Ποια επικουρική ασφάλιση και γιατί?… Του Αθαν. Χ. Παπανδρόπουλου

502

Ενώ επίκειται η ψήφιση της μεταρρύθμισης της επικουρικής ασφάλισης, καλό θα ήταν να ληφθούν σοβαρά υπόψη προτάσεις των καθηγητών Γ. Μπήτρου και Στέργιου Μπακάλη, που στηρίζονται στο συνταξιοδοτικό πρότυπο της Αυστραλίας.

Του Αθαν. Χ. Παπανδρόπουλου

Στη χώρα του προωθημένου πελατειακού κράτους και της μάλλον αντιδημοκρατικού τύπου συντεχνιακής δομής του, όπου κυρίαρχη είναι η γραφειοκρατική Λερναία Ύδρα, το νομοσχέδιο για τη μεταρρύθμιση της επικουρικής ασφάλισης θα λειτουργήσει εκ νέου ως εφαλτήριο επίδειξης λαϊκισμού, ερήμην της πραγματικότητας?

Πυρήνας του νομοσχεδίου είναι η μετατροπή του συστήματος επικουρικής ασφάλισης από διανεμητικό σε κεφαλαιοποιητικό, ενώ η κύρια ασφάλιση παραμένει διανεμητική ως έχει.

Με άλλα λόγια, το συνταξιοδοτικό σύστημα στη βάση του, παραμένει εργαλείο πολιτικής εξουσίας, που σημαίνει ότι με τη δομή και λειτουργία του, οι πολιτικές παρατάξεις θα «παίζουν» ιδεολογικά και άλλα παιχνίδια.

Για την ιστορία επισημαίνουμε ότι ένας από τους σημαντικότερους πυλώνες του Κράτους – Προνοίας της μεταπολεμικής Ευρώπης, ήταν τα συνταξιοδοτικά συστήματα, που λειτουργούσαν στη βάση της αλληλεγγύης των γενεών. Με άλλα λόγια, όσο η δημοκρατική Ευρώπη γνώριζε υψηλούς ρυθμούς ανάπτυξης, δημογραφική άνοδο και ικανοποιητική κεφαλαιακή συσσώρευση, υπήρχε ένα άτυπο διαγεννεακό συμβόλαιο, που υπαγόρευε οι εργαζόμενοι μιας δεδομένης περιόδου να πληρώνουν τις συντάξεις της συνταξιούχων, προσδοκώντας ότι αυτή η διαδικασία θα μεταφερόταν από τη μια γενια στην άλλη… Αυτό το σύστημα που είναι διανεμητικό (pay-as-you-go) και όχι αναδιανεμητικό, κυριάρχησε σε ολόκληρη τη χρυσή εποχή της ευρωπαϊκής αναπτυξιακής άνοιξης με τα προβλήματα να αρχίζουν από το 1973 και μετά, όταν ξέσπασε η πρώτη πετρελαϊκή κρίση.

Οι κύριοι λόγοι της επιτυχίας του παραπάνω συστήματος ήταν οι ρυθμοί ανάπτυξης που οδηγούσαν σε άνοδο των αμοιβών των εργαζομένων, η βελτίωση της παραγωγικότητας της εργασίας η δημογραφική πρόοδος και βέβαια η από πολιτικής πλευράς ισχυρή παρουσία της ευρωπαϊκής σοσιαλδημοκρατίας.

«…Αυτά τα δεδομένα», επισημαίνει ο οικονομολόγος κ.Φιλ. Μαραζιώτης, «….κατέστησαν τα διανεμητικά συστήματα συμφέροντα για όλα τα συμβαλλόμενα μέρη: οι συνταξιούχοι ελάμβαναν περισσότερα από όσα είχαν εισφέρει και οι εργαζόμενοι είχαν τη βεβαιότητα ότι στο μέλλον θα λάβουν κι εκείνοι περισσότερα απ’ όσα θα έχουν εισφέρει.

