Σχετικά με την έννοια και την ιδιοσυστασία του «τοπου», στο σχεδιασμο… Του Σταύρου Χρ. Τσέτση

540

«Genius Loci» & Αστικές Μεταλλάξεις: Μία πολεοδομική προσέγγιση.

τόπος, ο, Ι. 1. Μέρος, Λατ. locus, σε Αισχύλ. κ.λ.π. . περιφρ., χθονός πάς τόπος, δηλ. όλη η γη, στον ιδ. . Πέλοπος εν τόποις, στην Πελοπόννησο, στον ιδ. κ.λ.π.. ο τόπος της χώρας, οι γεωγραφικές συνθήκες της περιοχής, σε Δημ. 2. τόπος, θέση, σε Αισχίν. 3. χωρίο συγγραφέα, σε Κ.Δ. κλπ. ΙΙ. θέμα προς συζήτηση, σε Αισχίν. . κοινός τόπος στην Ρητορική, σε Αριστ. ΙΙΙ. μεταφ., περίσταση, ευκαιρία, θέση, σε Θουκ.
Λεξικό νέων Ελληνικών, Liddell Scott
«Στην ανάπτυξη κάθε πόλης» στη διάρκεια των αιώνων, υπάρχει μία ζωτική πλευρά που απεικονίζει όλα τα πράγματα μιας περιοχής, μια σύνδεση, συνοχή που αναγνωρίζεται στις συνθήκες όπως και στους χώρους για τους οποίους κάθε πραγματικά ουσιαστικό μέρος έχει έννοια, μιά και ανήκει στη συνέχεια του τρόπου της εξέλιξης του αστικού ιστού, σύμφωνα με αδιάψευστα χαρακτηριστικά».
Giuseppe Samona
ΤΟΠΟΣ. Θέσις, χώρος, έκτασις γης, οιονδήποτε μέρος.
Εγκυκλοπαιδικό Λεξικό «Ηλίου»

 

Του Σταύρου Χρ. Τσέτση

Οι περί «Τόπου» και Χώρου σύγχρονες αντιλήψεις.

Ο χώρος και ειδικότερα ο φυσικός χώρος, αποτελεί το κύριο αντικείμενο της Αρχιτεκτονικής και της Πολεοδομίας. η Χωροταξία, συνιστά τη μακροσκοπική κλίμακα της δεύτερηςi. Επιστήμες, οι οποίες καλούνται να δώσουν μορφή και αλληλοσυσχετισμούς σε λειτουργικές απαιτήσεις, ιδέες και εμπνεύσεις, μέσω του σχεδιασμού των κενών και τις πληρότητες. Ανάγοντας τις διαστάσεις, τους όγκους και τα υλικά, την πρώτη συνθετική ουσία.

Ως φορέας υποδοχής, εκφράζει και αντανακλά το σύνολο των οικονομικών, κοινωνικών, πολιτικών, πολιτισμικών και τεχνολογικών δυνάμεων και τάσεων που επενεργούν πάνω σ’ αυτόν.

Χαρακτηριστικό, που διακρίνει κυρίως πιο ανάγλυφα τη σύγχρονη εκδοχή του:
Ο Χώρος, συνιστά μία –οντολογική- κατηγορία, αφηρημένη, απεριόριστη και μη προσδιορίσιμη.
Εννοιολογικά, δύναται να ειδικευθεί σε τομείς όπως η Ευκλείδεια γεωμετρία, η οποία και τον διαστασιολογεί: ύψος πλάτος, μήκος.

Ως έννοια, λοιπόν, ενέχει την ιδιότητα της εκτάσεως, αποτελώντας –από κοινού με τον χρόνο- το πλαίσιο, επί/ εντός της οποίας εκτυλίσσονται τα φαινόμενα του εξωτερικού κόσμου.
Χώρος και «Τόπος», συνιστούν έννοιες σαφώς διακριτές, εκφράζοντας ρητά διαφορετικές σημασίες.

Ο Χώρος, μετατρέπεται σε «Τόπο», όταν αυτός αποτελέσει αντικείμενο ανθρώπινων συμπεριφορών και πρακτικών, ικανών να ερεθίσουν την αντιληπτική ικανότητα, να ανασύρουν μνήμες, αναμνήσεις και να εγκαθιδρύσουν σχέσεις με όσους τον βιώνουν ή τον επισκέπτονται, ικανών να προκαλέσουν συναισθήματα και εντυπώσεις.

