Πως η Τουρκία άθελα της προωθεί την Ευρωπαϊκή Αμυντική Συνεργασία… Του Δημήτρη Κούρκουλα

279

Του Δημήτρη Κούρκουλα

Μια ιδιαίτερα αξιοπρόσεκτη ανάλυση του πρώην υφυπουργού Εξωτερικών Δημήτρη Κούρκουλα,που δημοσιεύτηκε στα Νέα και φέρνει στο προσκήνιο μια νέα ευρωπαϊκή πραγματικότητα, που κάποιοι θα πρέπει, επιτέλους να καταλάβουν.

Πολλοί έσπευσαν να χαρακτηρίσουν τη Συμφωνία Ελλάδας – Γαλλίας για την εγκαθίδρυση εταιρικής στρατηγικής σχέσης σαν κίνηση επικοινωνιακού αντιπερισπασμού του προέδρου Μακρόν μετά τον εκνευρισμό που προκάλεσαν το Σύμφωνο Ασφαλείας ανάμεσα σε Αυστραλία, ΗΠΑ και Μεγάλη Βρετανία και η ακύρωση της αγοράς γαλλικών υποβρυχίων από την Καμπέρα.

Στην πραγματικότητα η ελληνογαλλική συμφωνία δεν είναι αποτέλεσμα συγκυρίας αλλά εντάσσεται σε μια στρατηγική προσέγγιση του Εμανουέλ Μακρόν που, αν υλοποιηθεί, θα αλλάξει τη γεωπολιτική μοίρα της ευρωπαϊκής ηπείρου.

Από την πρώτη ημέρα της ανάδειξής του στο προεδρικό αξίωμα ο Μακρόν δεν έχει σταματήσει να επαναλαμβάνει την αναγκαιότητα ανάπτυξης της ικανότητας για αυτόνομη δράση της Ευρώπης στον αμυντικό τομέα. Πριν από τέσσερα χρόνια, σε μια ιστορική ομιλία του στη Σορβόννη, στις 26 Σεπτεμβρίου 2017, είχε περιγράψει με καρτεσιανή καθαρότητα το όραμά του για την Ευρώπη της άμυνας και της ασφάλειας. Αργότερα, το 2019, είχε κατηγορηθεί ως υπερόπτης όταν σε μια συνέντευξή του είπε ότι το ΝΑΤΟ είναι εγκεφαλικά νεκρό. Οι εξελίξεις τον δικαίωσαν πλήρως. Το τουρκικό γαϊτανάκι με την αγορά των ρωσικών SS-400 εξελίσσεται σε ψυχοφθόρο σίριαλ, η Τουρκία, χώρα του ΝΑΤΟ, δεν χάνει ευκαιρία να αποστασιοποιηθεί από τις στρατηγικές επιλογές της Δύσης, να επικρίνει συστηματικά τους «συμμάχους» της και να φλερτάρει με ισλαμιστικά κινήματα που συγγενεύουν ή εντάσσονται στον κύκλο της τρομοκρατίας. Το φιάσκο της Καμπούλ ήταν η σταγόνα που έκανε το ποτήρι της δυτικής ανυποληψίας να ξεχειλίσει.

Ηταν εξαρχής δεδομένο ότι οι φιλόδοξοι γεωπολιτικοί στόχοι του Μακρόν θα ήταν εξαιρετικά δύσκολο να υιοθετηθούν από όλους τους ευρωπαίους εταίρους. Η Γερμανία διστάζει λόγω βεβαρυμένου ιστορικού παρελθόντος, οι βόρειες σκανδιναβικές χώρες βολεύονται με την ψευδαίσθηση της «ειρηνικής» επίλυσης όλων των διαφορών, αυτό που ο Μακρόν εύστοχα χαρακτήρισε σαν ευρωπαϊκή αφέλεια. Τα νεότερα κράτη-μέλη από την Κεντρική και Ανατολική Ευρώπη εμπιστεύονται περισσότερο την Ουάσιγκτον παρά το Παρίσι ή τις Βρυξέλλες για την ασφάλειά τους. Ζουν ακόμα υπό το τραύμα της εγκατάλειψής τους από τις ευρωπαϊκές δυνάμεις όταν βρέθηκαν στα νύχια του Χίτλερ και κατόπιν του Στάλιν. Και βεβαίως για πολλές δεκαετίες η Μεγάλη Βρετανία δεν ήταν καν διατεθειμένη να συζητήσει για κοινή πολιτική άμυνας.

