Ποιοι πρωθυπουργοί «φούσκωσαν» το χρέος στα 400 δισ. ευρώ!… Του Δημήτρη Στεργίου

1364

Καθώς έως το και το 1974 η χώρα παρουσίαζε μηδενικό χρέος, 13 πρωθυπουργοί, μετά το 1975 ανταγωνίζονταν ποιος θα το αυξήσει ακόμα περισσότερο, ενώ για τη μείωσή του έγινε η πιο άγρα επίθεση στην ιδιωτική περιουσία το 2012 με το «κούρεμα», αλλά τα 140 δις. ευρώ πήγαν … αλλού!

Του Δημήτρη Στεργίου

Έως το 1974 η χώρα μας παρουσίαζε, όπως προκύπτει από τον παρατιθέμενο πίνακα 1, μηδενικό χρέος, το οποίο, ωστόσο, άρχιζε να αυξάνεται, δειλά στην αρχή, εντονότερα στη συνέχεια, από τον πρώτο ήδη χρόνο της μεταπολίτευσης, μολονότι η ελληνική οικονομία είχε δοκιμαστεί εφιαλτικά από δύο ενεργειακές κρίσεις (1972 και 1972) και είχε μετατραπεί, παρ’ ολίγον, σε πολεμική (γεγονότα του 1974). Κατά την πρώτη περίοδο (1975-1981) διακυβέρνησης της χώρας από το κόμμα της Νέας Δημοκρατίας, αρχικά από τον Κωνσταντίνο Καραμανλή και τα δύο τελευταία χρόνια (1980-1981) από τον Γεώργιο Ράλλη, το δημόσιο χρέος ανήλθε (από το 1975 έως το 1981) σε 852 δις. δραχμές ή (με αναγωγή) σε 2,4 δις. ευρώ ή στο 34,5% του ΑΕΠ. Σημειώνεται ότι από αυτό το χρέος των 2,4 δισ. ευρώ, ένα ακριβώς δις. ευρώ προστέθηκαν τα δύο τελευταία χρόνια της περιόδου αυτής, δηλαδή το 1980 και το 1981, με πρωθυπουργό τον Γεώργιο Ράλλη, ο οποίος είχε εγκαινιάσει τον πρώτο μακροοικονομικό λαϊκισμό με προεκλογικές παροχές για ως «ανάχωμα» στην ορμή της «Αλλαγής» που υποσχόταν το ΠΑΣΟΚ με τον Ανδρέα Παπανδρέου.

Ολέθριος μακροοικονομικός λαϊκισμός

Αυτόν τον ολέθριο «μακροοικονομικό λαϊκισμό» περιέγραψε σε άρθρο του που έγραψε αποκλειστικά για τον «Οικονομικό Ταχυδρόμο» (δημοσιεύθηκε στο τεύχος 22 Ιουνίου του 1995) ο καθηγητής τότε στο Οικονομικό Πανεπιστήμιο Αθηνών Νίκος Χριστοδουλάκης για τη δεκαπενταετή περίοδο 1980 – 1994, αλλά έκανε σχεδόν τα αντίθετα αργότερα ως υπουργός Οικονομίας και Οικονομικών επί κυβερνήσεως Σημίτη (2001-2004), όταν το χρέος αυξήθηκε κατά 70 δις. ευρώ! Συγκεκριμένα, στο άρθρο αυτό ο Νίκος Χριστοδουλάκης τόνιζε, μεταξύ πολλών άλλων πολύ άλλων, τα ακόλουθα:

