Πολιτειακός σοσιαλισμός… Του Δημήτρη Στεργίου

437

“Πανηγύρι” και με τα 27 δισ. ευρώ για την πανδημία;

Σύμφωνα με μελέτη του Οργανισμού Οικονομικής Συνεργασίας και Ανάπτυξης, το αίσθημα της κοινωνικής αδικίας κατά τη διάθεση εθνικών πόρων είναι έντονο, καθώς το 78% των Ελλήνων πιστεύει ότι υπηρεσίες και επιδόματα απολαμβάνουν πολίτες, οι οποίοι δεν τα δικαιούνται στην πραγματικότητα

Του Δημήτρη Στεργίου

Από στοιχεία που ανακοίνωσε το υπουργείο Οικονομικών προκύπτει ότι από τον Μάρτιο του 2020, όταν άρχισε η πανδημία στη χώρα μας έως τον περασμένο Φεβρουάριο, διατέθηκαν , με τη μορφή διάφορων παρεμβάσεων (επιστρεπτέα προκαταβολή, αποζημιώσεις ειδικού σκοπού, κάλυψη από τον κρατικό προϋπολογισμό των εργοδοτικών ασφαλιστικών εισφορών των υπαλλήλων των εποχικών επιχειρήσεων και των ξενοδοχείων, επιδόματα ανεργίας κλπ) για τη στήριξη νοικοκυριών και επιχειρήσεων 27 δισ. ευρώ.

Όλα καλά αυτά και μακάρι να πάνε σε καλή μεριά. Διότι, αυτά έκανε και ο Περικλής με τον “πολιτειακό σοσιαλισμό”, όπως επισημαίνει ο Ανρέας Ανδρεάδης, μοιράζοντας χρήματα από το Συμμαχικό Ταμείο προς όλους τους Αθηναίους, δικαιούχους και μη, και προκαλώντας την κατάρρευση της Αθηναϊκής Σημοκρατίας!!! Έτσι, το μείζον ερώτημα που προκύπτει και στην περίπτυωση αυτή, όπως, φυσικά, και στην περίπτωση του ελάχιστου εισοδήματος και των προνοιακών εισοδημάτων, είναι όλο το τεράστιο αυτό ποσό για μια υπερχρεωμένη χώρα εισπράχθηκε από πραγματικούς δικαιούχους. Το ερώτημα αυτό δεν είναι δικό μου, αλλά του Οργανισμού Οικονομικής Συνεργασίας και Ανάπτυξης (ΟΟΣΑ), της Παγκόσμιας Τράπεζας και της Τράπεζας της Ελλάδος. Οι διαπιστώσεις εμπειρικών και άλλων μελετών των διεθνών αυτών οργανισμών είναι μελαγχολικές και στηρίζονται σε προηγούμενα “πανηγύρτια” που στήνονται κάθε φορά που ανακοινώνονται προγράμματα αντιμετώπισης της φτώχειας ή στήριξης εισοδηματικά ασθενέστερων νοικοκυριών, ανέργων κλπ.

Με την ευκαιρία απλώς υπενθυμίζω ότι σύμφωνα με έρευνα του ΟΟΣΑ που κατέγραψε τις αντιλήψεις των πολιτών σε 21 χώρες για την κοινωνική πολιτική (βλ. OECD (2019), “Risks that Matter: Main Findings from the 2018 OECD Risks that Matter Survey,”΅είναι έντονο το αίσθημα της κοινωνικής αδικίας, καθώς το 78% των Ελλήνων πιστεύει ότι υπηρεσίες και επιδόματα απολαμβάνουν πολίτες, οι οποίοι δεν τα δικαιούνται στην πραγματικότητα.

