Ποιο μέλλον για την ελληνική σοσιαλδημοκρατία;… Του Γιώργου Σιακαντάρη

257

Όχι στο κράτος – λάφυρο και στην αγορά καζίνο

Του Γιώργου Σιακαντάρη*

Το Σαββατοκύριακο συνεδριάζει η ΚΕ του Κινήματος Αλλαγής και το κόμμα μπαίνει στην τελική ευθεία για την εκλογή ηγεσίας. Χωρίς, προς το παρόν, διάθεση ανάμειξης σε αυτήν, είναι εμφανής η καθοδική δημοσκοπική πορεία του κόμματος. Στη δημοσκόπηση της GPO που δημοσιεύτηκε στα «ΝΕΑ» (28.8.2021) το κόμμα έχει 6,4% έναντι 6,7% τον Ιούνιο και 7,1% τον Μάρτιο του 2021, Η περιστροφή σε ποσοστά γύρω στο 7% υπερβαίνει το ηγετικό.

Κάποιοι θεωρούν πως το κόμμα για να ανακάμψει χρειάζεται μια λεπτομερή εναλλακτική κυβερνητική πρόταση. Ιδεολογική ακηδία. Αυτή η παράταξη, λόγω της προηγούμενης κυβερνητικής της εμπειρίας και χάρη της δουλειάς του πάλαι ποτέ κραταιού ΙΣΤΑΜΕ, έχει περίσσευμα κυβερνητικών προτάσεων. Όμως αυτό δεν τη βοηθά σε τίποτα. Αντιθέτως η ΝΔ του φιλελεύθερου και ευρωπαϊστή Κυριάκου Μητσοτάκη έχει σχεδόν το ίδιο κυβερνητικό πρόγραμμα με τη ΝΔ του συντηρητικού και εθνικιστή Αντώνη Σαμαρά. Κι όμως κυριαρχεί. Γιατί; Επειδή έχει πιάσει τον κυρίαρχο παλμό εκείνου του τμήματος της κοινωνίας που «αηδιάζει» από το κράτος. Η ΝΔ, δηλαδή ο κ. Μητσοτάκης, έχει πείσει πως εκπροσωπεί την επιχειρηματικότητα. Για τα στρώματα που τον στηρίζουν, η ελεύθερη αγορά, οι επιχειρήσεις, ο ιδιωτικός τομέας αποτελούν τη μόνη λύση για τις χρόνιες αδυναμίες της ελληνικής ανάπτυξης.

Αυτή η «ιδέα», μετά από πολλά χρόνια κρατισμού, με καθόλου νεοφιλελευθερισμό (εκτός από λίγες στιγμές της περιόδου διακυβέρνησης από τον Κωνσταντίνο Μητσοτάκη), αποτελεί «φάρο» ελλιμενισμού για όλους όσοι αρνούνται την οποιαδήποτε κρατική ανάμειξη. Σπίτι αυτών είναι το επιχειρείν. Το κράτος είναι ο μεγάλος ένοχος για όλες τις περιπέτειες του ελληνικού κοινωνικού σχηματισμού, επομένως μόνο μια συνεπής αντικρατικιστική πολιτική, αδιάφορη για τις κοινωνικές συνέπειες, θα μπορούσε να είναι οδηγός ανάπτυξης. Η αποδοχή του κ. Μητσοτάκη στους κόλπους του ΚΙΝΑΛ οφείλεται στο ότι και εκεί πολλοί πιστεύουν στο πρωτείο του επιχειρείν. Όλοι αυτοί αναμένουν το τέλος της πανδημίας για να κρίνουν το κατά πόσο ο κ. Μητσοτάκης θα εφαρμόσει μεταρρυθμίσεις υπέρ της ελεύθερης αγοράς. Όσο είμαστε στην εποχή της πανδημίας που δικαιολογεί την αναστολή της εφαρμογής αυτών των μεταρρυθμίσεων, όλα θα είναι σε φάση αναμονής. Η συνέχιση της κυριαρχίας της ΝΔ θα εξαρτηθεί από την ικανοποίηση ή όχι αυτού του «ιδανικού» και από το αν θα βρεθεί σοβαρή σοσιαλδημοκρατική εναλλακτική αφήγηση.

