Οι άκριτες βολές κατά της βιομηχανίας ειδών διατροφής και τα στρεφόμενα κατά της γεωργίας μέτρα «πράσινης ανάπτυξης», σύντομα θα δημιουργήσουν εκρηκτικά προβλήματα.
Του Αθαν. Χ. Παπανδρόπουλου
Ενώ το καζάνι ήδη βράζει και στην Ελλάδα – ίσως όχι ακριβώς για τους ίδιους λόγους – στην Ευρώπη ο αγροτικός ξεσηκωμός γίνεται όλο και πιο απειλητικός. Σε ορισμένες περιπτώσεις δε, όπως αυτή της Γαλλίας αποκτά και ένα πρωτόγνωρο κοινωνικό και ψυχολογικό περιεχόμενο.
Ακόμα χειρότερα, στη γαλλική περίπτωση η οποία παίρνει διαστάσεις, οι οργανωμένες διαμαρτυρίες, πήραν δραματική τροπή μετά το θάνατο μιας τριανταπεντάχρονης αγρότισσας, η οποία σκοτώθηκε στην προσπάθεια της να βάλει φράγμα σε μεγάλο γαλλικό αυτοκινητόδρομο. Αν και το ατύχημα οφείλεται στην αποκαλούμενη «κακιά ώρα», εν τούτοις είχε και έχει βαρύτερο συναισθηματικό φορτίο. Ποια είναι όμως τα βαθύτερα αίτια του ξεσηκωμού των αγροτών στην Ευρώπη;
Αν και στο επίπεδο αυτό τα πράγματα παρουσιάζουν διαφορές εν τούτοις στην γαλλο-γερμανική περίπτωση υπάρχουν ομοιότητες που από μόνες τους αποτελούν τροφή για σκέψη.
Πολλοί από αυτούς που διαμαρτύρονται, αντιμετωπίζουν σοβαρά προβλήματα ενεργειακού κόστους, αλλά και υψηλών δαπανών που συνεπάγονται οι αποκαλούμενες «πράσινες πολιτικές». Αυτές οι τελευταίες, κατά τον Α.Ρουσώ, πρόεδρο της μεγαλύτερης γαλλικής Αγροτικής Ομοσπονδίας (FNSEA), είναι αποτέλεσμα της ασχετοσύνης και της τεχνοκρατικής αντίληψης οικολόγων τεχνοκρατών της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, που όπως λέει, σίγουρα ποτέ δεν επισκέφθηκαν μια γεωργική- κτηνοτροφική παραγωγική μονάδα. Επιχειρούν έτσι να αντιμετωπίσουν την περίφημη κλιματική αλλαγή με ιδεοληπτικά κριτήρια και όχι με δεδομένα της πραγματικότητας. Με αποτέλεσμα, να οδηγούν το κόστος της πρωτογενούς παραγωγής στα ύψη, χωρίς να υπολογίζουν ποιος θα το πληρώσει και πώς.
Υπό αυτή την έννοια, τα «πράσινα» κριτήρια στην αγροτική και κτηνοτροφική παραγωγή που η Ε.Ε. προσπάθησε να επιβάλλει σε διεθνές επίπεδο, τελικά γίνονται μπούμερανγκ για την ίδια και αποδυναμώνουν τον ευρωπαϊκό αγροτικό τομέα, υποστηρίζουν στις Βρυξέλλες εκπρόσωποι των αγροτικών οργανώσεων.
Από την άλλη μεριά, οι ισχυρές ευρωπαϊκές κυβερνήσεις, που συμμετέχουν ενεργά στη λήψη μέτρων σχετικών με την αγρό-κτηνοτροφική παραγωγή και την διακίνησή της, «υποτιμούν τον αγροτικό κόσμο και τις αξίες του, τον θεωρούν ασύμβατο με την περίφημη ψηφιακή εποχή και τον παραμερίζουν από το κοινωνικό γίγνεσθαι. Πρόκειται για ολέθριες αντιλήψεις, που υποδηλώνουν ότι κάποτε όλη η ανθρωπότητα θα σιτίζεται με χάπια», τονίζει ο Νικλαας βαν Νταΐκ, Ολλανδός αγρότης και συνεταιριστής.
Αυτές είναι οι πιο σημαντικές σκέψεις που εκφράζονται και από πολλούς άλλους αγρότες στις χώρες που προαναφέραμε, οι οποίοι θεωρούν ότι εκ προθέσεως οδηγούνται στην εξαφάνιση τους. Αυτός είναι και ο λόγος που ο Α.Ρουσώ δηλώνει ότι σήμερα το γαλλικό αγροτικό κίνημα δεν πρόκειται να υποχωρήσει σε καμμία περίπτωση αν δεν αποκατασταθεί η… αξιοπρέπειά του.
Ως φαίνεται δε, οι Γάλλοι αγρότες τουλάχιστον, είναι αποφασισμένοι να φθάσουν στα άκρα.
Δεν είναι όμως μόνον οι αγρότες που ανησυχούν και προβληματίζονται στην αγροδιατροφική αλυσίδα. Μεγάλος εκνευρισμός επικρατεί και στη βιομηχανία τροφίμων.
Ένας κλάδος που όπως αυτό συμβαίνει στην Ελλάδα, είναι και το εύκολο εξιλαστήριο θύμα σε περιόδους πληθωριστικών πιέσεων, κλιματικών κρίσεων και εισοδηματικής αβεβαιότητας. Βέβαια για την ελληνική κυβέρνηση και τη δημοτικότητα της, είναι πολύ πιο εύκολο και επικοινωνιακά αποτελεσματικό να επιβάλλει πρόστιμα σε θυγατρικές πολυεθνικών επιχειρήσεων, τα περισσότερα από τα οποία θα καταπέσουν, παρά να εξετάζει την μηδενική πρόοδο στην εγχώριο παραγωγικότητα, που είναι η χαμηλότερη στην E.E. και η πιο σοβαρή πηγή κρίσεων και στρεβλώσεων στην οικονομία. Συμπεριλαμβανόμενου και του πληθωρισμού.
Είναι σαφώς ευκολότερο να πιπιλίζεται η καραμέλα της αισχροκέρδειας οργανωμένων επιχειρήσεων, παρά να προωθούνται ο οικονομικός αλφαβητισμός για παράδειγμα και μια βαθειά μεταρρύθμιση του κράτους. Σε μια περίοδο μάλιστα όπου στην ουσία η κυβέρνηση δεν έχει φερέγγυο και ισχυρό αντίπαλο, ως αξιωματική αντιπολίτευση.
Όλα αυτά όμως, δυστυχώς, δεν εντάσσονται στη λογική του πολιτικού μάρκετινγκ και της συναφούς με αυτό πολιτικής επικοινωνίας, δύο τάσεις που είναι κυρίαρχες στον κυβερνητικό σχηματισμό.
Στο ενδιάμεσο όμως, για μια ακόμη φορά διασύρεται και δαιμονοποιείται ο παραγωγικός ιστός της χώρας, με τον νέου τύπου κρατισμό να είναι πανταχού παρών και να γνωρίζει όντως καλύτερες ημέρες.
Πέρα από όλα αυτά όμως, καλό θα ήταν να πληροφορείται περισσότερο η κοινή γνώμη με το τι συμβαίνει στην Ερυθρά Θάλασσα και ποιο τελικά θα είναι το κόστος του άτυπου και ασύμμετρου πολέμου που οι διεθνείς δυνάμεις του αυταρχισμού και του ισλαμισμού έχουν κηρύξει κατά της δημοκρατίας.