Σπύρος Θεοδωρόπουλος: «Ο επιχειρηματίας δεν είναι δουλειά. Είναι τρόπος ζωής»

10

Συνέντευξη στον Θοδωρή Βαμβακάρη

«Για να βελτιώσουμε την παραγωγικότητα, χρειαζόμαστε επενδύσεις, εκσυγχρονισμό και  αλλαγή νοοτροπίας σε πολλά πράγματα, συμπεριλαμβανομένων των αναπτυξιακών νόμων.

Δεν μπορεί πλέον οι αναπτυξιακοί νόμοι να συνδέονται με τη δημιουργία νέων θέσεων  εργασίας». Αυτά τονίζει ο Πρόεδρος του ΣΕΒ, κ. Σπύρος Θεοδωρόπουλος, σε συνέντευξή του στην «Ανάπτυξη», αναφερόμενος στο κρίσιμο θέμα της αύξησης της παραγωγικότητας της ελληνικής οικονομίας. Προσθέτει ακόμα ότι «Πρέπει να επενδύσουμε σε αύξηση της παραγωγικότητας, κάτι που αποτελεί ευθύνη των επιχειρήσεων. Από την άλλη πλευρά, θα πρέπει να επαναξετάσουμε -όχι βέβαια εις βάρος των εργαζομένων- και τις εργασιακές σχέσεις, οι οποίες έχουν πολλές αγκυλώσεις». Ο κ. Θεοδωρόπουλος μιλώντας για την  πολιτική δασμών που θέλει να επιβάλλει ο Πρόεδρος των ΗΠΑ, Ντόναλντ Τραμπ, ανέφερε ότι «Οι δασμοί λειτουργούν ως ανάχωμα στην πορεία προς την παγκοσμιοποίηση, που όμως είναι ένα ποτάμι που δε γυρίζει πίσω, ούτε με δασμούς, ούτε με άλλα παρόμοια μέτρα».

Σχετικά με τις αλλαγές που θα φέρει η ΑΙ στις επιχειρήσεις, σημείωσε ότι «Είναι μια νέα
εποχή που δεν έχει νόημα να πολεμάμε.

Αντίθετα, πρέπει να την υιοθετήσουμε και όσο πιο γρήγορα το κάνουν αυτό οι επιχειρήσεις, τόσο πιο ανταγωνιστικές θα είναι».

Η παγκόσμια οικονομία φαίνεται ότι μπαίνει σε μια τρίτη περίοδο αβεβαιότητας μετά τον COVID και την ενεργειακή κρίση. Σας ανησυχεί η ανεξέλεγκτη πολιτική των δασμών που θέλει να επιβάλλει ο Πρόεδρος των ΗΠΑ;

Αυτό που με ανησυχεί περισσότερο είναι η απουσία ενός οργανωμένου σχεδίου. Πολλές από τις πρωτοβουλίες του Προέδρου Τραμπ είναι προφανές ότι τελικά θα πλήξουν κυρίως τις ίδιες τις Ηνωμένες Πολιτείες.

Οι δασμοί λειτουργούν ως ανάχωμα στην πορεία προς την παγκοσμιοποίηση, που όμως είναι ένα ποτάμι που δε γυρίζει πίσω, ούτε με δασμούς, ούτε με άλλα παρόμοια μέτρα. Η παγκοσμιοποίηση έχει δημιουργήσει τεράστιες υπεραξίες και αυτό είναι κάτι που δεν μπορεί να ανατραπεί. Εκείνο που οφείλουμε να διορθώσουμε είναι η άνιση κατανομή αυτών των υπεραξιών. Πρέπει να φροντίσουμε ώστε να διαχέονται και προς τη μεσαία και την κατώτερη τάξη.

Το βασικό πρόβλημα της παγκοσμιοποίησης, όπως τη βιώσαμε έως σήμερα, είναι ότι ο πλούτος που δημιουργείται παραμένει στα ανώτερα κοινωνικά στρώματα. Αυτό έχει τροφοδοτήσει εθνικιστικά φαινόμενα και τάσεις απομονωτισμού, όπως επίσης και απόπειρες
επανακλεισίματος των οικονομιών. Τα αποτελέσματα αυτής της τάσης βιώνουμε σήμερα.

