Ποιος θα είναι αύριο ο ρόλος της βιομηχανίας τροφίμων στην αλυσίδα αξίας; Το παραγωγικό μοντέλο στόν αγροτικό τομέα μπορεί να ακολουθήσει?… Του Γρηγόρη Αντωνιάδη

437

Του Γρηγόρη Αντωνιάδη

Η Ελληνική Βιομηχανία Τροφίμων-ΕΒΤ,( μαζί με τον τουρισμό και την ναυτιλία), είναι βασικός πυλώνας της Ελληνικής οικονομίας. Είναι σύγχρονη, εξωστρεφής, καινοτόμος, ανταγωνιστική  και ανθεκτική όπως απέδειξε στην 10ετη κρίση.
Κάποια στοιχεία αποδεικνύουν του λόγου το αληθές.

Η ΕΒΤ κατέχει το 24% της Ελληνικής μεταποίησης , με δεύτερο κλάδο τα μεταλλικά προϊόντα σε απόσταση με 14%.
Απασχολεί το 37% των εργαζομένων στην μεταποίηση, από τους οποίους το 38% είναι πτυχιούχοι ΑΕΙ η μεταπτυχιακοί. Το αντίστοιχο ποσοστό στο σύνολο της οικονομίας είναι 29%.

Το 11% του συνολικού για την χωρά ποσού που δαπανάται για Ε&Α γίνεται από την ΕΒΤ. Και παρότι το νούμερο αυτό μπορεί να φαίνεται μικρό, μας κατατάσσει πρώτους στην Ευρώπη μεταξύ των άλλων βιομηχανιών τροφίμων.

Το 76% των εταιριών του κλάδου καινοτομούν με την ευρεία έννοια, κάτι που  κατατάσσει  την ΕΒΤ στην 4 θέση στην Ευρώπη.(Eurostat)

Οι εξαγωγές ανέρχονται στα 7 δις και αυξάνονταν ακόμα και κατά την διάρκεια των μνημονίων.(περίπου το 30% του κύκλου εργασιών της).

Αρά η ΕΒΤ  σε επίπεδο τεχνολογίας, ανταγωνιστικότητας, ασφάλειας αλλά και εξειδίκευσης του στελεχιακού της δυναμικού, είναι στην εμπροσθοφυλακή της Ελληνικής Οικονομίας και έτοιμη για τις προκλήσεις του αύριο.

Οι προκλήσεις για την EBT είναι πολλές και κάποιες από αυτές αφορούν την βιομηχανία ευρύτερα, όπως η πορεία των επιτοκίων, η παραγωγικότητα της εργασίας (πού στην Ελλάδα  είναι χαμηλή και συνδέεται με  τους μισθούς και το  επίπεδο του διαθέσιμου εισοδήματος, κάτι που την αφορά άμεσα), ο πληθωρισμός, το κόστος ενέργειας κτλ.

Ειδικά για την ΕΒΤ η πορεία των τιμών των πρώτων υλών είναι καθοριστική τόσο όσον αφορά την διαθεσιμότητα τους όσο και το κόστος. Και τα δυο τα βιώσαμε από την αρνητική τους πλευρά την τελευταία τριετία. Παρόλα αυτά η ΕΒΤ κατάφερε να διατηρήσει απρόσκοπτη την τροφοδοσία των καταστημάτων με πλήρη την γκάμα των προϊόντων της, σε αντίθεση με άλλες χώρες όπως το ΗΒ όπου παρατηρήθηκαν ελλείψεις στα ράφια.

Δυστυχώς η  γεωπολιτική πολύ-αστάθεια που συνεχίζεται με απρόβλεπτη την ημέρα επαναφοράς της κανονικότητας, η κλιματική αλλαγή και οι διαρθρωτικές αδυναμίες του Ελληνικού γεωργικού τομέα, αποτελούν προκλήσεις που θα συνεχίσουν να μας απασχολούν. Και να διατηρούν την αναταραχή των αγορών, των πρώτων υλών που αν και έχουν υποχωρήσει (με αρκετές εξαιρέσεις κακαο, χυμοί, ελαιόλαδο) παραμένουν ακόμα πολύ  πάνω από τα επίπεδα τιμών πρώτων υλών της προ Covid περιόδου.

Οι διαρθρωτικές αδυναμίες της ελληνικής αγροτικής παραγωγής, είναι γνωστές και διαχρονικές. Ενδεικτικά αξίζει να αναφερθούν οι εξής:

1) μικρός και κατακερματισμένος κλήρος, που έχει σαν αποτέλεσμα την ανυπαρξία οικονομίων κλίμακος.
2) Η αδυναμία στοίχισης των αγροτών πίσω από αποτελεσματικούς συλλογικούς φορείς όπως οι συνεταιρισμοί κτλ.
3) Η διαχρονική υποαπασχόληση του κεφαλαιουχικού εξοπλισμού.
4) Η απώλεια προστιθέμενης αξίας από τη χύμα εξαγωγή σημαντικών αγροτικών προϊόντων .
5) Η διαχρονική αδυναμία του πρωτογενούς τομέα να προσελκύσει στελέχη υψηλών προδιαγραφών.

