Οι θεατρικές υπερβολές στην έως σήμερα πολιτική διακυβέρνηση του Αμερικανού προέδρου, είναι πολύ πιθανόν να κρύβουν ένα νέο στυλ διεθνών διαπραγματεύσεων, κάθε άλλο όμως παρά ακίνδυνο.
Του Aθαν. Χ. Παπανδρόπουλου
Την Τετάρτη 2 Απριλίου 2025, ο Αμερικανός πρόεδρος Ντόναλντ Τράμπ, επιβεβαιώνοντας μέχρι κεραίας ότι «ψοφάει» για θέαμα, επίδειξη τσαμπουκά και πατρικής φροντίδας για βιομηχανικούς εργάτες, ανακοίνωσε μια σειρά από δασμούς σε προϊόντα χωρών που τα 50 τελευταία χρόνια «λεηλάτησαν» την Αμερική, εκμεταλλεύτηκαν το εργατικό της δυναμικό και καταχράστηκαν της γενναιοδωρίας και προστασίας της.
Χώρες και περιοχές στόχοι υπήρξαν κατά κύριο λόγο η Κίνα, , η Ινδία, , η Νότια Κορέα και βέβαια συλλήβδην η «απεχθής» Ευρωπαϊκή Ένωση, που συμβαίνει να είναι και ο σπουδαιότερος σύμμαχος της Αμερικής.
Όλους αυτούς τους εχθρούς, ο Τράμπ, θα τους «τσακίσει» με δασμούς, ώστε η Αμερική να ξαναγίνει πλούσια, με πλήρη απασχόληση και με πολύ κόσμο να πλέει σε εκατομμύρια δολάρια λόγω προστατευτισμού. «Και εύχομαι», είπε ο Τράμπ, «όπως εγώ υπήρξαν, νέος και ωραίος και έβγαλα λεφτά, το ίδιο να συμβεί και με τους δυναμικούς Αμερικανούς σήμερα, την ώρα που η Αμερική θα γίνεται εκ νέου μεγάλη».
Από αυτά που προηγούνται, προκύπτει ξεκάθαρα ότι το σχέδιο του προέδρου πηγάζει από την πεποίθησή του ότι τα εμπορικά ελλείμματα είναι άσχημα και. πρέπει να εξαλειφθούν. Συνεπώς οι δασμοί είναι απλώς ένα μέσο για τον σκοπό αυτό.
Έχω κάπως διαφορετική άποψη. Νομίζω ότι το εμπορικό έλλειμμα των ΗΠΑ, από μόνο του, δεν είναι ούτε καλό ούτε κακό. Είναι το φυσικό αποτέλεσμα της θέσης της χώρας, στην παγκόσμια οικονομική τάξη και έχει τόσο θετικές όσο και μερικές αρνητικές πτυχές.
Ταυτόχρονα, είναι επίσης σημαντικό για τις ΗΠΑ (ή οποιαδήποτε άλλη χώρα) να έχουν κάποιο βαθμό αυτάρκειας και να υποστηρίζουν τους δικούς τους εργαζόμενου, παραγωγούς και κατασκευαστές. Αλλά διαφορετικά τμήματα της οικονομίας απαιτούν διαφορετικές προσεγγίσεις. Οι δασμοί μπορεί να είναι η σωστή απάντηση σε ορισμένες (λιγότερες από όσο νομίζετε) καταστάσεις, αλλά κάθε λύση πολιτικής έχει συμβιβασμούς.
Το όλο θέμα είναι τρομερά περίπλοκο. Γι’ αυτό οι εμπορικές συμφωνίες χρειάζονται χρόνια σκληρών διαπραγματεύσεων, οι οποίες ενίοτε εξυπηρετούν και εντελώς άσχετα με το εμπόριο γεωπολιτικά θέματα.
Υπό αυτή την έννοια, κανείς δεν γνωρίζει σήμερα που το πάει πραγματικά ο Ντόναλντ Τράμπ, για ποιο λόγο και με ποιον απώτερο στόχο, τόσο σε εξωτερικό όσο και εσωτερικό επίπεδο. Ας δούμε όμως τη σημερινή κατάσταση όπως παρουσιάζεται από τα διαθέσιμα στοιχεία.