Θα μπορούσε αυτό το «σοκ» Τραμπ να αποτελέσει ευκαιρία για την Ευρώπη;

Αναμφίβολα. Η Ευρώπη είχε επαναπαυθεί, έχοντας αναθέσει την ασφάλειά της στις Ηνωμένες Πολιτείες, ενώ ταυτόχρονα ο πληθυσμός της γερνάει.

Επιπλέον, είχε επωμιστεί σχεδόν μόνη της τη σωτηρία του πλανήτη μέσω της πράσινης μετάβασης. Αυτό οδήγησε στην υιοθέτηση πολλών πολιτικών που συνέβαλαν στην αποβιομηχάνιση της Ευρώπης και στη μεταφορά εκατοντάδων χιλιάδων θέσεων εργασίας σε άλλες χώρες.

Σήμερα, φαίνεται να διαμορφώνεται μια πιο ισορροπημένη προσέγγιση, που επιδιώκει την πράσινη μετάβαση με ταυτόχρονη μέριμνα για την ανταγωνιστικότητα και την  παραγωγικότητα. Στοιχεία που είχαμε ξεχάσει, ιδιαίτερα πριν την εμφάνιση του Τραμπ.

Ας μην ξεχνάμε πως η Ευρώπη ευθύνεται μόλις για το 6% των παγκόσμιων ρύπων. Ακόμη και αν το ποσοστό αυτό μειωθεί στο 4% ή 3%, δεν έχει νόημα να το επιδιώκουμε εις βάρος θέσεων εργασίας. Μια τόσο μονομερής προσέγγιση δεν μπορεί να είναι στόχος.

Την προηγούμενη δεκαετία η ελληνική κοινωνία θύμωσε πολύ και τώρα ξαναθυμώνει. Πόσο καλός σύμβουλος είναι ο θυμός;

Ο θυμός δεν είναι καλός σύμβουλος σε καμία ανθρώπινη κατάσταση. Είτε σε ατομικό είτε σε συλλογικό επίπεδο, όλοι έχουμε μετανιώσει για αποφάσεις που πήραμε εν βρασμώ ψυχής.
Ελπίζω αυτή τη φορά, μέσα στον θυμό μας, να θυμηθούμε τις συνέπειες των προηγούμενων λαθών. Είναι σημαντικό να δείξουμε περισσότερη ψυχραιμία και ωριμότητα αυτή τη φορά.

Έχετε δηλώσει ότι χρειαζόμαστε ένα νέο μοντέλο εργασιακών σχέσεων με μεγαλύτερη ευελιξία. Πώς θα μπορούσε να βοηθήσει αυτό τη χαμηλή παραγωγικότητα στην Ελλάδα;

Η παραγωγικότητα δεν εξαρτάται απο κλειστικά από τις εργασιακές σχέσεις.

Είναι μόνο ένας από τους παράγοντες, και όχι ο κυριότερος. Για να βελτιώσουμε την παραγωγικότητα, χρειαζόμαστε επενδύσεις, εκσυγχρονισμό και αλλαγή νοοτροπίας σε πολλά πράγματα, συμπεριλαμβανομένων των αναπτυξιακών νόμων.

Δεν μπορεί πλέον οι αναπτυξιακοί νόμοι να συνδέονται με τη δημιουργία νέων θέσεων εργασίας. Αυτό εξυπηρετούσε μια άλλη εποχή, όπου η ανεργία ήταν μεγάλο πρόβλημα. Σήμερα φέρνουμε εργατικό δυναμικό από το εξωτερικό για να καλύψουμε κενές θέσεις εργασίας.

Χρειάζεται επίσης να επανεξετάσουμε τις εργασιακές σχέσεις, όχι βεβαίως σε βάρος των εργαζομένων, αλλά με στόχο την ευελιξία, ιδίως σε έκτακτες συνθήκες. Η αύξηση της παραγωγικότητας δε σημαίνει να δουλεύουν οι εργαζόμενοι 50 ώρες την εβδομάδα αντί για 40. Σημαίνει, όμως, να έχουν οι επιχειρήσεις το περιθώριο να προσαρμόζονται.

Σήμερα, το εργασιακό πλαίσιο είναι τόσο παγιωμένο που δεν επιτρέπει το καλύτερο δυνατό αποτέλεσμα.