Είναι η Μνήμη -η «διάθεσις ψυχής φυλακτική της εν αυτή υπαρχούσης αληθείας» κατά τους Πλατωνικούς Όρους- η οποία νοηματοδοτεί τον άχρονο και ασαφή χώρο, καθιστώντας τον «Τόπο».

Οι «Τόποι» αναδύονται έτσι απτοί, συνυφασμένοι με τη γεωγραφία, ενίοτε φορτισμένοι με την ανάμνηση της Ιστορίας, του Μύθου, των Θρύλων: Η Σαλαμίνα, η λίμνη της Παμβώτιδας.

Ή άλλοτε είναι ιδεατοί, παραπέμποντας στη σφαίρα του ιδανικού: η Αρκαδία, ο Παρνασσός (Απεικόνηση: Parnassus, Poussin), η Ουράνια Ιερουσαλήμ. Ακόμη ως φορέας νοήματος, μπορεί να έχει συμβολική υπόσταση: ο Όλυμπος, ο Γολγοθάς. Και ασφαλώς να αποπνέει συναισθήματα: «Ο γενέθλιος Τόπος».

Ο «Τόπος» ανακαλύπτεται ή αποκαλύπτεται -και σε κάθε περίπτωση εκδηλώνεται- σε όποιον έχει την ικανότητα να συλλάβει την ουσία, να δρέψει τις ποιότητες του. ενεργοποιεί μία νοητική και πολιτιστική διαδικασία, που με το χρόνο, του αποδίδει ταυτότητα και υπόσταση συνδεδεμένη με την ανθρώπινη παρουσία. και ως εκ τούτου και αναγνωρισιμότητα: Νεμέα, Άγιον Όρος, Μετέωρα. ή μνημεία, σύνολα και ιστορικά αστικά κέντρα όπως το Ναύπλιο, τα Χανιά, η Βενετία –με ισχυρή φόρτιση, που χαρακτηρίζει σαφώς γεωγραφικά πολεοδομικά, ευρύτερες χωρικές ενότητας

Χώρος και «Τόπος» στον Ελληνικό στοχασμό.

Ο «Τόπος» ως μέγεθος, έννοια και οντολογική κατηγορία, απασχόλησε διαχρονικά, την Ελληνική σκέψη, ήδη από τους Προσωκρατικούς:

Ο Ησίοδος, στην «Θεογονία», θεωρώντας ότι «πάντων μεν πρώτιστα χάος γένεται» – ολόπρωτα από τα όντα, γεννήθηκε το χάος- δέχεται την αυτοτελή ύπαρξη του χώρου, ανεξάρτητου των αισθήσεων και αισθητών.

Ο Παρμενίδης, δέχεται ότι το «Είναι», εκδηλώνεται πάντοτε «ως πλήρωσις χώρου» και ότι ο χώρος, ο οποίος λεκτικά αποδίδεται, κυρίως, ως «χώραν», συνιστά ένα οντολογικό γνώρισμα του «Είναι» (Κ. Δ. Γεωργούλης).

Ο Ζήνων και η σχολή του, σύμφωνα με τα αποσπάσματα του Ι. Στοβαίου, στο «περί κενού και τόπου «και χώρας»», θεωρεί ότι «διαφέρειν δε κενόν, τόπον, χώραν»: Το κενό είναι η απουσία («ερημίαν») σώματος, τόπος είναι αυτό που κατέχει το σώμα («το επερχόμενον υπό σώματος») και χώρα ή χώρος, αυτό που κατέχει το μέρος: «την δε χώραν το εκ μέρους επερχόμενον» (Κάκτος, 1995).

Ο «Τόπος» στην Πλατωνική Θεώρηση.

«Πλάτων: τόπον είναι το μεταληπτικόν των ειδών»

«Ο Πλάτωνας λέει ότι ο τόπος είναι ο χώρος, όπου τα είδη αποκτούν σχήμα».

Ιωάννης Στοβαίος, Εκλογαί, Αποφθέγματα, Υποθήκας.
Τόμος 1, βιβλίον πρώτον, κεφάλαιο XVIII. Περί κενού και τόπου <χώρας>

Ο Πλάτων, στον «Τίμαιο» -στην (μαθηματικοποιημένη) θεώρησή του περί κατασκευής κόσμου- εισαγάγει μία τρίτη αρχή / «αίτιον», ανεξάρτητη αυτών του «νου» και της «ανάγκης» της τυφλής, δηλαδή, αναγκαιότητας (Απεικόνιση: Carlo Maratta: Fame crowing Plato’s Timaeus).