Oι ΗΠΑ αγοράζουν πολύ περισσότερα «πράγματα» από τον υπόλοιπο κόσμο από ό,τι ο υπόλοιπος κόσμος αγοράζει από τις ΗΠΑ. Η διαφορά ονομάζεται εμπορικό έλλειμμα και αυτό υπάρχει σχεδόν κάθε χρόνο από τη δεκαετία του 1970. Το εμπορικό έλλειμμα τείνει να συρρικνώνεται λίγο όταν οι καταναλωτικές δαπάνες μειώνονται κατά τη διάρκεια της ύφεσης, αλλά οι ΗΠΑ δεν είχαν σημαντικό εμπορικό πλεόνασμα εδώ και πολλές δεκαετίες.
Ας σημειωθεί επίσης ότι το εμπορικό τους έλλειμμα δεν προκάλεσε και σοβαρά δημοσιονομικά προβλήματα. Αξιοσημείωτο επίσης είναι το γεγονός ότι οι ΗΠΑ εξάγουν πολλά αγαθά – αξίας άνω των 2 τρισεκατομμυρίων δολαρίων το 2024. Αυτό το ποσό αυξάνεται σχεδόν κάθε χρόνο, καθιστώντας τις ΗΠΑ εξαγωγική δύναμη εξ ορισμού. Το έλλειμμα υπάρχει μόνο επειδή οι εισαγωγές τους αυξήθηκαν ταχύτερα από τις εξαγωγές.
Αν κοιτάξετε κανείς τις υπηρεσίες και όχι τα αγαθά, οι ΗΠΑ εξάγουν περισσότερα από όσα εισάγουν. Αυτό έχει σοβαρές συνέπειες εάν μπούν σε έναν εμπορικό πόλεμο άνευ λόγου. «Θέλουμε πραγματικά η Ευρώπη και ο υπόλοιπος κόσμος να επιβάλουν δασμούς στις υπηρεσίες μας όπως απειλούν τώρα ορισμένοι; Σκεφτείτε τον Smoot-Hawley. Οι εξαγωγές υπηρεσιών ύψους 1 τρισεκατομμυρίου δολαρίων είναι μεγάλη υπόθεση και δεν θέλουμε να τις χάσουμε», τονίζει ο οικονομολόγος John Mauldin.
Ο συνδυασμός αγαθών και υπηρεσιών δείχνει ότι οι ΗΠΑ παρουσιάζουν συνολικό εμπορικό έλλειμμα αλλά εξακολουθούν να είναι σημαντικός εξαγωγέας – περισσότερο στις υπηρεσίες παρά στα αγαθά. Αυτό είναι, για να χρησιμοποιήσουμε τον κλασικό όρο, το «συγκριτικό τους πλεονέκτημα». Οι αμερικανικές εταιρείες και οι εργαζόμενοι είναι καλοί στο να κάνουν μη απτά πράγματα: λογισμικό, ταινίες, τηλεοπτικές εκπομπές, μουσική και κάθε είδους επιχειρηματικές υπηρεσίες. Ο κόσμος θέλει αυτά τα πράγματα και ευτυχώς τα αγοράζει από την Αμερική.
«Η διαδικασία μοιάζει με αυτό: Αγοράζουμε πράγματα από ξένους και τους δίνουμε τα δολάρια μας. Πουλάμε πράγματα σε ξένους και τα δολάρια επιστρέφουν. Άλλοτε περισσότερο, άλλοτε λιγότερο, αλλά η ροή δεν σταματά ποτέ. Η ταχύτητα αυτής της ροής συμβάλλει στην ανοδική και κάτω συναλλαγματική ισοτιμία. Αυτός είναι ο λόγος για τον οποίο η εμπορική πολιτική και οι νομισματικές αξίες συνδέονται τόσο στενά. Για να καταλάβεις το εμπόριο, πρέπει να καταλάβεις τα χρήματα», λέει ο John Mauldin.
Και με την παρατήρηση αυτή, φέρνει στο προσκήνιο ένα σοβαρό θέμα, το οποίο ο πρόεδρος Τράμπ είτε αγνοεί, είτε γράφει στα παλαιότερα υποδήματά του, είπε παρακάμπτει για λόγους διαπραγματευτικής σκοπιμότητας. Ως έμπειρος χρηματιστής και οικονομολόγος, ο John Mauldin, γράφει τα ακόλουθα για τη σχέση χρήματος – δασμών και δολαρίου:
“Τι είναι τo χρήμα; Ο απλούστερος ορισμός που γνωρίζω: Το χρήμα είναι το πιο ρευστό περιουσιακό στοιχείο, το οποίο γίνεται το μέσο συναλλαγής επειδή κατέχεται και αναγνωρίζεται ευρέως.