Είναι εφικτό, πιστεύετε, να επιτευχθεί συναίνεση μεταξύ εργοδοτών, εργαζομένων και κράτους για ένα νέο κοινωνικό συμβόλαιο. Ποιες θα έπρεπε να είναι οι βασικές υποχωρήσεις κάθε πλευράς;

Πιστεύω πως είναι εφικτό, καθώς οι εργαζόμενοι κατανοούν πλέον ότι χωρίς αύξηση της συνολικής «πίτας», δεν μπορεί να υπάρξει μεγαλύτερο μερίδιο για κανέναν. Επίσης, νομίζω ότι έχουν πειστεί πως οι εργοδότες δεν έχουν ως στόχο την εκμετάλλευση, αλλά την υπέρβα
ση παρωχημένων δομών, με σεβασμό στους εργαζομένους.

Από την άλλη πλευρά, και οι εργοδότες αναγνωρίζουν ότι η εποχή των μνημονίων έχει τελειώσει. Οφείλουμε να επιστρέψουμε σε εργασιακές σχέσεις που αυξάνουν τον αριθμό των εργαζόμενων που καλύπτονται από συλλογικές συμβάσεις και αποκαθιστούν, κατά το
δυνατόν, απώλειες της μνημονιακής περιόδου.

Το κράτος, από την πλευρά του, έχει εκφράσει σαφώς τη βούλησή του να στηρίξει και να νομοθετήσει κάθε συμφωνία που θα προκύψει μέσα από τον διάλογο μεταξύ εργοδοτών και εργαζομένων.

Πάγιο αίτημα του επιχειρηματικού κόσμου είναι η μείωση του ενεργειακού κόστους για τις επιχειρησεις. Πώς πιστεύετε ότι θα μπορούσε να αντιμετωπιστεί αποτελεσματικά; Θα μπορούσε να βρεθεί λύση με τη σύναψη νέων μακροχρόνιων συμβολαίων προμήθειας ηλεκτρικής ενέργειας με τους παραγωγούς, στα πρότυπα της Γαλλίας και της Ιταλίας;

Το ζήτημα είναι σύνθετο. Το υψηλό ενεργειακό κόστος στην Ελλάδα δεν οφείλεται σε έναν μόνο παράγοντα, αλλά σε πολλούς. Απαιτείται αλλαγή βασικών μοντέλων και πολιτικών.
Ο ΣΕΒ και πολλές βιομηχανίες έχουν καταθέσει προτάσεις για τη μείωση του κόστους.

Δυστυχώς, πολλές από τις αποφάσεις εξαρτώνται από την Ευρωπαϊκή Ένωση, η οποία προς το παρόν δε δείχνει διάθεση να αλλάξει το υφιστάμενο σύστημα τιμολόγησης της ενέργειας

Ωστόσο, είναι θετικό ότι ο Πρωθυπουργός έχει θέσει το θέμα σε ευρωπαϊκό επίπεδο και έχει ξεκινήσει η σχετική συζήτηση. Οι μακροχρόνιες συμβάσεις, όπως αναφέρατε, είναι μία από τις λύσεις, αλλά δεν αρκούν από μόνες τους. 

Χρειάζεται ένα πλέγμα παρεμβάσεων που συνδυαστικά μπορούν να μειώσουν το ενεργειακό κόστος για τις ελληνικές επιχειρήσεις και τα νοικοκυριά, ώστε να προσεγγίσουμε τον ευρωπαϊκό μέσο όρο.

Εκτιμάτε ότι μέχρι τώρα έχουμε δώσει μια πειστική απάντηση στο ερώτημα γιατί να έρθει κάποιος να επενδύσει στην Ελλάδα;

Σε ορισμένους τομείς, ναι, όπως το real estate και ο τουρισμός. Ωστόσο, δεν έχουμε ακόμη δώσει πειστική απάντηση στο γιατί να επενδύσει κάποιος στον παραγωγικό τομέα στην Ελλάδα. Πρέπει να εργαστούμε προς αυτή την κατεύθυνση και να αλλάξουμε το παραγωγικό
μας μοντέλο.

Υπάρχουν δύο «ελέφαντες στο δωμάτιο»: το έλλειμμα τρεχουσών συναλλαγών και η χαμηλή παραγωγικότητα. 

Μπορεί να έχουμε λύσει το δημοσιονομικό σκέλος που μας οδήγησε στην κρίση, αλλά αυτοί οι δύο παράγοντες παραμένουν εξίσου σημαντικοί και απαιτούν άμεσες μεταρρυθμίσεις.