Η υλοποίηση μιας κοινής ευρωπαϊκής αμυντικής πολιτικής, αντάξιας των μεγάλων προκλήσεων ασφάλειας που αντιμετωπίζει σήμερα η Ευρώπη, έμοιαζε για πολλές δεκαετίες άπιαστο όνειρο. Η ελληνογαλλική συμφωνία δεν πρόκειται βεβαίως να εξαφανίσει με μαγικό τρόπο όλα τα υφιστάμενα εμπόδια, θα μπορούσε όμως να λειτουργήσει σαν κίνητρο και για άλλους ευρωπαίους εταίρους να παραμερίσουν τις επιφυλάξεις τους και να προχωρήσουν προς την κατεύθυνση της κοινής αμυντικής πολιτικής. Θα ήταν εξαιρετικά χρήσιμο να διερευνηθεί και από πλευράς Λευκωσίας το ενδεχόμενο μιας αναβαθμισμένης συνεργασίας Γαλλίας – Κύπρου, ακόμα και αν, για λόγους τοπικών ιδιαιτεροτήτων, δεν θα είναι ενδεχομένως εξίσου φιλόδοξη με την ελληνογαλλική.

Η Τουρκία του Ερντογάν θέλησε, με θεαματικό τρόπο, να απεξαρτηθεί από τη δυτική συμμαχία για να μπορέσει να αναπτύξει τη δική της, ιδεολογικά φορτισμένη, πολιτική στον ισλαμικό κόσμο, στις αραβικές χώρες, στον Καύκασο και την Αφρική. Η συμπεριφορά της επιτάχυνε τη διάβρωση του ΝΑΤΟ και άνοιξε τον δρόμο για μια ευρωπαϊκή πολιτική άμυνας, συμπληρωματική αλλά ανεξάρτητη από το ΝΑΤΟ. Η δήλωση στήριξης της ελληνογαλλικής συμφωνίας από τις ΗΠΑ αντικατοπτρίζει τη νέα στρατηγική σκέψη της Ουάσιγκτον και σηματοδοτεί γεωπολιτικές εξελίξεις ιστορικών διαστάσεων. Η ελληνογαλλική συμφωνία έχει τεράστια σημασία για τις ελληνοτουρκικές σχέσεις και αποτελεί αναμφισβήτητα ελληνικό διπλωματικό θρίαμβο. Ενδέχεται όμως να ανοίξει τον δρόμο για την αμυντική ολοκλήρωση της Ευρώπης.

Δεν γνωρίζουμε τι ακριβώς αποφασίστηκε στη συνάντηση Ερντογάν – Πούτιν στο εντυπωσιακό θέρετρο του ρώσου προέδρου στο Σότσι. Αν οι συνομιλίες δεν έχουν ευτυχή κατάληξη, θα υπάρξουν δυσάρεστες για την Αγκυρα εξελίξεις στο πολεμικό μέτωπο της Συρίας όπου δραστηριοποιούνται και οι Κούρδοι. Αν οι συνομιλίες οδηγήσουν σε περαιτέρω σύσφιγξη των σχέσεων Τουρκίας – Ρωσίας τότε το ρήγμα ανάμεσα στην Αγκυρα και τη Δύση θα βαθύνει, με αρνητικές συνέπειες για το ΝΑΤΟ αλλά και ανάδειξη της ανάγκης ενίσχυσης του ευρωπαϊκού πυλώνα.

Κατά παράδοξο και απρόβλεπτο τρόπο η Τουρκία συμβάλλει στην αμυντική ενοποίηση της Ευρωπαϊκής Ενωσης δημιουργώντας τις κατάλληλες συνθήκες για την προώθηση της κοινής πολιτικής άμυνας, ενός ισχυρού μηχανισμού στον οποίο η Τουρκία δεν θα συμμετέχει.