Τα περισσότερα κυρίαρχα κράτη εκδίδουν τα δικά τους νομίσματα, αλλά μεταξύ αυτών είναι φυσιολογικό ένα νόμισμα να κυριαρχεί έναντι άλλων. Το ονομάζουμε «παγκόσμιο αποθεματικό νόμισμα» και από το 1944 είναι το δολάριο ΗΠΑ. Οι κεντρικές τράπεζες κρατούν δολάρια σε αποθεματικό. Οι περισσότερες διεθνείς συναλλαγές διακανονίζονται σε δολάρια. Ως αποτέλεσμα, ο κόσμος εκτός ΗΠΑ χρειάζεται πολλά δολάρια. Είναι το γράσο που κρατά την παγκόσμια οικονομία σε στροφή.
Αυτό σημαίνει ότι οι Η ΠΑ πρέπει συνεχώς να εξάγουν περισσότερα δολάρια για να καλύψουν την παγκόσμια ζήτηση. Αυτή η ζήτηση για το νόμισμα μας το κάνει ισχυρότερο, γεγονός που με τη σειρά του κάνει τις εισαγωγές φθηνότερες και τις εξαγωγές πιο ακριβές. Αυτό έχει ονομαστεί «υπερβολικό προνόμιο», αλλά κατά κάποιο τρόπο είναι επίσης ένα βάρος. Οι Αμερικανοί έχουν κίνητρα να εξοικονομούν λιγότερα χρήματα και να ξοδεύουν περισσότερα από αυτά σε εισαγόμενα αγαθά.
Το εμπορικό μας έλλειμμα είναι στην πραγματικότητα απλώς μια παρενέργεια της ύπαρξης του αποθεματικού νομίσματος. Αν ξεκινούσαμε με κάποιο τρόπο να έχουμε εμπορικό πλεόνασμα, ο υπόλοιπος κόσμος θα λιμοκτονούσε για δολάρια. Αυτό θα είχε και παρενέργειες. Πρώτον, το δολάριο θα ενισχυόταν αρκετά απότομα ώστε να καταστήσει τις εξαγωγές μας μη προσιτές σε άλλους. Αυτό δεν θα ήταν καλό για τους Αμερικανούς κατασκευαστές και τους εργαζομένους τους. Επιπλέον, εάν αυτό συνέχιζε, τότε κάποιο άλλο νόμισμα θα αναλάμβανε τον αποθεματικό ρόλο. Υποθέτω ότι δεν είναι αυτό που θέλει ο Πρόεδρος Τραμπ, αλλά εκεί θα οδηγούσε τελικά η εμπορική του πολιτική μηδενικού αθροίσματος.
Υπάρχει καλύτερος τρόπος να σκεφτείς όλα αυτά. Οι ΗΠΑ εισάγουν αγαθά και εξάγουν ίσο ποσό δολαρίων. Το δολάριο είναι η κορυφαία εξαγωγή μας. Μπορούμε να τα φτιάξουμε φθηνά και να τα ανταλλάξουμε με κάθε είδους χρήσιμα πράγματα με πολύ ελκυστικούς όρους.
Ωστόσο, αυτό το βραχυπρόθεσμο πλεονέκτημα μπορεί επίσης να δημιουργήσει μακροπρόθεσμα προβλήματα. Η νομισματική πολιτική που διατηρεί τη ροή του εμπορίου καθιστά τις ΗΠΑ μόνιμο οφειλέτη. Στο εξωτερικό κάνει το αντίθετο, παράγοντας υπερβολικές οικονομίες. Και οι δύο προκαλούν ανισορροπίες που χειροτερεύουν με τον καιρό.”
Και η πιθανή αυτή χειροτέρευση θα μπορούσε να οδηγήσει σε μια «μικρή και βιομηχανικά εξαρτημένη Αμερική», η οποία θα αγοράζει υψηλή τεχνολογία, και ημιαγωγούς από την…. Κίνα!! Μήπως λοιπόν, αλλά έχει κατά νου, ο Τράμπ με τους δασμούς του. Πάνω στο κρίσιμο αυτό ερώτημα θα επανέλθουμε.;