Πέραν του ιδεατού κόσμου, αυτού των Ιδεών και του αισθητού –ως έκτυπο τους – υπάρχει και μία άλλη: Η «χώρα». το «εκμαγείο», το πλαστικό στοιχείο/ ύλη, στην οποία απεικονίζονται διάφορες μορφές. ως υποδοχή, αφού υποδέχεται στους κόλπους της τα όντα, παρέχοντάς τους τον τόπο για να υπάρξουν: «πάσης γενέσεως υποδοχήν οίον τιθήνη», κάτι δηλαδή που δέχεται στους κόλπους του κάθε τι –κατά τρόπο δυσδιάκριτο, «χαλεπόν και αμυδρόν είδος»- που γεννιέται, ως τροφός του (Κ. Δ. Γεωργούλης). λειτουργεί ως βοηθητικό αίτιο. Αποτελώντας την πρώτη ύλη / τα συστατικά που συγκροτούν τον φαινόμενο κόσμο (πυρ, αείρ, ύδωρ, γη).

Ερμηνεύοντας τον «Τιμαίο», ο εμβριθής μελετητής του Πλατωνικού έργου A. Taylor, θεωρεί ότι ενώ τα διάφορα σώματα είναι μεταβλητά και παροδικά, ο «χώρος υπάρχει και μένει ίδιος σε όλες τις διεργασίες της μεταβολής», δίχως να διαθέτει ίδια μορφή ή άρθρωση. Καταλήγοντας, ότι «ο χώρος είναι, τελικά, τόπος (χώρα), γενόμενος αντιληπτός, «με ένα περίεργο είδος σκέψης». (A. Taylor, «Πλάτων: ο Άνθρωπος και το Έργο του», ΜΙΕΤ, 1992)

Η Αριστοτελική έννοια του «Τόπου».

«…το πέρας του σώματος που ως περικάλυμμα περιέχει ένα άλλο, ένα πέρας που αποτελούν τα σημεία επαφής του με το περιεχόμενο απ’ αυτό σώμα. Με τον όρο περιεχόμενο σώμα, εννοώ ένα σώμα υποκείμενο σε τοπική μετατόπιση»

Αριστοτέλους: Φυσική Ακρόασις. Απόδωση Κ.Δ. Γεωργούλη, Εκδόσεις Παπαδήμα, 1992

Ο Αριστοτέλης, ορίζει τον «Τόπο», ως πέρας του περιέχοντος σώματος, το εσωτερικό όριο του περιέχοντος σώματος, αρνούμενος ότι η έννοια περιέχει οποιαδήποτε άλλη οντότητα.

Ο Αριστοτελικός «Τόπος», είναι πεπερασμένος, δεν συμπίπτει με την έννοια της έκτασης –την οποία εξετάζει στην διερεύνηση των συνεχών μεγεθών (Κ. Δ. Γεωργούλης). Ενώ, αντίθετα, για τον Αθηναίο φιλόσοφο ο χώρος ή «χώραν», είναι το «υλικό στοιχείο ή υποκείμενον των αισθητών πραγμάτων» (W.D. Ross, Αριστοτέλης, ΜΙΕΤ, 1993). η πρώτη ύλη από την οποία δίνεται ορισμένη μορφή στα αισθητά, μέσω σχημάτων –τα οποία αποτελούν απομίμηση των Ειδών, των Αιώνιων Αρχετύπων.

«Ο Πλάτων στον «Τίμαιο», λέει ότι η ύλη και η χώρα είναι το αυτό πράγμα», επισημαίνει ο Αριστοτέλης στη Φυσική Ακρόαση (Βιβλίο Δ, 209b).

Για το Σταγειρίτη ωστόσο, ο χώρος, παρότι εμπεριέχεται στα αισθητά, δεν συνιστά ένα τέτοιο πρωταρχικό στοιχείο –μία γεννησιουργός μήτρα: «…δεν ημπορεί να είναι ούτε η ύλη ούτε το είδος ο τόπος, αλλά κάτι ξεχωριστό απ’ αυτά, γιατί η ύλη και η μορφή είναι μέρος εκείνου που περιέχεται μέσα στον τόπο» (Φυσικής Ακροάσεως Δ, 210.3. Αριστοτέλους Φυσική Ακρόασις [Τα Φυσικά]. Απόδωση Κ.Δ. Γεωργούλη. Εκδόσεις Ν. Παπαδήμα, Αθήνα, 1992).

