Του Διονύση Κ. Καραχάλιου
«Ο κατευνασμός βασίζεται στο λογικό σφάλμα ότι, μια επεκτατική δύναμη αυτομάτως θα φτάσει στο σημείο του κορεσμού, αν μείνει ανενόχλητη. Αλλά η ιστορία αποδεικνύει το αντίθετο. Ένα υποχωρητικό περιβάλλον επενεργεί όπως το κενό, σαν σταθερό ερέθισμα για παραπέρα επέκταση και δεν παρέχει στον επιτιθέμενο καμμιά ένδειξη για το μέχρι που μπορεί να προχωρήσει, χωρίς να διακινδυνεύσει μεγαλύτερη σύγκρουση. Είναι μια άμεση πρόκληση που του γίνεται να παραπλώσει το χέρι του και να σκοντάψει πάνω στον πόλεμο εξ αιτίας κακών υπολογισμών. Και οι δύο παγκόσμιοι πόλεμοι προκλήθηκαν πράγματι από τέτοιους κακούς υπολογισμούς. Ο κατευνασμός μετατρέπει το πεδίο της διεθνούς πολιτικής από σκακιέρα σε τραπέζι πόκερ. Στην πρώτη περίπτωση και οι δύο παίκτες γνωρίζουν που βρίσκονται, στη δεύτερη όχι. Έτσι το αντίθετο του κατευνασμού δεν είναι η επιθετικότητα, αλλά η σαφώς καθορισμένη και σε στερεές αρχές βασιζόμενη πολιτική, που δεν αφήνει στον συμπαίκτη καμμιά αμφιβολία για το μέχρι που μπορεί να προχωρήσει. Δεν εξαλείφει την δυνατότητα του πολέμου, αλλά παραμερίζει τον κίνδυνο να σκοντάψει κανείς τυφλά πάνω στον πόλεμο. Και αυτό είναι το περισσότερο που μπορεί να επιτύχει η πολιτική σύνεση. Είναι πολύ απίθανο να επιτεθεί μια μεγάλη δύναμη εναντίον ενός μικρού έθνους, αν όλοι οι ενδιαφερόμενοι έχουν σαφώς και οριστικώς κατανοήσει ότι αναπόφευκτη συνέπεια αυτού θα είναι ένας παγκόσμιος πόλεμος. Με άλλα λόγια το σημείο κορεσμού μιας επεκτατικής δύναμης δεν εξαρτάται από τις ορέξεις της, που είναι απεριόριστες, αλλά από τις δυνάμεις αντιστάσεως του περιβάλλοντος».
Οι απόψεις αυτές δεν είναι σημερινές. Έχουν διατυπωθεί, ήδη, το 1945, προέρχονται από την φωτεινή και διεισδυτική σκέψη του μεγάλου διανοητή Άρθουρ Καίστλερ (« Ο κομμισσάριος και ο γιόγκι», Κάκτος, χ.χ. σελ. 247) και γράφτηκαν, όπως ο ίδιος το επισημαίνει, με βάση την τραγική εμπειρία των δύο μεγάλων πολέμων.
Πρόκειται για την επιτομή της ορθής ερμηνείας, που περικλείει ο όρος «κατευνασμός» στην διπλωματία και στις σχέσεις μεταξύ των κρατών, ιδίως εκείνων που η γεωγραφική τους θέση έχει επηρεάσει την ιστορική τους διαδρομή στο παρελθόν και, αναμφίβολα, προδιαγράφει και την πορεία τους στο παρόν και στο μέλλον.
Η Ρωσία, είτε υπό την κομμουνιστική εκδοχή της, είτε υπό την νεοσταλινική αντίληψη του Πούτιν, συνιστά μια μόνιμη απειλή για την ειρήνη, την δημοκρατία και την ελευθερία στην Ευρώπη. Η αφελής προσδοκία κάποιων δυτικών ηγετών, ότι μπορούν να συνεννοηθούν και να συμφωνήσουν με τον Ρώσο τύραννο, προκειμένου να διαφυλάξουν αυτές τις ανεκτίμητες αξίες, σε συνδυασμό με την γοητεία που ασκεί ο τελευταίος σε ακροδεξιά και αριστερά ευρωπαϊκά ακροατήρια, συνιστούν τον μεγάλο κίνδυνο για την ευρωπαϊκή ήπειρο και τις αξίες της, στις οποίες στηρίζεται ο δυτικός πολιτισμός και τις οποίες μάλλον περιφρονεί βαθύτατα ο μόνιμος ένοικος του Κρεμλίνου…
Εάν η Ευρώπη δεν αντιληφθεί ότι, η αντιμετώπιση του ουκρανικού προβλήματος δεν μπορεί να γίνει με ημίμετρα και ενδοευρωπαϊκές διαφωνίες, που ενισχύουν την αλαζονεία και τον μεγαλοϊδεατισμό του Πούτιν, τότε είναι βέβαιον ότι η ρωσικός επεκτατισμός θα ξεπεράσει τα εδάφη της Ουκρανίας και θα απειλήσει, στο άμεσο ή απώτερο μέλλον και άλλες χώρες, όπως τα βαλτικά κράτη και η Μολδαβία, ενώ ήδη η Λευκορωσία λειτουργεί ως προκεχωρημένο φυλάκιο της Μόσχας.
Αντίστοιχο είναι το πρόβλημα της χώρας μας σε σχέση με την Τουρκία. Ο νεοοθωμανικός μεγαλοϊδεατισμός και η ισλαμοφασιστική αντίληψη του Ερντογάν, ο οποίος βλέπει την Ελλάδα ως πεδίο ανάπτυξης και, επομένως, ως στόχο της «γαλάζιας πατρίδας», δεν μπορούν να αντιμετωπιστούν με απόψεις και θεωρίες που αποδέχονται την αναγκαιότητα του ευρωπαϊκού ρόλου της Τουρκίας, την συμμετοχή της στην κοινή ευρωπαϊκή άμυνα (!) και την λογική του, έναντι παντός τιμήματος, ατέρμονος διαλόγου, ο οποίος απλώς ενισχύει την εκτός διεθνούς δικαίου και διεθνών συνθηκών προσβολή των κυριαρχικών μας δικαιωμάτων και απειλεί ευθέως την εθνική μας κυριαρχία και την εδαφική μας ακεραιότητα.
Ο κατευνασμός, δηλαδή, με απλά λόγια, η επιδίωξη της διατήρησης της ειρήνης και της διεθνούς ασφάλειας, με την πεποίθηση ότι ο επιθετικός αντίπαλος θα κατανοήσει τις δικές μας προθέσεις και θα απαρνηθεί, τις επεκτατικές του φιλοδοξίες, την προκλητικότητα και την αλαζονεία του, είναι ο ασφαλέστερος δρόμος για να συμβεί το ακριβώς αντίθετο: Αυτός που διεκδικεί, περιφρονώντας το διεθνές δίκαιο και τις διεθνείς συνθήκες, αντιλαμβάνεται την (αφελώς επιδεικνυόμενη) καλή διάθεση, ως αδυναμία και απλά αυξάνει την επιθετικότητά του και την απληστία του!…
Η φενάκη του κατευνασμού, σε καθεστώτα τύπου Πούτιν και Ερντογάν, λειτουργεί μόνον ως αποπροσανατολιστικός μηχανισμός, ο οποίος μεγιστοποιεί την επεκτατική αδηφαγία εκείνων, για τους οποίους αφελώς πιστεύεται ότι μπορεί να μειώσει τον μεγαλοϊδεατισμό τους και την επιθετικότητά τους.-