Κρίνετε ως επαρκή τη δανειοδότηση των επενδύσεων των ελληνικών επιχειρήσεων από το τραπεζικό σύστημα;

Για τις μεσαίες και μεγάλες επιχειρήσεις, ναι, θεωρώ ότι η χρηματοδότηση είναι επαρκής. Το ζήτημα εντοπίζεται στις μικρομεσαίες επιχειρήσεις, όπου υπάρχει διχογνωμία.

Από τη μία, οι μικρομεσαίες επιχειρήσεις αναφέρουν δυσκολία πρόσβασης στη χρηματοδότηση. Από την άλλη, οι τράπεζες υποστηρίζουν ότι υπάρχουν διαθέσιμα κεφάλαια και διάθεση για χρηματοδότηση, αλλά πολλές επιχειρήσεις δεν πληρούν τις προϋποθέσεις,
είτε λόγω ανεπαρκών ισολογισμών, είτε λόγω παλαιών οφειλών.

Χαρακτηριστικά, περίπου το ένα τρίτο των μικρομεσαίων επιχειρήσεων έχουν ακόμη εκκρεμότητες από παλαιότερα κόκκινα δάνεια. Η αλήθεια βρίσκεται, όπως συχνά συμβαίνει, κάπου στη μέση.

Και οι τράπεζες ως τώρα δεν είχαν δώσει τη δέουσα προσοχή στις μικρομεσαίες επιχειρήσεις, αλλά και πολλές επιχειρήσεις αδίκως διαμαρτύρονται, καθώς πράγματι δεν πληρούν τα κριτήρια για να λάβουν χρηματοδότηση.

Ζούμε πλέον στην εποχή της τεχνητής νοημοσύνης. Μια εποχή την οποία αντιμετωπίζουν με διαφορετικές προσδοκίες επιχειρήσεις και εργαζόμενοι. Η αλήθεια είναι ότι υπάρχει μια έντονη ανησυχία για απώλεια θέσεων εργασίας. Ποια είναι η δική σας άποψη;

Η άποψή μου δεν έχει αλλάξει από την εποχή που εισήχθησαν οι ηλεκτρονικοί υπολογιστές και η ρομποτική. Οι συνομήλικοί μου έχουμε ζήσει εποχές όπου τα γραφεία δεν ήταν γεμάτα με οθόνες.

Και τότε υπήρχαν φόβοι για μαζικές απώλειες θέσεων εργασίας, κάτι που τελικά δεν επαληθεύτηκε.

Κάθε τεχνολογικό άλμα δημιουργεί νέες θέσεις εργασίας σε καινοτόμους τομείς, με αποτέλεσμα ο συνολικός αριθμός απασχολουμένων να παραμένει σταθερός ή και να αυξάνεται.

Ωστόσο, απαιτείται προετοιμασία. Οι εργαζόμενοι πρέπει να καταλάβουν ότι οφείλουν να συνεχίσουν να εκπαιδεύονται, οι επιχειρήσεις να επενδύσουν στην κατάρτιση του ανθρώπινου δυναμικού τους ώστε να μπορεί να ανταποκριθεί στις νέες απαιτήσεις, και το κράτος να προσανατολίσει τα εκπαιδευτικά προγράμματα στις σύγχρονες ανάγκες.

Είναι έτοιμες οι ελληνικές επιχειρήσεις να απορροφήσουν τα εργαλεία τεχνητής νοημοσύνης;

Δυστυχώς, όχι ακόμη. Αυτό αποτελεί και έναν από τους βασικούς μας στόχους στον ΣΕΒ: να προσφέρουμε όσο το δυνατόν περισσότερη πληροφόρηση και γνώση για την εφαρμογή της τεχνητής νοημοσύνης στις ελληνικές επιχειρήσεις.

Το ποια είναι η σημασία της, το έχουμε αντιληφθεί όλοι. Πρέπει να δούμε πρακτικά πώς υλοποιείται. Ποια βήματα πρέπει να ακολουθήσουμε, σε ποιους τομείς να εστιάσουμε.
Η τεχνητή νοημοσύνη αφορά όλους τους τομείς μιας επιχείρησης: παραγωγή, πωλήσεις, μάρκετινγκ, διαχείριση.

Είναι μια νέα εποχή που δεν έχει κανένα νόημα να πολεμάμε. Όσο πιο γρήγορα υιοθετήσουν την ΤΝ οι επιχειρήσεις, τόσο πιο ανταγωνιστικές θα είναι.

Είναι ενθαρρυντικό ότι πολλές ελληνικές επιχειρήσεις δείχνουν ενδιαφέρον.