Γιατί όμως αντέχει ο ΣΥΡΙΖΑ; Γιατί έχει καλό εναλλακτικό κυβερνητικό πρόγραμμα; Εδώ γελάνε. Κανείς δεν ασχολείται, ακόμη και καλό να είναι. Που σε πολλά σημεία είναι καλό. Ο κ. Τσίπρας ενδιαφέρεται να αλιεύει πάσης φύσεως αρνητές των εμβολίων και των «ειδικών». Αυτοί όμως είναι τα μικρά ψαράκια. Η μεγάλη ψαριά βρίσκεται στα απειλούμενα από την αγορά κοινωνικά στρώματα. Στρώματα που ο ΣΥΡΙΖΑ τούς υπόσχεται πως θα συνεχίσουν να συμμετάσχουν στο μοίρασμα του κράτους ως λαφύρου. Η δύναμη του ΣΥΡΙΖΑ είναι το κράτος-λάφυρο και οι πελατειακές σχέσεις και όχι γενικά και αόριστα ο λαϊκισμός, όπως μια αντίληψη του συρμού θέλει. Πολλοί εξ όσων τον ακολουθούν σήμερα αναζητούν την προστασία του κράτους, την οποία εγγυάται μόνο αυτός που έχει προοπτικές κυβερνησιμότητας. Όλοι αυτοί, αν και έζησαν και μεγάλωσαν δίπλα στο σπίτι του ΠαΣοΚ, δεν κατοικούσαν σε αυτό. Το κράτος και όχι το ΠαΣοΚ ήταν το σπίτι τους. Όσο ο ΣΥΡΙΖΑ εξακολουθεί να είναι το δεύτερο κόμμα, ποτέ δεν θα τον εγκαταλείψουν για χάρη του ΠαΣοΚ.

Όσοι στο ΚΙΝΑΛ θεωρούν ότι η επιστροφή στο ΠαΣοΚ είναι η λύση δεν αντιλαμβάνονται πως είτε ΠαΣοΚ είτε ΚΙΝΑΛ είτε ΠαΣοΚ – ΚΙΝΑΛ είτε Τσάμπερλεν και να λέγονται, Ο ΣΥΡΙΖΑ δεν θα πέσει από τη δεύτερη θέση αν δεν «βρεθεί» απάντηση στα κεντρικά προτάγματα των δύο μεγάλων. Φράσεις σαν αυτές «δεν λοξοκοιτάμε ούτε δεξιά ούτε αριστερά», αντί να κάνουν διακριτό το στίγμα του κόμματος, το θολώνουν ακόμη περισσότερο, αφού έτσι αφενός δείχνουν πως δεν καταλαβαίνουν ότι κ. Μητσοτάκης δεν κερδίζει επειδή είναι τυπικός δεξιός και αφετέρου εκχωρούν οικειοθελώς τον χώρο της Αριστεράς και της Κεντροαριστεράς στον ΣΥΡΙΖΑ.

Με ή χωρίς ΠαΣοΚ ο σοσιαλδημοκρατικός χώρος θα πρέπει να στραφεί στο τμήμα της δυναμικής κοινωνίας που συνάμα αντιστρατεύεται τις ανισότητες και τις λογικές κατεδάφισης του κράτους πρόνοιας, να στοχεύσει δηλαδή σε όλους εκείνους που ψήφισαν ΝΔ για να φύγει ο ΣΥΡΙΖΑ ή που πλήρως απογοητευμένοι μετά το 2010 δεν συμμετέχουν στις εκλογές. Η επιστροφή όλων των κεντροαριστερών που ψήφισαν ΝΔ και των χωρίς κόμμα πολιτών είναι η προϋπόθεση για να «επιστρέψουν» και όσοι σήμερα ψηφίζουν ΣΥΡΙΖΑ. Οι ψηφοφόροι του ΣΥΡΙΖΑ θα «επιστρέψουν» όταν η σοσιαλδημοκρατία έχει ήδη δυναμώσει από άλλες πηγές. Μόνο αν η ελληνική σοσιαλδημοκρατία «ανακαλύψει» τη δική της εναλλακτική αφήγηση στο δίλημμα «επιχειρηματικότητα ή κράτος-λάφυρο» θα ξαναγίνει ΠαΣοΚ, με αυτό ή και χωρίς αυτό. Αυτή η «αφήγηση-ιδέα» δεν θα είναι έργο ενός ηγέτη, αλλά ενός δημοκρατικού και πολυτασικού κόμματος ιδεών. Διαφορετικά τα επικολυρικά «δεν λοξοκοιτάμε», «το όνομα μας είναι η ψυχή μας», «νέοι άνθρωποι» κινδυνεύουν να καταλήξουν στο «αποθανέτω η ψυχή μας μετά των λίγων εναπομεινάντων φίλων».

*πρώην επιστημονικός διευθυντής στο ΙΣΤΑΜΕ «Ανδρέας Παπανδρέου»