«Δεκαπέντε χρόνια μετά όλοι πλέον αναγνω ρίζουν ότι θα μπορούσε να έχει ακολουθηθεί μία βαθμιαία ικανοποίηση αυτών των στόχων με προϋπόθεση την παράλληλη αύξηση της παραγωγικής δυνατότητας της χώρας. Α υτό όμως δεν έγινε. Ο ι κυβερνήσεις, οι επιχειρήσεις, οι φορείς και τα συνδικάτα είχαν κυριευθεί από μία καλπάζουσα ανυπομονησία εκπ λήρωσης «εδώ και τώρα» των αυξημένω ν καταναλω τικών αναγκών των στρωμάτων που κατά καιρούς εκπροσωπούσαν ή υποστήριζαν, μετακυλίοντας στο μέλλον την απαιτούμενη προσπάθεια εξεύρεσης των πόρων που θα τις χρηματοδοτούσαν. Με ελάχιστες εξαιρ έσ εις, ολόκληρη η δεκα π ενταετής π ερ ίοδος 1980-94 χαρακτηρίζετα ι από το φ αινόμενο που ο Rüdiger Dornbusch αποκάλεσε «μακροοικονομικό λαϊκισμό». Σύμφωνα με αυτόν, κυβερνήσεις που θέλουν να γίνουν αρεστές σε ορισμένα στρώματα για μια συγκεκριμένη και σύντομη χρονική περίοδο, καταφεύγουν σε καταναλω τικές παροχές χωρίς παράλληλα να εξασφαλίζουν τη χρηματοδότησή τους από τη χρονικώς προηγούμενη ή τουλάχιστον ταυτόχρονη αύξηση των παραγω γικώ ν δραστηριοτήτων. Ό τα ν συμβεί αυτό, η κυβέρνηση αναγκάζεται να δανειστεί και, για να αποπληρώσει το χρέος που δημιουργείται, προβαίνει σε αύξηση της φορολογίας σε μελλοντικές χρονικές περιόδους επιβαρύνονται τις επερχόμενες γενεές. Ανάλογα με το ποια στρώματα επιβαρύνονται περισσότερο την εξοικονόμηση των μελλοντικών φορολογικών εσόδων, μπορεί κανείς να διακρίνει τρεις τουλάχιστον τρόπους οι οποίοι έχουν σημαντικά διαφορετικές επιπτώσεις στην κατανομή εισοδήματος, τα κίνητρα οικονομικής δραστηριότητας…»

Μετά την επικράτηση του ΠΑΣΟΚ στις εκλογές του 1981 ο μακροοικονομικός λαϊκισμός για άλλους λόγους άρχισε να σαρώνει ό,τι είχε απομείνει όρθιο στην ελληνική οικονομία με αποτέλεσμα αμέσως μετά τις εκλογές του 1985 «για ακόμα καλύτερες μέρες» ανακοινώθηκε στις 14 Οκτωβρίου του ίδιους έτους το πιο σκληρό πακέτο λιτότητας που είχαν γνωρίσει εργαζόμενοι και φορολογούμενοι έως τότε. Τότε, το 1985, το χρέος σχεδόν τριπλασιάστηκε, αφού 2,4 δις. ευρώ έφτασε στα 8,6 δις. ευρώ για να εκτοξευθεί στο 21,5 δις. ευρώ το μοιραίο προεκλογικό έτος του «Τσοβόλα δώστ΄όλα», το 1989!

Από το έτος αυτό κι ενώ η χώρα μας είχε ήδη ενταχθεί από το 1981 στην ΕΟΚ ο άφρων μακροοικονομικός λαϊκισμός συνεχίστηκε με το χρέος να καλπάζει συνεχώς και να φτάσει στα 60,5 δις. ευρώ και να σπάσει το φράγμα του 100% του ΑΕΠ (111,6% του ΑΕΠ) το 1993. Δυστυχώς, κι όλα τα επόμενα χρόνια και ιδιαίτερα επί πρωθυπουργίας του Κώστα Σημίτη, μολονότι εξασφαλίσθηκαν τότε ικανοποιητικοί ρυθμοί ανάπτυξης, το χρέος αντί ανάλογης δραστικής μείωσης διογκωνόταν συνεχώς (αυξήθηκε κατά 70 δις. ευρώ) με ρεκόρ αύξησης εκείνο του Κώστα Καραμανλή κατά 131,9%, το οποίο το μοιραίο, λόγω της σοβούσης τότε διεθνούς νομισματοπιστωτικής αναταραχής 2009, έφτασε στα 299,7 δις. ευρώ ή στο 129,85 του ΑΕΠ. Τότε το χρέος αυτό χαρακτηρίστηκες ως μη βιώσιμο και η χώρα, η ελληνική οικονομία παραδόθηκε, όπως και το 1897 (Διεθνής Οικονομικός Έλεγχος που διήρκεσε ως το 1977!) στους δανειστές, στην «τρόικα» (Ευρωπαϊκή Κεντρική Επιτροπή, Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα, Διεθνές Νομισματικός Ταμείο) το 2010.

