Του Ηλία Καραβόλια
Μεγάλο μέρος από την ισχύ που εκπέμπουν ιδεολογικά σημαίνοντα της εποχής (περί αλγοριθμικού προγραμματισμού και τεχνητής νοημοσύνης πχ) είναι αλήθεια ότι αποτελεί ένα ακόμη καπιταλιστικό και συστημικό εύρημα που κατευθύνει τους δρώντες της οικονομίας (υποκείμενα- επιχειρήσεις) σε νέες αγορές, δηλαδή σε νέες επικράτειες κερδοφορίας του κεφαλαίου.
Η αντίσταση όμως και η καθυστέρηση (ατόμων και οργανισμών) να εισέλθουν στην επικράτεια του αυτοματισμού και στην αλγοριθμική οργάνωση, μέσω και εφαρμογών τεχνητής νοημοσύνης, δεν είναι τελικά παρά συστημικό αδιέξοδο (χαμένος χρόνος και χαμένο έδαφος στον ανταγωνισμό της αγοράς)
Η δυναμική εξέλιξη και η «εξαναγκαστική» χρήση της καινοτομίας στον ψηφιακό κόσμο λειτουργεί πλέον ως αναπότρεπτη και βασική συνθήκη επιβίωσης και ανταγωνισμού.
Η υψηλότερη αποτελεσματικότητα της ανθρώπινης εργασίας – άρα η παραγωγικότητα και κερδοφορία του κεφαλαίου – περνάει ολοένα και περισσότερο μέσα από την χρήση σε σύγχρονα λογισμικά περιβάλλοντα πίσω από τις οθόνες.
Γίναμε χρήστες και διεκπεραιωτές σε πλατφόρμες αυτοματισμού που εντελώς κατευθυνόμενα μας «οργανώνουν» την καθημερινότητα και την απασχόληση, με κόστος την απώλεια του ελέγχου μερικές φορές πάνω σε δράσεις και αποφάσεις μας (ατομικά και συλλογικά).
Ο καπιταλισμός λοιπόν προστάζει συμμόρφωση και προσαρμογή με τις νέες τεχνολογίες αλγοριθμικού προγραμματισμού και διαχείρισης της ψηφιακής μας καθημερινότητας : «κλίκαρε αυτό που έχει φτιαχτεί να σε οδηγεί στο βέλτιστο αποτέλεσμα».
Και η ωμή συστημική πραγματικότητα δείχνει ότι δεν είναι λίγες οι περιπτώσεις υποκειμένων και οργανισμών όπου η (δικαιολογημένη) αναστολή ή νεοφοβία προσαρμογής στους αυτοματισμούς (που προκαλούν και την αίσθηση πιθανής εντατικοποίησης της εργασίας) δημιουργεί τελικά χάσματα αποτελέσματος( χαμένα έσοδα δηλαδή) και νεκρούς παραγωγικούς χρόνους.
Και το σημαντικότερο που κάποιες μελέτες δείχνουν είναι ότι στον σημειοκαπιταλισμό της ψηφιακής παραγωγής και της διαχείρισης δεδομένων και πληροφοριών, η αποφυγή εμπορευματοποίησης του χρόνου και των παραγόμενων δεδομένων παράγει «ασύμμετρη πληροφόρηση».
Και αυτό ως συνθήκη συστημικά επιβαλλόμενη επιδρά στο παραγόμενο αποτέλεσμα της ανθρώπινης διάνοιας και απασχόλησης : αν δεν είναι αυτοματοποιημένο για να διαχυθεί ευέλικτα και έξυπνα στα δίκτυα ως τελικό «καταναλωτικό προιόν», δεν είναι πλέον ανταγωνιστικό.
Και φυσικά στο τέλος αποτελεί ανασχετικό παράγοντα για την βιωσιμότητα των ίδιων των υποκειμένων ή των επιχειρήσεων.
Πάμπολλες περιπτώσεις αποτυχημένων οργανισμών δείχνουν ότι η κατάρρευση δεν είναι μόνο αποτέλεσμα κακού στρατηγικού σχεδιασμού, έλλειψης ανταγωνιστικότητας και καινοτομίας των προϊόντων στην αγορά ή ζήτημα χαμηλής αποδοτικότητας των εργαζομένων.
Ο αλγοριθμικός ταιηλορισμός της εργασίας δημιουργεί σκόπιμα μια «συνθήκη απομόνωσης» και εκτοπισμού από την αγορά.
Η διαχείριση δεδομένων από αλγόριθμους είναι εκτός από βάση βιοπολιτικής διαχείρισης και αναπότρεπτη συνθήκη προσαρμογής, κάτι σαν αναπόφευκτο ασφάλιστρο κινδύνου, μέσα στο ασφυκτικό πλαίσιο επιβίωσης : πρέπει να παράγεις και να πουλάς πιο γρήγορα( έξυπνα και αυτόματα δηλαδή) από την αγορά.
Και δυστυχώς η μη εσωτερίκευση αυτού του συστημικού εξαναγκασμού (μόνιμη δηλαδή ακολουθία της τεχνολογικής συνθήκης) δημιουργεί πλαίσιο για εντατικοποιημένη εργασία και τελικά ασύμμετρους κλυδωνισμούς στον ψυχισμό ατόμων και ομάδων.
Η αντίσταση των υποκειμένων είναι σχεδόν οριοθετημένη : αρκεί να ξέρουμε ότι αλγόριθμοι και λογισμικά μοντέλα υπολογισμού και αυτοματισμού, δεν μπορούν να αντικαταστήσουν τον ανθρώπινο παράγοντα και κυρίως την συλλογική διάνοια ή το «συνεργατικό ένστικτο»…