Ποιος κυβερνάει αυτόν τον τόπο;… Του Πέτρου Βενέτη

282

Όλα τα έχει η Μαριορή οι κρατικοποιήσεις τη μαραίνουν

Του Πέτρου Βενέτη

Το 1980, ο Ανδρέας Παπανδρέου, όντας στην αντιπολίτευση, φώναζε στη Βουλή, με την χαρακτηριστική φωνή του: «ποιος κυβερνάει αυτόν τον τόπο;»
Αυτός υπονοούσε ένα (ανύπαρκτο) παρακράτος, αλλά ταίριαζε και θα ταίριαζε και σήμερα με την νοοτροπία των μανδαρίνων του Δημοσίου.

Δύο μήνες πριν, η κυβέρνηση ζήτησε από 2500 φορείς του Δημοσίου, να ορίσουν κάποιον υπεύθυνο για την κατανάλωση ενέργειας, για να προχωρήσουν σε μέτρα εξοικονόμησης.

Δύο μήνες μετά, μόνο 220 φορείς (λιγότερο από 10%), προχώρησαν στην εφαρμογή της οδηγίας. Οι υπόλοιποι την έγραψαν εκεί που συνήθως μας γράφουν, αφού κανένας δεν έχει τολμήσει να κάνει κάτι μ’ αυτό.

Η ουσία του μέτρου δεν είναι τόσο σημαντική, αφού το Δημόσιο δεν καταναλώνει περισσότερο από το 10% της ενέργειας.

Σημασία έχει αυτό το συνεχές «γράψιμο», που μόνο με επίδειξη ισχύος μοιάζει, γιατί σαν έργο δεν απαιτεί ούτε φαιά ουσία (είδος «εν ανεπαρκεία»), ούτε θερμίδες (προστατευόμενο είδος, μόνο για οικιακή χρήση).

Είναι χαρακτηριστικό το πως ο πρόεδρος της κεντρικής Ένωσης Δήμων Ελλάδας, πέταξε την μπάλα στις κερκίδες, χρησιμοποιώντας σαν δικαιολογία «η εικόνα των δήμων, είναι ίδια με την εικόνα του Δημοσίου της Ελλάδας. Δεν είμαστε καλύτεροι, αλλά δεν είμαστε και χειρότεροι».

Αυτό δεν σηκώνει κανενός είδους σχόλιο.

Το Δημόσιο είναι αυτό που είναι και το έχουμε αποδεχτεί. Όταν ασχολείσαι με τα κοινά, σημασία έχει το πόσο κοντά είσαι σ’ αυτό το μοντελάκι για να δικαιούσαι να αποφασίζεις αν θα εφαρμόσεις ή όχι τις αποφάσεις της κεντρικής διοίκησης.

Παρ’ όλ’ αυτά, ο ΣΥΡΙΖΑ υπόσχεται να επανακρατικοποιήσει την ΔΕΗ και ξέρει ότι θα κερδίσει ψήφους μ’ αυτό.

Γιατί ο άλλος δεν το βλέπει σαν πολίτης, για να ενοχληθεί, που τον θεωρούν ραγιά.

Το βλέπει σαν ακόμα μια τρύπα να «τρουπώσει», να λουφάρει και να νοιώθει σίγουρος για την είσπραξη.

Το ίδιο και οι γονείς του.

Στο μεταξύ, ας προσπαθήσουμε εμείς οι υποτακτικοί, να κάνουμε όση οικονομία στην ενέργεια μπορούμε, στο σπίτι, στο γραφείο και στο κατάστημα, μπας και γλυτώσουμε τα χειρότερα, τα οποία δεν φαίνεται να συγκινούν τα πραγματικά «αφεντικά» μας.