Έτσι, το χρέος το δεύτερο (το 2011) μόλις έτος ένταξης της χώρας στο πρώτο Μνημόνιο έφτασε στο ιλιγγιώδες επίπεδο των 355,7 δις. ευρώ, αλλά χαρακτηριζόταν τότε ως … «βιώσιμο»!.

«Κούρεμα» 2012: Η επί άγρια επίθεσης κατά της ιδιωτικής περιουσίας!

Αποτέλεσμα αυτής της επιδείνωσης της οικονομικής κατάστασης το 2011 ήταν η απόφαση στη Σύνοδο Κορυφής στις 26 Οκτωβρίου 2011 για περαιτέρω βοήθεια προς την Ελλάδα, δηλαδή για ένα νέο πρόγραμμα με αύξηση της βοήθειας των 109 δισ. ευρώ του Ιουλίου σε 130 δισ. ευρώ, το οποίο μαζί με το υπόλοιπο του πρώτου προγράμματος έφτανε στο ιλιγγιώδες ποσό των 167 δις. ευρώ!!! Το πρόγραμμα όμως αυτό περιελάμβανε την εθελοντική ανταλλαγή ομολόγων που διακρατούσε ο ιδιωτικός τομέας με νέα ομόλογα, με παράλληλη περικοπή της ονομαστικής αξίας κατά 50%! Πρόκειται, δηλαδή, για το γνωστό «κούρεμα» ή PSI, που αποτελεί την αγριότερη παρέμβαση σε οικονομία και την εφιαλτικότερη λεηλασία της ιδιωτικής περιουσίας, των τραπεζών και των ασφαλιστικών ταμείων.

Αλλά, η απογοήτευση και η αγανάκτηση αυτή διατρανώνεται και από τη μελαγχολική διαπίστωση ότι πήγε στράφι και η τεράστια αυτή θυσία του ελληνικού λαού, όπως και όλες στη συνέχεια. Το πρώτο δίμηνο του 2012 ολοκληρώθηκαν οι διαπραγματεύσεις για το πρόγραμμα αυτό, για το «κούρεμα», δηλαδή. Όπως προκύπτει από την έκδοση της Τράπεζας της Ελλάδος «Το Χρονικό της Κρίσης: 2010-2013», το συνολικό καθαρό όφελος (μείωση του χρέους) των 137,9 δις. ευρώ που προέκυψε από το «κούρεμα» μετριάστηκε σημαντικά λόγω: α) της ανάγκης για ανακεφαλαιοποίηση των ελληνικών τραπεζών με έκδοση νέου χρέους ύψους 41 δις. ευρώ εντός του 2012, β) του δανεισμού ύψους 11,3 δις. ευρώ για την επαναγορά χρέους το Δεκέμβριο, γ) του γεγονότος ότι η μείωση της αξίας των ομολόγων που διακρατούσαν τα ελληνικά ασφαλιστικά ταμεία ή άλλοι φορείς, ύψους 16,2 δις. ευρώ, δεν οδήγησε σε μείωση του χρέους, επειδή επρόκειτο για ενδοκυβερνητικό χρέος, δ) του δανεισμού 4,5 δις. ευρώ για την παροχή ομολόγων του ΕΦΣΕ στα ασφαλιστικά ταμεία ως αντισταθμικού οφέλους έναντι της μείωσης των απαιτήσεων που υπέστησαν, ε) της ανάγκης δανεισμού 11,9 δισ. ευρώ για την κάλυψη του ελλείμματος του 2012 και στ) λοιπών υποχρεώσεων του Δημοσίου (π.χ. πληρωμές στον ΕΜΣ, πληρωμές παλαιών οφειλών κλπ) συνολικού ύψους 1,9 δισ. ευρώ.