Στις 12 Μαΐου, ο ΣΕΒ διοργανώνει ένα μεγάλο συνέδριο ακριβώς με αυτόν τον στόχο: την πρακτική ενσωμάτωση της τεχνητής νοημοσύνης στις ελληνικές επιχειρήσεις.

Θεωρείτε ότι οι ελληνικές startups έχουν επαρκείς πηγές χρηματοδότησης;

Δυστυχώς, όχι. Αν και υπάρχει πλέον ένα οικοσύστημα που περιλαμβάνει τόσο startups όσο και χρηματοδοτικά εργαλεία γύρω τους, εντοπίζεται ένα σημαντικό κενό, όχι τόσο στις πολύ μικρές επιχειρήσεις, όσο στις επιχειρήσεις που φτάνουν σε έναν τζίρο 20-40 εκατομμυρίων. Αυτές αρχίζουν να αντιμετωπίζουν προβλήματα πρόσβασης στη χρηματοδότηση. Όταν μια startup εξελίσσεται σε μεσαία επιχείρηση, εκεί εμφανίζονται τα κενά.

Ο ΣΕΒ έχει πλέον 100 μέλη που δραστηριοποιούνται στον χώρο της νέας οικονομίας, άλλες ως startups και άλλες ως αναπτυγμένες εταιρείες τεχνολογίας.

Πρόσφατα πραγματοποιήσαμε μια συνάντηση με αυτές τις επιχειρήσεις, για να ακούσουμε τα προβλήματά τους και να διερευνήσουμε τρόπους στήριξής τους.

Υπάρχει η εκτίμηση ότι η επιχειρηματικότητα είναι μια περιουσία για έναν τόπο. Πόσο έχει αλλάξει ο βαθμός εκτίμησης της επιχειρηματικότητας στη χώρα μας;

Η κοινωνική αποδοχή της επιχειρηματικότητας ήταν υψηλή κατά τις περιόδους άνθησης του χρηματιστηρίου. Όταν όμως ακολούθησε η κατάρρευση, η εικόνα της επιχειρηματικότητας έπεσε στο ναδίρ.

Σήμερα θεωρώ ότι έχουμε ωριμάσει ως κοινωνία. Έχουμε αρχίσει να κατανοούμε τον ρόλο της επιχειρηματικότητας: η δημιουργία αξίας είναι έργο του επιχειρηματία, ενώ η αναδιανομή μέσω φορολογίας είναι ευθύνη του κράτους.

Αυτό είναι μια διάκριση που μας πήρε δεκαετίες να εμπεδώσουμε.

Για πολλά χρόνια υπήρχε η λανθασμένη πεποίθηση ότι το κράτος μπορεί να είναι
επιχειρηματίας. Η σκληρή πραγματικότητα, όμως, μας δίδαξε ότι το κράτος δεν μπορεί να επιχειρεί το ίδιο και ότι οφείλει απλώς να κατανέμει δίκαια τους πόρους μέσα σε μια κοινωνία.

Ως αυτοδημιούργητος επιχειρηματίας εκτιμάτε ότι σήμερα θα μπορούσαμε να μιλήσουμε για Greek Dream;

Το “Greek Dream” είναι μεγάλη κουβέντα, αλλά πιστεύω ακράδαντα ότι κανείς δεν μπορεί να στερήσει από τους νέους ανθρώπους το δικαίωμα να ονειρεύονται.

Όλοι οι τόποι έχουν ευκαιρίες. Η ιδέα ότι το επιχειρείν είναι εύκολο στο εξωτερικό και δύσκολο στην Ελλάδα είναι εσφαλμένη. Όλες οι αγορές πλέον είναι ώριμες και σε όλες υπάρχουν προβλήματα και ευκαιρίες.

Η Ελλάδα είναι μια χώρα που βγήκε από μια δεκαετή κρίση με ΑΕΠ χαμηλότερο από αυτό που είχε όταν μπήκε.

Αυτό, από μόνο του, δημιουργεί ευκαιρίες. Το ζητούμενο είναι κατά πόσο ο καθένας μας το πιστεύει, πόσο το θέλει και κυρίως, κατά πόσο είναι διατεθειμένος να δεσμευτεί σε αυτόν τον στόχο.

Γιατί ο επιχειρηματίας δεν είναι δουλειά.

Ο επιχειρηματίας είναι τρόπος ζωής.