Του Γιάννου Παπαντωνίου
Η νίκη του Εμανουέλ Μακρόν στις γαλλικές προεδρικές εκλογές, η δημιουργία συμμαχιών σε συγκεκριμένα ζητήματα και οι πιέσεις για αλλαγή της ευρωπαϊκής πολιτικής.
Η αποφασιστική νίκη του Εμανουέλ Μακρόν στις προεδρικές εκλογές θα ενισχύσει τη θέση της Γαλλίας στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Η σημασία αυτής της αναβάθμισης αναδεικνύεται από δύο παράλληλους εξωγενείς παράγοντες: την έξοδο ενός άλλου ανταγωνιστικού προς την Γαλλία εταίρου, της Βρετανίας, από την ΕΕ καθώς και την αποχώρηση της Άγκελα Μέρκελ από την καγκελαρία, όπου ο συνδυασμός της γερμανικής πρωτοκαθεδρίας στην οικονομία με τη δεκαεξάχρονη παραμονή στη θέση της είχε εξασφαλίσει ουσιαστικά δικαίωμα βέτο στις ευρωπαϊκές αποφάσεις. Τα τελευταία χρόνια είχε λεχθεί στις Βρυξέλλες ότι «η δουλειά των Γάλλων είναι να “κατεβάζουν ιδέες” και η δουλειά των Γερμανών να τις μπλοκάρουν ή να τις μετασχηματίζουν».
Αυτό βέβαια δεν σημαίνει ότι ο Μακρόν θα είναι κυρίαρχος. Αντιστάσεις θα προκύψουν, κυρίως από τις χώρες της Κεντρικής και Ανατολικής Ευρώπης, σε μια σειρά θεμάτων όπως για την προστασία των ανθρώπινων δικαιωμάτων, ιδιαίτερα σε ό,τι αφορά τις παραβιάσεις των ευρωπαϊκών κανόνων από την Ουγγαρία και την Πολωνία, καθώς και για τις σχέσεις με το ΝΑΤΟ, με το οποίο οι χώρες που ανήκαν στο σοβιετικό μπλοκ επιθυμούν να διατηρήσουν στενή σχέση. Όμως, αν ο Μακρόν παίξει καλά τα χαρτιά του και αξιοποιήσει τις δυνατότητες που παρέχουν οι ευρωπαϊκοί θεσμοί για δημιουργία συμμαχιών σε συγκεκριμένα ζητήματα, θα είναι σε θέση να αφήσει ένα ισχυρό αποτύπωμα τα επόμενα πέντε χρόνια στον ευρωπαϊκό πολιτικό χάρτη.
Το ερώτημα είναι πόσο μακριά μπορεί να πάει. Η απάντηση είναι ότι οι πιθανές προσαρμογές θα είναι σημαντικές, όχι όμως ικανές να ανατρέψουν την κυρίαρχη τάση που έχει εδραιωθεί μετά το τέλος του Δεύτερου Παγκοσμίου Πολέμου, δηλαδή της βαθμιαίας διολίσθησης της Ευρώπης στην παγκόσμια κλίμακα ισχύος, κατ’ αρχάς έναντι των Ηνωμένων Πολιτειών και στη συνέχεια της Κίνας. Οι ΗΠΑ διατηρούν ισχυρό προβάδισμα στη οικονομία, την τεχνολογία και την άμυνα, που αρχίζει να αμφισβητείται από την Κίνα. Η Ευρώπη μένει πίσω.
Οι τομείς όπου η Γαλλία του Μακρόν θα πιέσει για αλλαγή της ευρωπαϊκής πολιτικής
«Επιθετική» οικονομική και βιομηχανική πολιτική. Οι εξελίξεις των τελευταίων χρόνων αναφορικά με τους «άνισους όρους» ανταγωνισμού με την Κίνα και οι ανησυχίες για την ασφάλεια των παγκόσμιων προμηθευτικών αλυσίδων από ενδεχόμενες υγειονομικές κρίσεις τύπου COVID ή ακόμα και γεωπολιτικές κρίσεις όπως η ρωσική εισβολή στην Ουκρανία ενισχύουν το γαλλικό πρόταγμα για «στρατηγική αυτονομία» της Ευρώπης, που περιλαμβάνει ανεξάρτητη εξωτερική πολιτική, ενισχυμένη άμυνα και ενεργό βιομηχανική πολιτική. Ανοικτή κρατική στήριξη «ευρωπαϊκών πρωταθλητών» και επαναφορά βιομηχανικών δραστηριοτήτων από το εξωτερικό – όπου έχουν εγκατασταθεί στο πλαίσιο της παγκοσμιοποίησης – στο εσωτερικό της ΕΕ αποτελούν βασικά στοιχεία της βιομηχανικής πολιτικής που εισηγείται η Γαλλία με στόχο την ισχυροποίηση της διεθνούς οικονομικής παρουσίας της ΕΕ.
Ενίσχυση της Κοινής Άμυνας, κυρίως με τη δημιουργία ενός πυρήνα «ευρωπαϊκού στρατού», της Δύναμης Ταχείας Επέμβασης, με 5.000 προσωπικό, ώστε η ΕΕ να αποκτήσει Επιχειρησιακό Στρατηγείο περιορίζοντας την εξάρτησή της από τις Ηνωμένες Πολιτείες και διευρύνοντας τις δυνατότητες άσκησης αυτόνομης εξωτερικής πολιτικής. Παράλληλος στόχος είναι η ενίσχυση της ευρωπαϊκής αμυντικής βιομηχανίας μέσω της υποχρέωσης των Ευρωπαίων εταίρων να αγοράζουν ευρωπαϊκούς εξοπλισμούς. Η υλοποίηση του σχεδίου – ιδιαίτερα του βιομηχανικού σκέλους, – μέσω οργανισμών όπως το Ευρωπαϊκό Ταμείο Άμυνας, θα προσκρούσει σε εμπόδια , ιδιαίτερα σε περιπτώσεις όπου υπάρχει αδιαμφισβήτητη αμερικανική τεχνολογική υπεροχή.
