Παραγωγικός εκσυγχρονισμός Vs χρηματοοικονομικού επεκτατισμού και η Πολιτική… Του Παναγιώτη Ε. Πετράκη

244

Του Παναγιώτη Ε. Πετράκη*

Η Ελλάδα προετοιμάζεται να ζήσει μία έντονη αναπτυξιακή διετία. Κύριο χαρακτηριστικό της είναι η εισροή κεφαλαιακών πόρων από την Ευρώπη κυρίως προς τις υποδομές και την ενίσχυση μεταρρυθμίσεων και επενδύσεων με πράσινο και ψηφιακό χαρακτήρα.

Η περίοδος αυτή συγκρίνεται για την Ελλάδα με αυτήν πριν από τους Ολυμπιακούς Αγώνες του 2004, οπότε είχαμε πολύ μεγάλες εισροές κεφαλαίων που κατευθύνθηκαν σε υποδομές και κατοικίες και έδωσαν με τη σειρά τους σημαντική ώθηση στην οικονομία. Ήταν μία συνέχεια της παγκόσμιας μεγάλης ομαλοποίησης στις δυτικές οικονομίες που είχε κρατήσει περίπου τρεις δεκαετίες. Κύριο χαρακτηριστικό της ήταν η συνεχής σταθεροποιητική παρουσία των κεντρικών τραπεζών και η υπερδραστηριοποίηση του τραπεζικού τομέα. Είναι η περίοδος του χρηματοοικονομικού επεκτατισμού.

Η χρηματοοικονομική ώθηση έχει πάντοτε ως επιμέρους χαρακτηριστικό έναν κοινωνικά
συμπεριληπτικό χαρακτήρα, ή με άλλα λόγια μία «δημοκρατική» διασπορά των ωφελημάτων από τις χρηματοοικονομικές ροές. Είναι χαρακτηριστικό ότι η κατανομή των εισοδημάτων σε όλον τον κόσμο βελτιώθηκε και μεταξύ των χωρών και μέσα στις οικονομίες. Η μεσαία τάξη ενδυναμώθηκε, ο μεταϋλιστικός προβληματισμός ενισχύθηκε, ο πολιτικός φιλελευθερισμός ισχυροποιήθηκε, ο κεντροαριστερός πολιτικός προσανατολισμός εγκαθιδρύθηκε και όλοι φαντάζονταν ένα μέλλον με συνεχή ατομική και συλλογική βελτίωση.

Όμως η χρηματοοικονομική επαναδραστηριοποίηση έχει έναν σπόρο αυτοκαταστροφικής αναπαραγωγής μεγάλων οικονομικών κρίσεων (περίπου 151 μέχρι σήμερα). Ο σπόρος είναι βέβαια η ανισοκατανομή της πληροφόρησης μεταξύ δανειστή και δανειζόμενου, και μεταξύ μετόχων και εκπροσώπων τους στη διοίκηση των τραπεζών. Είναι ένα πολύ δύσκολο και άλυτο μέχρι σήμερα πρόβλημα. Η μεγάλη κρίση του 2008 ήταν ένα αποκορύφωμα.

Έτσι η χρηματοοικονομική επέκταση κουβαλάει μαζί της σοβαρά προβλήματα, οπότε κατ’ επέκταση ο κεντροαριστερός πολιτικός προσανατολισμός έχει βρεθεί με έναν αποδυναμωμένο βραχίονα εφαρμογής της πολιτικής του. Δεν είναι τυχαίο ότι έχει αρχίσει να διαμορφώνεται η άποψη ότι οι τράπεζες είναι περισσότερο «επιχειρήσεις κοινής ωφέλειας» παρά ενδιάμεσοι φορείς αποτελεσματικής ανακατανομής των χρηματοοικονομικών πόρων. Εξάλλου οι συνεχείς διασώσεις τους με δημόσια κεφάλαια επιβεβαιώνουν αυτή την κατεύθυνση και δείχνουν τη σχετική αδυναμία του χρηματοοικονομικού συστήματος να επηρεάσει καθοριστικά την οικονομική ανάπτυξη.

Σήμερα η πρόταση του Ταμείου Ανάκαμψης (Europe 2.0) είναι απαλλαγμένη από την παρέκκλιση της υπερβολικής χρήσης του τραπεζικού βραχίονα, παρότι αναγνωρίζει βεβαίως τον απαραίτητο συμπληρωματικό του χαρακτήρα. Είναι δομημένη σε μία κατεύθυνση παραγωγικού εκσυγχρονισμού που στηρίζεται, αυτή τη φορά, στην κινητοποίηση κεφαλαίων. Ας μην ξεχνάμε ότι στην Ευρώπη με τη σημαντική επιρροή της Κεντροδεξιάς έχουν βρει ένα καλύτερο βήμα οι απόψεις που στηρίζουν τον παραγωγικό εκσυγχρονισμό.

Συμπερασματικά, η χρηματοοικονομική επέκταση συγχρονίζεται καλύτερα με την πολιτική Κεντροαριστερά αλλά το χρηματοπιστωτικό σύστημα είναι εξασθενημένο ενώ η παραγωγική μεταρρύθμιση με επεκτατική δημοσιονομική πολιτική συγχρονίζεται καλύτερα με την κεντροδεξιά πολιτική, Αυτή η σύγκριση έχει πολιτικές επιπτώσεις.

Με δεδομένο επίσης ότι ο Covid μάς κληροδότησε την ανάγκη της αποτελεσματικότητας και οι οικονομικές κρίσεις ξανά την ανάγκη βελτίωσης της οικονομικής θέσης του ατόμου, όταν έρχεται ο παραγωγικός εκσυγχρονισμός με συμπεριληπτική διάσταση ολοκληρώνει την πλατφόρμα για ένα κυρίαρχο πολιτικό σκηνικό την επόμενη δεκαετία.

*καθηγητής ΕΚΠΑ
**πρώτη δημοσίευση: Εφημερίδα, «ΤΑ ΝΕΑ»