Στις Αριστοτελικές Κατηγορίες, ένα είδος ταξινόμησης του «Είναι» κατά τον Πλωτίνο ή μία πρώτη ταξινόμηση των κύριων μορφών οντότητας, που περικλείονται στη δομή της πραγματικότητας (Ross) – ο τόπος, συγκαταλέγεται στις δέκα κατηγορίες:
«τόπος των συνεχών εστίν. τόπον γαρ τινά τα του σώματος μόρια κατέχει, α προς τινά κοινόν όρον συνάπτει. ουκούν και τα του τόπον μόρια, α κατέχει έκαστον των του σώματος μορίων προς τον αυτόν όρον συνάπτει προς ον και τα του σώματος μόρια ώστε συνεχές αν είη και ο τόπος προς γαρ ένα κοινόν όρον αυτού τα μόρια συνάπτει» (Αριστοτέλους Κατηγορίαι», 5α, 8-14).

Σε απόδοση του Η. Π. Νικολούδη, «Κάκτος», 1994: «…και ο τόπος συγκαταλέγεται στα συνεχή, διότι τα μέρη ενός σώματος κατέχουν ορισμένο τόπο και συνάπτονται σε ένα κοινό όριο, οπότε και τα μέρη του τόπου τα οποία κατέχει κάθε μέρος του σώματος, συνάπτονται στο ίδιο όριο στο οποίο συνάπτονται όλα τα μέρη του σώματος.

Άρα θα είναι και ο τόπος συνεχής, αφού τα μέρη του συνάπτονται σε ένα κοινό όριο.

Για τον φιλόσοφο της Περιπατητικής Σχολής και σχολάρχη του Λυκείου Στράτωνα, «Τόπος» είναι το ενδιάμεσο –το διάστημα μεταξύ του περιέχοντος και του περιεχομένου» (Ιωάννης Στοβαίος).

Ο Στωϊκός Χρύσιππος, αποφαίνεται ότι είναι «αυτό που κατέχει συνολικά το ον ή μπορεί να κατέχει το όν και που συνολικά το κατέχει είτε κάποιο είτε κάποια» (Ι. Στοβαίος).

Ο «Τόπος» στους Μέσους Χρόνους

Ο Γρηγόριος Νύσσης, χρησιμοποιεί τον όρο «Τόπος» με γεωγραφική, όσο και θεολογική και συμβολική σημασία : «περί τον τόπον ερήμωσιν» (περί κατασκευής του ανθρώπου». «Ουκούν και ο τόπος ο παρά τω Θεώ (Εις τον βίον του Μωυσέως») και «αντεισελθόντα δε τα εναντία εις τον του Θεού τόπον αντικαθίσταται».

Ο Ιωάννης Δαμασκηνός στα «Διαλεκτικά» του και ειδικότερα στην «Περί των δέκα γενικωτάτων γενών», ακολουθεί σταθερά την Αριστοτελική παράδοση: «τό δέ πού ὡς ἐν ναῶ, ἐν αγορά»ι

Το Λεξικό της Σουΐδας, στο λήμμα «Τόπος» συγκεφαλαιώνει το σύνολο των εννοιών της (έως τότε) Ελληνικής Γραμματείας:

«Τόπος των πολλαχώς λεγομένων εστί. λέγεται γαρ τόπος ο φυσικός, και το μόριον, και η εκάστου λόγου περίοδος. οι δε παρά Αριστοτέλει τόποι διά το έχειν τινά ομοιότητα τω φυσικώ τόπω λέγονται τόποι. τόποι δε είσιν αρχή και αφορμή διαφόρων επιχειρημάτων. Τοπικά δε επιγράφεται τα του Αριστοτέλους από τους τόπους τινάς εν αυτοίς παραδίδοσθαι, αφ’ ων ορμώμενοι δυνησόμεθα περί παντός του προτεθέντος δι’ ενδόξων συλλογίζεσθαι. έστι γαρ ο τόπος αρχή τις ή στοιχείον αφ’ ει λαμβάνομεν τας περί έκαστον αρχάς, επιστήσαντες την διάνοιαν, τη περιγραφή μεν ωρισμένως. ή γαρ παραλαμβάνει τα κοινά και καθόλου, α έστί τα κύρια των συλλογισμών, ή δύναται γε εξ αυτών τα τοιαύτα δείκνυσθαί τε και λαμβάνεσθαι. τοις δε καθ’ έκαστα αορίστως. από τούτων γαρ έστιν ορμώμενον ευπορείν προτάσεων ενδόξου προς το προκείμενον. Τούτο γαρ η αρχή. ενίοτε δε όσα αναγκαία το εξ ενδόξων. ου γαρ οιόν τε περί παντός του προτεθέντος εξ αληθών συλλογίζεσθαι (Alex Aphrod. In Top 1 p. 5). αξιούσι δε τινές το πρώτον βιβλίον μη Τοπικόν, αλλά προ των Τόπων επιγράφεσθαι».

Αμορφία του σύγχρονου «Urbis” vs ιδιοσυστασίας του «Τόπου» ή η αστικοποίηση κατά του «Genius Loci».

Ως σύγχρονος «Αστικός Τόπος», θα μπορούσε να χαρακτηριστεί μία χωρική ενότητα με διακριτό, τόσο το φυσικό «ανάγλυφο», όσο και το «άϋλο» αποτύπωμα, αδιάψευστα: ιστορικό, κοινωνικό, πολιτισμικό, πολιτικό, οικονομικό. και «μήτρα σημαντικών γεγονότων. τα οποία του αποδίδουν την αναγκαία συνεκτικότητα, του πολεοδομικού ιστού: οικισμό, κομμάτι πόλεως, αστικό κέντρο/ συγκρότημα ή πολεοδομική συνάθροιση.

Ο «Αστικός Τόπος», θα μπορούσε να περικλείει ένα οικοσύστημα / φυσικό περιβάλλον συμπεριλαμβανομένου ενός ιδιαίτερου τοπίου –με σαφή ιδιοσυστασία, που τον καθιστούν ξεχωριστό.

Τα χαρακτηριστικά ενός σύγχρονου «Αστικού Τόπου», είναι πιο δυσδιάκριτα, απ’ ότι το «Urbis» του παρελθόντος: δηλαδή Ιστορικά Πολεοδομικά Κέντρα, ιζήματα της αρχαιολογικής κληρονομιάς, μεμονωμένα μνημεία, Ιστορικοί Κήποι/ Άλσοι.

Τον «Αστικό Τόπο», πνιγμένο κατά κανόνα, μέσα στο αδιάφορο της σύγχρονης αστικής πραγματικότητας -τον βαρύνουν ξεχωριστά ιστορικά γεγονότα και αστικές ποιότητες. Συνιστούν συχνά, άθροισμα «απτών πολεοδομικών ψηφίδων» διαφόρων εποχών, διάσπαρτων και αποκομμένων μεταξύ τους, δίχως εμφανή ενότητα. Οι δε σύγχρονοι πολεοδομικοί μετασχηματισμοί, του ασκούν διαβρωτικές πιέσεις, ακόμη και αλλοιώσεις, απομειώνοντας την ποιότητα του αυθεντικού ιστού.

Ο ρόλος της πολεοδομίας στην προστασία και ανάδειξη του «Τόπου»

«Πολεοδομία είναι η επιστήμη που μελετά τα αστικά φαινόμενα απ’ όλες τις πλευρές, έχοντας ως στόχο το σχεδιασμό της ιστορικής τους εξέλιξης, είτε (μέσω) της ερμηνείας, της επανοργάνωσης, της εξυγίανσης, της λειτουργικής προσαρμογής των ήδη υπαρχόντων αστικών περιοχών και του διακανονισμού της ανάπτυξης των, είτε μ έσω πιθανού σχεδιασμού νέων συνόλων, είτε τελικά μέσω μεταρρύθμισης και οργάνωσης ex-novo των συστημάτων σύνδεσης των αστικών συναθροίσεων μεταξύ των και με το φυσικό περιβάλλον».
Giovanni Astengo

Οι έκδηλες τάσεις μορφολογικής, αλλά σε ένα βαθμό και λειτουργικής και τυπολογικής ομοιομορφίας, που χαρακτηρίζουν την κτιριακή παραγωγή των τελευταίων δεκαετιών διεθνώς, επιτείνουν τη ροπή αμορφίας του σύγχρονου αστικού φαινομένου. Πρωτίστως στην περιφέρεια/περίμετρο των παραδοσιακών πολεοδομικών κέντρων.