Αναμόρφωση και ενίσχυση της δημοσιονομικής πολιτικής με την αντικατάσταση του Συμφώνου Σταθερότητας και Ανάπτυξης από περισσότερο ευέλικτους κανόνες, που θα επιτρέπουν μεγαλύτερα ελλείμματα και χαλαρότερους ρυθμούς μείωσης του δημόσιου χρέους σε περιόδους ύφεσης –για την αποτροπή αύξησης της ανεργίας– καθώς και την ικανότητα δημιουργίας ταμείων με ξεχωριστή χρηματοδότηση –όπως το Ταμείο Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας– για την πραγματοποίηση συγκεκριμένων προγραμμάτων για την άμυνα, την ψηφιακή και πράσινη μετάβαση και την αντιμετώπιση εκτάκτων καταστάσεων, όπως πανδημίες, κοινωνικές κρίσεις ή πόλεμος. Σε αυτά τα θέματα η Γερμανία θα προβάλει ισχυρές αντιρρήσεις, συνεπικουρούμενη από τις βόρειες χώρες – μέλη. Η Γερμανία θα είναι επίσης αντίθετη στην ενίσχυση της πυρηνικής ενέργειας στα προγράμματα πράσινης μετάβασης, καθώς επίσης και σε διεύρυνση των κριτηρίων ταξινόμησης πηγών ενέργειας στην κατηγορία των ‘πρασίνων» ώστε να έχουν ευνοϊκή δημοσιονομική μεταχείριση. Γενικότερα, η Γερμανία δεν φαίνεται διατεθειμένη να αποκλίνει σημαντικά από τη δημοσιονομική ορθοδοξία, όπως θα προτιμούσε η Γαλλία με την υποστήριξη αρκετών άλλων χωρών-μελών.
Αν ο Μακρόν επιβάλει τις απόψεις του σε αυτά τα θέματα, η Ευρωπαϊκή Ένωση θα ενισχυθεί στην άμυνα, την τεχνολογική και βιομηχανική κυριαρχία και στην άσκηση στοχευμένης δημοσιονομικής πολιτικής για οικονομικούς και κοινωνικούς σκοπούς. Οι αλλαγές θα δώσουν ώθηση στην ευρωπαϊκή οικονομία και στην κοινωνική συνοχή, δημιουργώντας περιθώρια για αύξηση της διεθνούς επιρροής της ΕΕ. Όμως, ακόμα και αυτές οι αλλαγές δεν αρκούν για να βελτιώσουν ουσιαστικά το ευρωπαϊκό ισοζύγιο ισχύος. Η ΕΕ είναι οργανωμένη ώστε μια χώρα – μέλος να μην μπορεί να εξασφαλίσει όλα όσα επιδιώκει. Θα χρειαστούν μεγάλες ανατροπές στον παγκόσμιο γεωπολιτικό χάρτη ώστε να κινητοποιηθεί η ΕΕ ή τμήμα της – όπως συνέβη με τη νομισματική ενοποίηση και τη δημιουργία του Ευρώ – στην κατεύθυνση της πραγματικής στρατηγικής αυτονομίας και να επηρεάσει τις εξελίξεις σε παγκόσμια κλίμακα.
Στην πολιτική μπορούν να συμβούν πράγματα που θεωρούνται ελάχιστα πιθανά, όπως ενδεχόμενη επιστροφή του Ντόναλντ Τραμπ στην αμερικανική προεδρία το 2024 ή αντικατάσταση του Βλαδίμηρου Πούτιν από έναν περισσότερο απρόβλεπτο «ισχυρό άνδρα» στη Ρωσία. Σε τέτοιες περιπτώσεις, μπορούν να ενεργοποιηθούν τα ανακλαστικά «μεγάλης δύναμης» και ο Μακρόν να βρει περισσότερους συμμάχους. Δεν αποκλείεται η ιστορία να επιφυλάσσει εκπλήξεις.
Προς το παρόν βαδίζουμε στην «πεπατημένη», με ένα τρόπο όμως που δημιουργεί ελπίδες για ουσιαστικότερες αλλαγές στο μέλλον. Δεν είναι μόνο η αποτροπή ανόδου της ακροδεξιάς στην εξουσία. Είναι ότι ο Εμανουέλ Μακρόν προσφέρει τη μόνη ρεαλιστική εκδοχή για οικονομική και κοινωνική πρόοδο σε μια Ευρώπη που, απέναντι σε συσσώρευση απειλών, από την πανδημία, την κλιματική και ενεργειακή κρίση έως τον πόλεμο –για να μην προσθέσω την υποβόσκον φάσμα περισσότερο γενικευμένου, ακόμα και πυρηνικού, πολέμου–, κινδυνεύει να πέσει στην παγίδα ακραίων μορφών λαϊκισμού, της δεξιάς ή της αριστεράς. Έχει κρίσιμη σημασία η Ευρώπη σε αυτές τις δύσκολες ώρες να βρίσκεται στα χέρια ασφαλούς και διορατικής ηγεσίας.
Πηγή: athensvoice.gr