηρίων κ.ά.). Καθημερινή ψυχολογική πίεση λοιπόν και αβεβαιότητα για το αύριο…
Στο επιχειρηματικό πεδίο οι επιχειρηματίες αντιμετωπίζουν προβλήματα ρευστότητας και δυσκολεύονται να εξοφλήσουν λογαριασμούς, φόρους, ενοίκια και λοιπές πληρωμές, οι εργοδοτικές εισφορές πνίγουν την επιχειρηματικότητα και καθηλώνουν την απασχόληση. Από το σύστημα ΕΡΓΑΝΗ του Υπουργείου Εργασίας διαπιστώνεται ότι το ισοζύγιο προσλήψεων – απολύσεων γέρνει σωρευτικά από το 2010 και μετά προς τις απολύσεις, ενώ τα στοιχεία του Γενικού Εμπορικού Μητρώου (Γ.ΕΜ.Η.) από τα Επιμελητήρια της χώρας δείχνουν ότι ιδρύονται μεν επιχειρήσεις αλλά στην πλειοψηφία τους στον τριτογενή τομέα (παροχή υπηρεσιών, εστίαση κτλ.) και κυρίως ιδιωτικές κεφαλαιουχικές εταιρείες (ΙΚΕ), μονοπρόσωπες ΕΠΕ ή ΙΚΕ και ατομικές. Ενθαρρυντικά κρίνονται τα δεδομένα για τις νεοφυείς επιχειρήσεις (startups), τις καινοτόμες και τη νεανική επιχειρηματικότητα, καθώς γίνεται προσπάθεια από τους αρμόδιους φορείς (Υπουργεία, Επιμελητήρια, Πανεπιστήμια, λοιπές ιδιωτικές και δημόσιες σχολές κτλ.) να στηριχθούν οργανωτικά και λειτουργικά, ώστε να αντέξουν στην οικονομική ύφεση και να αποκτήσουν αναγνωρισιμότητα, πελατεία και κέρδη.
Απαιτείται άμεση ενεργοποίηση των κονδυλίων του νέου ΕΣΠΑ (Εταιρικό Σύμφωνο για το Πλαίσιο Ανάπτυξης) 2014 – 2020, ώστε να υποστηριχθούν έργα που θα συνδράμουν στην επανεκκίνηση (restart) και στην ανάπτυξη της οικονομίας μας. Παράλληλα πρέπει να διαφοροποιηθεί το μείγμα οικονομικής πολιτικής που εφαρμόζεται με περιορισμό των φορολογικών συντελεστών, των εισφορών και διαμόρφωση για πέντε χρόνια ενός σταθερού φορολογικού και επενδυτικού πλαισίου. Έτσι θα «ανασάνουν» οι ελληνικές επιχειρήσεις, θα δρομολογηθούν σημαντικά επενδυτικά σχέδια και θα προσελκυστούν κεφάλαια του εξωτερικού για άμεσες ξένες επενδύσεις.
Αρκετά έχουν πλέον αποφασιστεί αναφορικά με την εσωτερική υποτίμηση και την περιοριστική δημοσιονομική πολιτική. Οι μισθοί έχουν μειωθεί αισθητά και το εργατικό κόστος έχει συρρικνωθεί. Ας δοθεί έμφαση στην ποιότητα των εγχώριων προϊόντων, ώστε να ενισχυθεί περισσότερο η διεθνής ανταγωνιστικότητα της ελληνικής οικονομίας. Έτσι θα δημιουργηθούν νέες θέσεις εργασίας και θα ανακοπεί η ανησυχητική σε διαστάσεις διαρροή εγκεφάλων (brain drain). Τέλος, απαραίτητο κρίνεται να προσφερθούν ισχυρά κίνητρα στους Έλληνες επιστήμονες που έχουν μεταναστεύσει κατά τα τελευταία μνημονιακά χρόνια εκτός Ελλάδας για να επιστρέψουν και να «επενδύσουν» τις γνώσεις και την εμπειρία τους εντός της ελληνικής επικράτειας.
Η Ελλάδα σήμερα χρειάζεται ομοψυχία και συστράτευση όλων των δυνάμεων για να αντιμετωπίσει τον μαινόμενο «οικονομικό πόλεμο» που υφίσταται. Χωρίς πολιτικές, κομματικές, κοινωνικές ή άλλες διακρίσεις και διαχωρισμούς. Σε αυτή τη μάχη δεν περισσεύει κανείς…
*οικονομολόγος,
Διδάκτωρ Παντείου Πανεπιστημίου,
συγγραφέας του βιβλίου “Συσσώρευση Κεφαλαίου και Παγκοσμιοποίηση στην Τουρκία Διαχρονικά”, εκδόσεις Παπαζήση, 2009.