Του Rafael Loss
Τρεις εβδομάδες προτού η Ρωσία ξεκινήσει την εκτεταμένη εισβολή της στην Ουκρανία, υποστήριξα ότι “δεν θα γινόταν ένας πυρηνικός πόλεμος, αλλά ένας πόλεμος με αδιαμφισβήτητη πυρηνική διάσταση”. Αυτό εξακολουθεί να ισχύει σήμερα – παρά μερικούς πρόσφατους ισχυρισμούς για το αντίθετο. Ο κίνδυνος πυρηνικής κλιμάκωσης μπορεί να έχει αυξηθεί από τις 24 Φεβρουαρίου, αλλά εξακολουθεί να είναι εξαιρετικά απομακρυσμένος. Η γενοκτονία όμως συνιστά βεβαιότητα, εάν οι δυτικοί ηγέτες παραλυμένοι από τις αναφορές σε πυρηνικά του Κρεμλίνου εγκαταλείψουν την Ουκρανία.
Η ρητορική περί πυρηνικών από τη Ρωσία ήταν ο κανόνας σε όλο αυτόν τον πόλεμο. Αυτό δεν πρέπει να αποτελεί έκπληξη. Τα πυρηνικά όπλα της Ρωσίας αποτελούν αναπόσπαστο μέρος της εργαλειοθήκης της για διαχείριση κλιμάκωσης και οι συχνές παραπομπές στις πυρηνικές της δυνατότητες αποτελούν συνήθη πρακτική. Σύμφωνα με τους ερευνητές Anna Clara Arndt και Liviu Horovitz, η Ρωσία προσαρμόζει την πυρηνική ρητορική της επιδιώκοντας τρεις διακριτούς στόχους: “να αποτρέψει την ξένη στρατιωτική επέμβαση, να αποτρέψει την ξένη βοήθεια προς την Ουκρανία και να πιέσει την κυβέρνηση στο Κίεβο”.
Το Κρεμλίνο έχει επιτύχει το πολύ ενάμιση από τους στόχους αυτούς. Υποδεικνύοντας τον κίνδυνο της πυρηνικής κλιμάκωσης, οι διεθνείς υποστηρικτές της Ουκρανίας συνεχίζουν να απέχουν από άμεση στρατιωτική επέμβαση, είτε με στρατιώτες στο πεδίο είτε μέσω επιβολής ζώνης απαγόρευσης πτήσεων (no-fly zone). Την προμηθεύουν ωστόσο με όλο και πιο εξελιγμένα όπλα. Αυτά επέτρεψαν στις ουκρανικές δυνάμεις να αναχαιτίσουν την προέλαση του ρωσικού στρατού στο Κίεβο, να αποδυναμώσουν την εκστρατεία του στα ανατολικά και να εκδιώξουν τις δυνάμεις κατοχής από το Χάρκοβο. Αλλά οι δυτικές χώρες εξακολουθούν να παρακρατούν κάποια βοήθεια, συμπεριλαμβανομένων πυραύλων εδάφους με μεγαλύτερη εμβέλεια, μαχητικά αεροσκάφη, τανκς και δυτικής παραγωγής οχήματα μάχης πεζικού. Οι ανησυχίες για κλιμάκωση φαίνεται ότι έπαιξαν ρόλο στις αποφάσεις αυτές.
Εκεί που αναμφίβολα απέτυχε το Κρεμλίνο είναι στο να εξαναγκάσει τους Ουκρανούς να παραδοθούν στη ρωσική κατοχή. Μόλις αυτή την εβδομάδα, ο πρόεδρος της Ουκρανίας Βολοντιμίρ Ζελένσκι επανέλαβε ότι ειρηνευτικές διαπραγματεύσεις με τη Ρωσία θα μπορούσαν να ξεκινήσουν μόνο αφότου αποκατασταθεί η εδαφική ακεραιότητα της Ουκρανίας. Και ακόμη και ο πρόσφατος τρομοκρατικός βομβαρδισμός κατοικημένων περιοχών και ενεργειακών υποδομών δεν έκαμψε τη γενναιότητα του ουκρανικού λαού. Έπειτα από μαζικές δολοφονίες, βιασμούς και απελάσεις που διαπράχθηκαν από Ρώσους – τουλάχιστον – στις Μπούτσα, Ιρπίν και Μαριούπολη, ποιος θα τους αμφισβητούσε;
Η πυρηνική κλιμάκωση θα συνιστά ένα ενδεχόμενο για όσο διάστημα η Ρωσία συνεχίζει τον επιθετικό της πόλεμο. Έτσι, στόχος της δυτικής πολιτικής θα πρέπει να είναι να αποθαρρύνει τη χρήση πυρηνικών όπλων. Να κάνει τη ρωσική ηγεσία να καταλάβει ότι η πυρηνική εγκράτεια συνιστά πάντα την προτιμότερη επιλογή.