Σταδιακά, η υψηλή ανταποδοτικότητα που προσέφερε αυτό το σύστημα άρχισε να φτάνει σε κορεσμό και στασιμότητα εξαιτίας της δημογραφικής γήρανσης. Τότε, πολλές χώρες άρχισαν να στρέφονται στο κεφαλαιοποιητικό σύστημα ασφάλισης ως συμπληρωματικό – και δευτερευόντως ως υποκατάστατο – του διανεμητικού. Το κεφαλαιοποιητικό σύστημα βασίζεται στην αρχή της αποταμίευσης. Οι εισφορές κατά την διάρκεια του εργάσιμου βίου επενδύονται και η απόδοσή τους μαζί με το αρχικό κεφάλαιο χρηματοδοτεί τις συντάξεις του αύριο. Κρίσιμο μέγεθος εδώ είναι η απόδοση του κεφαλαίου κατά την αποταμιευτική περίοδο, δηλαδή την εργάσιμη ηλικία…».

Αυτή η διάσταση του συστήματος δεν πολυαρέσει στα αριστερά κόμματα του κρατισμού, πρώτον γιατί ανεβάζει το αίσθημα ευθύνης του εργαζόμενου και άρα κατεβάζει την «προστασία» που του προσφέρει το κόμμα – πατερούλης και δεύτερον μεταφέρει εξουσία από την κρατική στην ιδιωτική οικονομία.

Σήμερα ωστόσο, οι δημογραφικές εξελίξεις, κάνουν το κεφαλαιοποιητικό σύστημα σανίδα σωτηρίας, υπό όρους όμως οι οποίοι υπόκεινται σε αβεβαιότητες και κινδύνους. Η αβεβαιότητα στο διανεμητικό σύστημα εκφράζεται κυρίως μέσω του δημογραφικού κινδύνου και του κινδύνου μείωσης των μελλοντικών εισοδημάτων, ενώ η κύρια μορφή κινδύνου των κεφαλαιοποιητικών συστημάτων είναι ο κίνδυνος της αγοράς και των χαμηλών αποδόσεων.

Στο επίπεδο αυτό, οι έγκριτοι καθηγητές Γιώργος Μήτρος και Στέργιος Μπακάλης, θεωρούν δεδομένη μια συνολική κρίση του ελληνικού συνταξιοδοτικού συστήματος και προτείνουν λύσεις, οι οποίες θα πρέπει να τύχουν μεγάλης προσοχής.

«…Κατά τις προσεχείς δεκαετίες», αναφέρουν οι δύο καθηγητές, «…η Ελλάδα θα βρίσκεται αντιμέτωπη με τις συνέπειες τριών τουλάχιστον εξαιρετικά δυσμενών τάσεων. Αυτές είναι, πρώτον, η γήρανση του πληθυσμού και η επιβράδυνση της αύξησης, αν όχι της μείωσης, του εργατικού δυναμικού. . Δεύτερον, άμεσα και έμμεσα, λόγω της στρεβλής διάρθρωσης του πολιτικού συστήματος, η απασχόληση στο λιγότερο παραγωγικό δημόσιο τομέα θα αυξάνεται, καθιστώντας την μείωση της φορολογικής επιβάρυνσης ανέφικτη, με συνέπεια η βέβαιη ισοδύναμη απόδοση του κεφαλαίου να συγκρατείται σε μη διεθνώς ανταγωνιστικά επίπεδα και να αποθαρρύνονται οι επενδύσεις. Και τέλος, τρίτον, λόγω των εξελίξεων κυρίως στο Ανατολικό Αιγαίο, η Ελλάδα θα είναι υποχρεωμένη να επαναφέρει και να διατηρήσει τις ένοπλες δυνάμεις της σε τεχνολογική αιχμή, όπερ σημαίνει ότι θα πρέπει να βρεθούν οι αναγκαίοι πόροι από μη δανειακές πηγές, λόγω του τεράστιου χρέους που έχει ήδη συσσωρευτεί.

Στο πλαίσιο αυτό, ο Γ. Μπήτρος και Στέργιος Μπακάλης θεωρούν ότι στη χώρα μας μπορούμε να μάθουμε από τις βέλτιστες πρακτικές χωρών, όπως η Αυστραλία όπου υπάρχει και σημαντικό ελληνικό στοιχείο.

Στο προσεχές άρθρο μας, με βάση τη θεωρία των δύο καθηγητών θα εξηγήσουμε όσο πιο απλά γίνεται, πως οι εισφορές για επικουρικές συντάξεις μπορούν να συμβάλλουν στην ανάπτυξη της Ελλάδος και παράλληλα οι Έλληνες εργαζόμενοι να προσδοκούν με εμπιστοσύνη ότι οι εισφορές τους θα αυγατίσουν.