Το «Τόπος» του «Urbis», με έκδηλα τα ιστορικά στοιχεία , αντίθετα, διασώζει τα διαχρονικά και εδραία χαρακτηριστικά του ιστού. και τον εγχώριο «τρόπο».

Καθιστώντας αναγκαία την προστασία, διατήρηση και ανάδειξη του «Αστικού «Τόπου». αλλά και τη συνομιλία την με την υπόλοιπη χωρική πραγματικότητα.

Η δε οργανική προστασία, ανάδειξη & σύνδεση μεμονωμένων ή και συχνά αποκομμένων τεκμηρίων του παρελθόντος –και γενικότερα ενός «Αστικού Τόπου», που ασφυκτιά στην αδιάφορη παραγωγή, απότοκο μιας βίαιης αστικοποίησης- αποτελεί κύρια και πάγια στόχευση και προτεραιότητα του σχεδιασμού.

Η πολεοδομία, ως κρίσιμο εργαλείο και αναντικατάστατο αναπτυξιακό υπόστρωμα, καλείται να σχεδιάσει τη μορφή (επαν)οργάνωσης, αποκατάστασης και συναρμογής των τεκμηρίων διαφόρων εποχών –με κύρια στοιχεία αναφοράς και πυλώνες, τους «Αστικούς Τόπους».

Διαρρηγμένες «Αστικές Μνήμες» & σύγχρονοι πολεοδομικοί ιστοί. Από ασύμπτωτες, σε διαλεκτική σχέση.

Οι προσεγγίσεις αναφορικά με τη σχεδιαστική μεθοδολογία παρεμβάσεων σε ανθρωπογενείς κυρίως περιοχές, με χαρακτηριστικά «Αστικού Τόπου», θα μπορούσαν να κατηγοριοποιηθούν:

Ο δομημένος ιστός με κατισχύοντα ιστορικά χαρακτηριστικά, ως πυρήνας της ιδιοσυστασίας του «Τόπου», προστατεύεται/ εξυγιαίνεται/ αναδεικνύεται, σύμφωνα με τις αρχές της προστασίας των Ιστορικών Κέντρων και των χωρικών διαστρωματώσεων αλλοτινών εποχώνii.
Η διαφύλαξη των αδιάψευστων στο χρόνο και εγχαράκτων στο χώρο χαρακτηριστικών του Urbis, αποτελεί condition sine qua non, κάθε σχετικής παρέμβασης.

Οι πολεοδομικές ενότητες οι οποίες συνεφάπτονται στους Ιστορικούς Ιστούς/»Αστικούς Τόπους», σχεδιαστικά εντάσσονται διαδικασία της δοκιμασίας του «διαλόγου» μεταξύ των εποχών: μορφολογικού τυπολογικού, χρήσεων, λειτουργίας.

Οι σύγχρονοι ιστοί. Κάθε εποχή, έχει υποχρέωση να αφήσει το δικό της εδαφικό αποτύπωμα. Ακόμη και να προεξοφλήσει τις χωρικές της αντιλήψεις για το μέλλον. Επισήμανση, η οποία αφορά στον υπόλοιπο «extra muros», χώρο: Αστικό (σύγχρονο), προαστιακό, περιαστικό. Δεν μπορεί ωστόσο να μην λάβει υπόψη τις σχεδιαστικές εκείνες παραμέτρους, που παρέμειναν εδραίες στη φθορά του χρόνου.

Οι κρίσιμες αυτές συνισταμένες για το σχεδιασμό του αναδυόμενου αστικού φαινομένου και η ενθυλάκωση τους στον πολεοδομικό προγραμματισμό –(και) ως αντίδοτο στην διευρυνόμενη «ατοπία», αποτελούν κύριο στοίχημα για την σύγχρονη Πολεοδομία.

ΠΗΓΕΣ
Αριστοτέλους: Φυσική Ακρόασις (Τα Φυσικά). Εισαγωγικά σημειώματα C. Prantl σε απόδωση Κ.Δ. Γεωργούλη. Μετάφραση: Κ.Δ. Γεωργούλη. Εκδόσεις Δ. Ν. Παπαδήμα. Αθήνα, 1992.

*Πολεοδόμος