Δηλαδή, ενώ το «κούρεμα» αυτό έγινε για αντίστοιχη μείωση του χρέους, το καθαρό αποτέλεσμα, μετά τις συναλλαγές αυτές για αλλότριους σκοπούς, ήταν η μείωση του χρέους εντός του 2012 να περιοριστεί μόνο κατά 51,8 δισ. ευρώ. Πράγματι, το χρέος που το 2011 είχε διαμορφωθεί σε 355,7 δισ. ευρώ το 2011 (από 329,4 δισ. ευρώ το 2010!!!), το 2012 συρρικνώθηκε στα 303,9 δισ. ευρώ, δηλαδή μειώθηκε κατά 51,8 δισ. ευρώ, αλλά την επόμενη χρονιά (2013) αυξήθηκε κατά 16 περίπου δισ. ευρώ, δηλαδή στα 319,9 δισ. ευρώ. Και η άνοδος συνεχιζόταν με αποτέλεσμα να … εξαφανιστεί όλο σχεδόν και το ποσό (51,8 δις. ευρώ) που τελικά πήγε για μείωση του χρέους, αφού τα επόμενα χρόνια αυξήθηκε σχεδόν ισόποσα για να φτάσει σήμερα (2021) στα 355 δις. ευρώ (χωρίς το κούρεμα θα ήταν πάνω από 400 δις. ευρώ.

Πίνακας 1: Εξέλιξη δημόσιου χρέους ανά κυβερνήσεις (1961-2021)