Αυτό απαιτεί σοβαρές διπλωματικές ικανότητες. Οι προσπάθειες των αξιωματούχων της άμυνας των ΗΠΑ να αντιμετωπίσουν τους ομολόγους τους στη Μόσχα στον τρόμο που κατασκεύασε η Ρωσία με τη “βρώμικη βόμβα”, έδειξαν πολλά υποσχόμενες από αυτή την άποψη. Ο Ρώσος πρόεδρος Βλαντιμίρ Πούτιν και άλλα υψηλόβαθμα στελέχη έχουν έκτοτε χαμηλώσει τη ρητορική τους για τα πυρηνικά: “Δεν έχει νόημα (να χρησιμοποιήσουμε “βρώμικη βόμβα” ή πυρηνικό όπλο) για εμάς, ούτε πολιτικά ούτε στρατιωτικά”, παρατήρησε ο Πούτιν στα τέλη Οκτωβρίου.
Ακόμα και έτσι, οι δυτικοί ηγέτες θα πρέπει να αναμένουν ότι η άμπωτη και η ροή ρωσικών πυρηνικών απειλών θα συνεχιστεί. Οι συμβατικές δυνάμεις της Ρωσίας εξαντλούνται σημαντικά. Το 12.000 ατόμων 11ο Σώμα Στρατού του Καλίνινγκραντ έχει αποδεκατιστεί στο Χάρκοβο. Αρκετοί από τους καλύτερα εξοπλισμένους σχηματισμούς της είχαν παρόμοια μοίρα. Θα ξαναχτιστούν εν καιρώ. Αλλά μέχρι τότε η Μόσχα θα βασίζεται στην πυρηνική της ικανότητα για να αντισταθμίσει τη συμβατική της αδυναμία, όπως ακριβώς έκανε κατά τα πρώτα χρόνια μετά τον ψυχρό πόλεμο.
Ωστόσο, οι δυτικοί ηγέτες και οι λαοί θα πρέπει να αναγνωρίζουν ότι δεν υπάρχει καμία συσχέτιση μεταξύ της ρωσικής ρητορικής για πυρηνικά και της πραγματικής προετοιμασίας για χρήση πυρηνικών. Για παράδειγμα, εάν η Ρωσία προετοιμαζόταν για ένα πυρηνικό χτύπημα, υπάρχει μεγάλη πιθανότητα ότι οι δυτικές υπηρεσίες πληροφοριών θα εντόπιζαν αποδείξεις για αυτό – όπως η μετακίνηση πυρηνικών κεφαλών από τις κεντρικές αποθήκες. Δεν έχουν δει όμως τέτοιους ελιγμούς. Ακόμη πιο σημαντικά, το Κρεμλίνο θα έστελνε ένα συγκεκριμένο αποτρεπτικό μήνυμα, αφαιρώντας κάθε ασάφεια από τη ρητορική για τα πυρηνικά της Ρωσίας και παρουσιάζοντας στην Ουκρανία και τους υποστηρικτές της μια σαφή επιλογή να σταματήσουν την προέλασή τους ή να υποστούν τις συνέπειες.
Προκειμένου να διασφαλιστεί ότι θα παραμείνει έτσι, τόσο η ανεπίσημη διπλωματία όσο και οι δημόσιες δηλώσεις θα πρέπει να στοχεύουν στο να αποθαρρύνουν τη ρωσική ηγεσία από κάθε εκτίμηση ότι η χρήση πυρηνικών θα τους έφερνε σε καλύτερη θέση να συνεχίσουν τον αποτυχημένο πόλεμο τους. Η πρόσφατη προειδοποίηση του γενικού γραμματέα του ΝΑΤΟ Γενς Στόλτενμπεργκ ότι “οποιαδήποτε χρήση πυρηνικών όπλων θα άλλαζε θεμελιωδώς τη φύση της σύγκρουσης και θα είχε σοβαρές συνέπειες” ακολουθεί αυτή τη λογική της αποτροπής επί τιμωρίας.