Η απόσταση μεταξύ του Ευρωπαϊκού Βορρά και του Ευρωπαϊκού Νότου είναι ένα θέμα που μάλλον συντηρήθηκε μέσα από τις επιδοτήσεις της παλαιάς ΚΑΠ. Αυτό έχει πια αλλάξει και τώρα πρέπει να καλύψουμε την απόσταση  20 ετών που πέρασαν χωρίς να αναδομήσουμε και εκσυγχρονίσουμε τον αγροτικό μας τομέα.

Η ΕΒΤ χρειάζεται μια ισχυρή και αποτελεσματική ελληνική γεωργία. Οι λόγοι είναι πολλοί. Καταρχήν οι Έλληνες καταναλωτές απαιτούν κατά κύριο λόγο προϊόντα με Ελληνικές πρώτες ύλες. Η ποιότητα των Ελληνικών προϊόντων είναι κορυφαία και αυτό είναι η βάση του οικοδομήματος της ΕΒΤ.  Η γειτνίαση των πρώτων υλών είναι στοιχείο ασφάλειας για την βιομηχανία. Τέλος προσφέρει αυξημένη προστιθέμενη αξία που μένει στην χώρα και επιστρέφει εμμέσως στην ΕΒΤ μέσω των τελικών προϊόντων.

Η ετοιμότητα της ΕΒΤ να συμβάλει στην ανάπτυξη της οικονομίας είναι δεδομενη, πράγμα που δυστυχώς δεν της αναγνωρίζεται από την πολιτεία μετα και την απρόσμενη στοχοποίηση της ως αισχροκερδή και συνώνυμη της ακρίβειας.
Στην πράξη και μετά από ανάλυση στοιχείων της Eurostat και έρευνας του ΙΟΒΕ, η πραγματικότητα είναι μάλλον διαφορετική.

1. Ο πληθωρισμός των επεξεργασμένων τροφίμων ,(αυτά και μόνο  αφορούν την ΕΒΤ, όχι τα χύμα, φρούτα και λαχανικά, οι λαϊκές αγορές κτλ), επηρεάστηκε κατά το μεγαλύτερο μέρος του από το ελαιόλαδο, το οποίο τα τελευταία δυο χρόνια κατέγραψε αυξήσεις μεγαλύτερες του 140%, λόγω καταστροφικής παραγωγής παγκοσμίως. Εάν εξαιρεθεί  το ελαιόλαδο, οι αυξήσεις των επεξεργασμένων τροφίμων, συσσωρευτικά για την περίοδο 2020-2024,  υπήρξε  χαμηλότερος από  πολλές άλλες χώρες της ΕΕ.

2. Αξίζει να σημειωθεί ότι τον Απρίλιο του 2024 και σύμφωνα με  στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ, ενώ ο συνολικός πληθωρισμός των ειδών διατροφής ηταν 5.3% σε σχέση με τον Απρίλιο του 2023, ο πληθωρισμός των  τυποποιημένων προϊόντων  της ΕΒΤ, ήταν μόλις 0.6%!

3. Το μέσο επίπεδο τιμών των τυποποιημένων  τροφίμων (εξαιρουμένου του ελαιολαδου) παρουσιάζει μικρή διακύμανση και δεν έχει μεταβληθεί ουσιαστικά από τον Μάρτιο του 2023!

4. Ενώ η συσσωρευτική αύξηση των πρώτων υλών τροφίμων στην Ελλάδα για την περίοδο 2021-2023 ήταν 146%, ο δείκτης τιμών παραγωγού στην βιομηχανία τροφίμων ήταν 121%, γεγονός που ενισχύει την άποψη ότι η ΕΒΤ κάθε άλλο παρα επιδίωξε την ευκαιριακή αύξηση των κερδών της.

5. Σύμφωνα  με ανάλυση του ΙΕΛΚΑ τον Μάρτιο του 2024, ένα τυπικό καλάθι 45 περίπου αντιπροσωπευτικών προϊόντων, μεταξύ αυτών και πολλών βασικών τροφίμων, είναι κατά μέσο όρο 15-20% φθηνότερο από χώρες όπως ΗΒ, Γερμανία, Γαλλία, Ιταλία, Πορτογαλία…και Ρουμανία!. Εάν δε αφαιρέσουμε τον ισχύοντα ΦΠΑ σε όλες τις χώρες το Ελληνικό καλάθι γίνεται ακόμα φθηνότερο κατά 5-10%.