Επίσης, υπενθυμίζω μία παλαιότερη μελέτη της Παγκόσµιας Τράπεζας για την καθολική εφαρµογή του ελάχιστου εγγυηµένου εισοδήµατος το 2013 στην Ελλάδα. Όπως επισημαίνει η Παγκόσμια Τράπεζα, εάν η επιλογή των δικαιούχων γινόταν µε βάση το πραγµατικό και όχι το δηλωθέν εισόδηµα των αιτούντων, ώστε να αποκλείονται όσοι ψευδώς εµφανίζονται να πληρούν τα εισοδηµατικά κριτήρια λόγω απόκρυψης του πραγµατικού εισοδήµατος, ο αριθµός των δικαιούχων εκτιµάτο ότι θα µειωνόταν σε 754.269 άτοµα (ή 7% του πληθυσµού) και το κόστος σε 681 εκατ. ευρώ (ή 0,4% του ΑΕΠ). Δηλαδή, θα µπορούσε να αυξήσει το εισόδηµα περίπου 1.200.000 ατόµων (ή 11% του πληθυσµού) µειώνοντας το χάσµα της φτώχειας κατά το 1/3. Το δηµοσιονοµικό κόστος εκτιµήθηκε σε 980 εκατ. ευρώ, δηλαδή 0,5% του ΑΕΠ ή περίπου 2,5% των κοινωνικών δαπανών.Tο κόστος αυτό θα µπορούσε να µειωθεί µε την αποτελεσµατικότερη αντιµετώπιση της φοροδιαφυγής και να χρηµατοδοτηθεί µέσω επανασχεδιασµού των υφιστάµενων κοινωνικών µεταβιβάσεων. Η διαπίστωση αυτή επιβεβαιώνεται από τις αποκλίσεις που παρατηρούνται µεταξύ πραγµατικών εισοδηµάτων και δηλωθέντων στην εφορία.

Αποκαλυπτικό και συνάμα καταγγελτικό είναι, μεταξύ άλλων, το άρθρο του επίκουρου καθηγητή στο Πάντειο Πανεπιστήμιο Κωνσταντίνου Δημουλά με τίτλο “Η εφαρμογή του Κοινωνικού Εισοδήματος Αλληλεγγύης στην Ελλάδα”, που δημοσιεύθηκε στο επιστημονικό περιοδικό “Κοινωνική Πολιτική” (Επιστημονική Εταιρεία Κοινωνικής Πολιτικής -2017), όπου πέρα από το ιστορικό με τις τρεις αποτυχημένες προσπάθειες εισαγωγής στη χώρα μας, παρουσιάζει πολλά στοιχεία και διαπιστώσεις από την εφαρμογή του ως αναπόσπαστου μέρος των υποχρεώσεων της χώρας απέναντι στους δανειστές της.

Ειδικότερα, παρουσιάζοντας ο κ. Δημουλάς τις βασικές προϋποθέσεις για την επιλογή των δικαιούχων του προγράμματος και τις παρενέργειές τους στην αποτελεσματικότητα του προγράμματος, αναφέρει τα εξής: “Με αυτά τα κριτήρια ενισχύθηκαν κυρίως όσοι εργάζονται σε αδήλωτες εργασίες, είναι αυτοαπασχολούμενοι ή αγρότες, η μέλη οικογενειών των παραπάνω επαγγελματικών δραστηριοτήτων σε βάρος των μισθωτών και των ανέργων. Σύμφωνα με τα διαθέσιμα στοιχεία το οικογενειακό εισόδημα των αγροτών σε ποσοστό 85% ήταν κάτω των 4.000 ευρώ και συνεπώς είναι επιλέξιμη μονάδα…”.

Είναι αλήθεια ότι για τον περιορισμό των φαινομένων μεγάλης διάστασης μεταξύ δηλουμένων και πραγματικών συνθηκών διαβίωσης, στην υπουργική απόφαση που ακολούθησε προβλέφθηκε η διενέργεια κοινωνικής έρευνας και η πραγματοποίηση επιτόπιων επισκέψεων από αρμόδιους κοινωνικούς λειτουργούς των κοινωνικών υπηρεσιών των δήμων και η κατάρτιση σχεδίων δράσης για την ένταξη των δικαιούχων κατά τη διακριτική τους ευχέρεια, δυνατότητα που είχε πολύ περιορισμένη πρακτική αξία εξαιτίας των μεγάλων ελλείψεων των δημοτικών υπηρεσιών σε στελέχη κοινωνικής πολιτικής και σε κοινωνικούς λειτουργούς. Αλλά, όπως επισημαίνει ο Κωνσταντίνος Δημουλάς, και αυτή τη φορά καταδείχθηκαν οι ανεπάρκειες και οι διοικητική αδυναμία της κοινωνικής διοίκησης τόσο στο εθνικό όσο και το τοπικό επίπεδο.

Επειδη το ποσοστό των Ελλήνων που υπομειίδίασε ξανά με το άκουσμα της διάθεσης αυτού του τεράστιου ποσού, το ερώτημα είναι το ίδιο: Γίνεται έλεγχος στη συνέχεια αν όλοι αυτοί που εισέπραξαν τα ποσά από τις διάφορες παρεμβάσεις είναι δικαιούχοι κι αν καταβάλλονται προσπάθειες για την αντιμετώπιση της απάτης από μέρους των δικαιούχων,όπως επισημαίνει η Παγκόσμια Τράπεζα και ο ΟΟΣΑ;