Οι δυτικοί ηγέτες θα πρέπει να συνοδεύουν τις δραστηριότητες αυτές και με μεγαλύτερες προσπάθειες ενίσχυσης της αποτροπής μέσω άρνησης: διασφαλίζοντας ότι οι πυρηνικές απειλές ή και η χρήση δεν αποφέρουν τα οφέλη που θα ήλπιζε να επιτύχει η ρωσική ηγεσία. Οι χώρες του ΝΑΤΟ έχουν ήδη παράσχει στις ένοπλες δυνάμεις της Ουκρανίας εξοπλισμό για προστασία από χημικές, βιολογικές, ραδιολογικές και πυρηνικές απειλές, που θα επέτρεπε στις μονάδες της να συνεχίσουν να επιχειρούν σε μολυσμένα περιβάλλοντα. Τα συστήματα πυραυλικής άμυνας που παρέχονται από τη Δύση δυσκολεύουν επίσης τη Ρωσία να πραγματοποιήσει πυρηνική επίθεση εναντίον στόχων στην Ουκρανία.
Αλλά οι δυτικοί ηγέτες θα πρέπει επίσης να δεσμευτούν αξιόπιστα στη μακροπρόθεσμη άμυνα της Ουκρανίας. Ένα περιορισμένο πυρηνικό χτύπημα δεν θα άλλαζε τις συνθήκες στο πεδίο της μάχης. Το Κρεμλίνο πιθανότατα το γνωρίζει καλά – επομένως οποιαδήποτε χρήση πυρηνικών όπλων θα είχε σκοπό να τρομάξει τη Δύση για να εγκαταλείψει την Ουκρανία. Ως εκ τούτου, οι διεθνείς σύμμαχοι της Ουκρανίας θα πρέπει να ενισχύσουν την υποστήριξή τους και να σφυρηλατήσουν έναν διαρκή δεσμό, προκειμένου να αποστερήσουν από τη Ρωσία τα οφέλη της απόσπασης της Ουκρανίας από τους δυτικούς της υποστηρικτές μέσω πυρηνικού εκβιασμού.
Για να σηματοδοτήσουν μια τέτοια δέσμευση, οι Ευρωπαίοι ηγέτες θα μπορούσαν να λάβουν παραγγελίες στην αμυντική βιομηχανία για όπλα δυτικής παραγωγής. Ο Γερμανός καγκελάριος Όλαφ Σολτς θα μπορούσε, για παράδειγμα, να δώσει πράσινο φως στην παραγωγή 100 αρμάτων μάχης Leopard 2A7 – τα οποία, σύμφωνα με τον παραγωγό του άρματος, θα έφταναν στην Ουκρανία σε 36 μήνες. Αυτό δεν θα βοηθούσε την Ουκρανία να ξεπεράσει την τρέχουσα φάση του πολέμου (και υπάρχουν άλλα βήματα που πρέπει να κάνουν οι δυτικές κυβερνήσεις τώρα) αλλά θα υπογράμμιζε ότι, ανεξάρτητα από το πώς συνεχίζει να εξελίσσεται ο πόλεμος, η Ουκρανία μπορεί να βασίζεται μακροπρόθεσμα στη στήριξη της Δύσης.
Τίποτα από αυτά δεν μπορεί να εξαλείψει τον κίνδυνο πυρηνικής κλιμάκωσης. Κάποια “ιδιοφυΐα” θα μπορούσε ακόμα και έτσι να αποφασίσει ότι η έναρξη ενός πυρηνικού πολέμου είναι ένα στοίχημα που αξίζει. Χάρη σε αυτές τις διαρκείς αβεβαιότητες δεν θα έχω ποτέ τη χαρά να στείλω email στους συναδέλφους μου λέγοντας: “Σας το είχα πει”. Αλλά για να μειωθεί ο αριθμός των σεναρίων που θα μπορούσαν να με οδηγήσουν να λάβω εγώ ένα, τα ισχυρά αποτρεπτικά μέτρα τόσο άρνησης όσο και τιμωρίας μπορούν να βοηθήσουν ώστε οι πυρηνικές πρακτικές του Κρεμλίνου να παραμείνουν στο επίπεδο της ρητορικής.
Μπορείτε να δείτε το πρωτότυπο κείμενο εδώ.
Πηγή: capital.gr