Έτος Χρέος (δις. δραχμές και δις. ευρώ) Χρέος (% ΑΕΠ Κυβερνήσεις
1961 Μηδέν Μηδέν Κωνσταντίνος Καραμανλής (ΕΡΕ)
1962 Μηδέν Μηδέν Κωνσταντίνος Καραμανλής (ΕΡΕ)
1963 Μηδέν Μηδέν Κωνσταντίνος Καραμανλής (ΕΡΕ)
1964 Μηδέν Μηδέν Γεώργιος Παπανδρέου (ΕΚ)
1965 Μηδέν Μηδέν Γεώργιος Παπανδρέου (ΕΚ) – Στέφανος Στεφανόπουλος (Αποστάτες)
1966 Μηδέν Μηδέν Στέφ. Στεφανόπουλος (Αποστάτες)
1967 Μηδέν Μηδέν Χούντα
1968 Μηδέν Μηδέν Χούντα
1969 Μηδέν Μηδέν Χούντα
1970 Μηδέν Μηδέν Χούντα
1971 Μηδέν Μηδέν Χούντα
1972 Μηδέν Μηδέν Χούντα
1973 Μηδέν Μηδέν Χούντα
1974 Μηδέν Μηδέν Χούντα- Εθνικής Ενότητας
1975 193 (0,5 δις. ευρώ) 24,7 Κωνσταντίνος Καραμανλής (ΝΔ)
1976 239 (0,7 δις. ευρώ) 24,6 Κωνσταντίνος Καραμανλής (ΝΔ)
1977 293 (0,9 δις. ευρώ) 25,7 Κωνσταντίνος Καραμανλής (ΝΔ)
1978 390 (1,1 δις. ευρώ) 28,0 Κωνσταντίνος Καραμανλής (ΝΔ)
1979 474 (1,4 δις. ευρώ) 27,5 Κωνσταντίνος Καραμανλής (ΝΔ)
1980 591 (1,7 δις. ευρώ) 28,6 Γεώργιος Ράλλης (ΝΔ)
1981 852 (2,4 δις. ευρώ, 34,5 Γεώργιος Ράλλης (ΝΔ)
1982 1.281 (3,6 δις. ευρώ) 41,3 Ανδρέας Παπανδρέου (ΠΑΣΟΚ)
1983 1.550 (4,5 δις. ευρώ) 41,9 Ανδρέας Παπανδρέου (ΠΑΣΟΚ)
1984 2.207 (6,5 δις. ευρώ) 48,0 Ανδρέας Παπανδρέου (ΠΑΣΟΚ)
1985 3.064 (8,6 δις. ευρώ) 54,7 Ανδρέας Παπανδρέου (ΠΑΣΟΚ)
1986 3.743 (11,0 δις. ευρώ) 55,9 Ανδρέας Παπανδρέου (ΠΑΣΟΚ)
1987 4.687 (13,8 δις. ευρώ) 62,2 Ανδρέας Παπανδρέου (ΠΑΣΟΚ)
1988 6.127 (18,0 δις. ευρώ) 66,8 Ανδρέας Παπανδρέου (ΠΑΣΟΚ)
1989 7.621 ( 21,5 δις. ευρώ) 69,9 Ανδρέας Παπανδρέου (ΠΑΣΟΚ)
1990 10.608 (29,9 δις. ευρώ) 80,7 Τζαννετάκης-Ζολώτας (Συνεργασίας – Οικουμενική)
1991 13.527 (38,1 δις. ευρώ) 83,3 Κων. Μητσοτάκης (ΝΔ)
1992 16.707 (46,8 δις. ευρώ) 89,0 Κων. Μητσοτάκης (ΝΔ)
1993 23.593 (60,5 δις ευρώ) 111,6 Κων. Μητσοτάκης (ΝΔ)
1994 26.223 (77,0 δις. ευρώ) 109,3 Ανδρέας Παπανδρέου (ΠΑΣΟΚ)
1995 29.603 (86,9 δις. ευρώ) 110,1 Ανδρέας Παπανδρέου (ΠΑΣΟΚ)
1996 33.323 (97,8 δις. ευρώ) 112,2 Ανδρέας Παπανδρέου (ΠΑΣΟΚ)
1997 35.863 (105,2 δις. ευρώ) 109,5 Κωνσταντίνος Σημίτης (ΠΑΣΟΚ)
1998 37.835 (111,0 δις. ευρώ) 105,8 Κωνσταντίνος Σημίτης (ΠΑΣΟΚ)
1999 39.903 (117,1 δις. ευρώ) 104,6 Κωνσταντίνος Σημίτης (ΠΑΣΟΚ)
2000 42.515 (124,8 δις. ευρώ) 103,5 Κωνσταντίνος Σημίτης (ΠΑΣΟΚ)
2001 151,9 103,7 Κωνσταντίνος Σημίτης (ΠΑΣΟΚ)
2002 158,9 101,9 Κωνσταντίνος Σημίτης (ΠΑΣΟΚ)
2003 167,8 97,4 Κωνσταντίνος Σημίτης (ΠΑΣΟΚ)
2004 183,2 98,9 Κώστας Καραμανλής (ΝΔ)
2005 212,4 110,0 Κώστας Καραμανλής (ΝΔ)
2006 224,9 107,8 Κώστας Καραμανλής (ΝΔ)
2007 239,5 107,5 Κώστας Καραμανλής (ΝΔ)
2008 263,2 113,0 Κώστας Καραμανλής (ΝΔ)
2009 299,7 129,8 Κώστας Καραμανλής (ΝΔ)
2010 337,3 148,4 Γιώργος Παπανδρέου (ΠΑΣΟΚ)
2011 355,7 170,6 Γιώργος Παπανδρέου (ΠΑΣΟΚ)
2012 303,9 156,9 Αντ. Σαμαράς (ΝΔ-ΠΑΣΟΚ-ΔΗΜΑΡ)
2013 319,2 174,9 Αντ. Σαμαράς (ΝΔ-ΠΑΣΟΚ-ΔΗΜΑΡ
2014 319,6 179,7 Αντ. Σαμαράς (ΝΔ-ΠΑΣΟΚ)
2015 311,7 177,4 Αλέξης Τσίπρας (Συνασπισμός)
2016 315,0 180,3 Αλέξης Τσίπρας (Συνασπισμός)
2017 317,4 179,2 Αλέξης Τσίπρας (Συνασπισμός)
2018 334,7 186,2 Αλέξης Τσίπρας (Συνασπισμός)
2019 331,1 180,5 Κυριάκος Μητσοτάκης (ΝΔ)
2020 341,0 205,6 Κυριάκος Μητσοτάκης (ΝΔ)
2021 350,0 197,9 Κυριάκος Μητσοτάκης (ΝΔ)

Πηγή: Κρατικοί προϋπολογισμοί

Πίνακας 2: Ποιοι πρωθυπουργοί «φούσκωσαν» το χρέος στα 400 δισ. ευρώ!

Σε δις. ευρώ % ΑΕΠ Μεταβολή (δις. ευρώ) Μεταβολή (% ΑΕΠ) Πρωθυπουργοί
Από 1974 Στο 1981 Από 1974 Στο 1981 Κ. Καραμανλής – Γ. Ράλλης
0 2,4 0 34,5 2,4 34,5
Από 1981 Στο 1989 Από 1981 Στο 1989 Α. Παπανδρέου
2,4 21,5 34,5 69,9 19,1 35,4
Από 1989 Στο 1990 Από 1989 Στο 1990 Τζαννετάκης- Ζολώτας
21,5 29,9 66,9 80,7 8,4 13,8
Από 1990 Στο 1993 Από 1990 Στο 1993 Κ. Μητσοτάκης
29,9 60,5 80,7 111,6 30,6 30,9
Από 1993 Στο 1996 Από 1993 Στο 1996 Α. Παπανδρέου
60,5 97,8 111,6 112,2 37,3 0,6
Από 1996 Στο 2003 Από 1996 Στο 2003 Κ. Σημίτης
97,8 167,8 112,2 97,4 70,0 -14,8
Από 2003 Στο 2009 Από 2003 Στο 2009 Κ. Καραμανλής
167,8 299,7 97,4 129,8 131,9 32,4
Από 2009 Στο 2011 Από 2009 Στο 2011 Γ. Παπανδρέου
299,7 355,7 129,8 170,6 56,0 40,8
Από 2011 Στο 2014 Από 2011 Στο 2014 Α. Σαμαράς κλπ
355,7 319,6 170,6 179,7 -36,1* 9,1
Από 2014 Στο 2018 Από 2014 Στο 2018 Α. Τσίπρας
319,6 334,7 179,7 186,2 15,5 6,5
Από 2018 Στο 2021 Από 2018 Στο 2021 Κ. Μητσοτάκης
334,7 350,0 186,2 197,9 15,7 11,7

Πηγή: Επεξεργασία στοιχείων ΕΛΣΤΑΤ, Eurostat

*Η μείωση οφείλεται στο ποσό των 51,8 δις. ευρώ που διατέθηκε για τη μείωση τάχα του χρέους από το συνολικό ποσό των 140 δις. που εξασφαλίσθηκε από το «κούρεμα»! Δηλαδή, στην πραγματικότητα αυξήθηκε κατά 14,7 δις. ευρώ και χωρίς αυτό το «κούρεμα» το χρέος θα είχε διαμορφωθεί στα επίπεδα των 370 περίπου δις. ευρώ και σήμερα στα επίπεδα των 400 περίπου δις. ευρώ!!!