Της Βάλιας Δημητρακοπούλου
Παρατηρώντας τον περίγυρο, όταν κάθομαι στο θέατρο ΡΕΞ για να παρακολουθήσω τη θεατρική παράσταση «Στα όρια», βλέπω νέα παιδιά κάτω των 18 να ψάχνουν τις θέσεις τους, απορροφημένα, όπως είναι οι έφηβοι, από τα κινητά τους. Νιώθω όλη αυτή την καταπιεσμένη τεστοστερόνη, όλη τη φούρια με την οποία διασχίζουν αυτά τα γεμάτα αλλά και άχαρα χρόνια. Τίποτα δεν μπορεί να με προετοιμάσει για τη συνέχεια.
Παρακολουθώ ένα έργο που φτιάχτηκε μέσα από εργαστήρια ανάμεσα σε προσφυγόπουλα και Ελληνόπουλα, ως μέρος της συνεργασίας της UNICEF και του Μικρού Εθνικού, στο πλαίσιο του εκπαιδευτικού προγράμματος «Κάνουμε θέατρο για την ειρήνη», από την περασμένη άνοιξη. Η παράσταση διηγείται την ιστορία δύο αδελφών, που προσπαθώντας να γλιτώσουν από τον πόλεμο εξωθούνται βίαια από την πατρίδα τους σε μια ξένη χώρα και, κατατρεγμένοι, καταλήγουν στο νοικιασμένο Αirbnb μιας περίπλοκης οικογένειας που, εκ πρώτης όψεως, μοιάζει αρκετά προνομιούχα. Τίποτα όμως δεν είναι μαύρο ή άσπρο.
Οταν χτίστηκε αυτή η παράσταση, στην επικαιρότητα ήταν ο πόλεμος στην Ουκρανία. Σήμερα ο κλοιός έχει στενέψει κι άλλο: ένας ακόμη πόλεμος εκτυλίσσεται κι εμείς, μέσα από τις οθόνες μας και την αμεσότητα της πληροφορίας, τον καταναλώνουμε. Η Σοφία Βγενοπούλου, σκηνοθέτις και διευθύντρια του Μικρού Εθνικού, μιλάει για την πραγματικότητα αυτή: «Δεν είναι δυνατόν να δεχθούμε ότι η μόνη λύση στη σύγχρονη κοινωνία μας είναι να τρωγόμαστε σαν τα σκυλιά. Δεν είναι απαραίτητο να αποδεχθούμε ότι ο ισχυρότερος οφείλει και είναι επόμενο να ζητάει πάντα την εξουσία. Δεν είναι απαραίτητο να πούμε ότι δύο λαοί δεν μπορούν να συμβιώσουν δίπλα δίπλα. Δεν είναι απαραίτητο ότι πρέπει συνέχεια να εξοπλιζόμαστε και να κάνουμε ιερούς πολέμους, αντί να καλλιεργούμε τους ανθρώπους και το ευ ζην τους. Δηλαδή, δεν είναι ανάγκη, δεν γίνεται να πρέπει να δεχθούμε ότι ο κόσμος μόνο με βαρβαρότητα μπορεί να προχωρήσει και ότι το άλλοθι γι’ αυτό είναι ότι κουβαλάς ένα τραύμα από μια γενοκτονία ή ότι είσαι καταπιεσμένος». Ευτυχώς, μου λέει, δεν είναι πολιτική αναλύτρια. Αλλά πιστεύει ότι η συγκίνηση, αυτό που συνταράσσει το μέσα σου μέσα από ένα πολιτιστικό έργο, μπορεί να φέρει διαύγεια – και ξέρει πως εδώ θα διαφωνήσουν πολλοί. Αλλά δεν πειράζει. «Μπορεί ο τρόμος, η απελπισία, το τραύμα να είναι ισχυρά κίνητρα για την ανθρώπινη συμπεριφορά, αλλά θέλω να πιστεύω ότι η ενσυναίσθηση και η συγκίνηση είναι εξίσου ισχυρά. Μέσα από τον δρόμο της τέχνης ίσως μπορούμε να καθαρίσουμε την ομίχλη από τη σκέψη μας».
Εγώ θα συμφωνήσω μαζί της: όσο παρακολουθώ την παράσταση, τα δάκρυά μου κυλούν αδιάκοπα. Σκέφτομαι, όπως είναι φυσικό, τα τόσα παιδιά, που όπως οι νέοι πρόσφυγες στην παράσταση, έχασαν τους γονείς τους ή, ακόμη πιο βάρβαρα, την απεικόνιση μιας άλλης πρόσφυγα που διηγείται τον χαμό των δικών της παιδιών. Δεν χρειάζεται να είσαι γονιός για να νιώσεις ένα τσίμπημα στην καρδιά σου. Μιλάμε για την έννοια του «λαθραίου», η οποία βρίσκεται στην καρδιά του έργου· πώς γίνεται κάποιος που προσπαθεί να γλιτώσει από βέβαιο θάνατο να θεωρείται παράνομος; «Τι κάνει κανείς αν γνωρίζει με βεβαιότητα ότι θα πεθάνει στον τόπο του; Φεύγει; Γνωρίζοντας ότι αν φύγει, μπορεί και πάλι να πεθάνει;» αναρωτιέται η σκηνοθέτις. Τα δύο αδέλφια, που εκδιώκονται από αυτή την απροσδιόριστη πόλη, είναι φοβισμένα, αλλά γεμάτα ζωή. Στην άλλη όχθη, δύο νέα κορίτσια έχουν τη δυνατότητα να σπουδάσουν, να κάνουν διακοπές σε σπίτι με πισίνα, να δηλώνουν ότι δεν πεινάνε και έτσι να μη φάνε. Πώς μπορούν να συναντηθούν αυτοί οι δύο κόσμοι; «Τα προσφυγόπουλα συναντούν μια οικογένεια με δύο νέα κορίτσια που έχει όλα όσα εκείνα χρειάζονται, αλλά στερείται τη συντροφικότητα και τη δυνατότητα για αυτενέργεια που διαθέτουν τα ξεριζωμένα αδέλφια», λέει ο Κρις Κούπερ στο πρόγραμμα της παράστασης. Η τέχνη είναι σύνδεση. «Αντιλαμβανόμαστε τον κόσμο μέσω της συναισθηματικής μας αντίδρασης στα ερεθίσματά του, όχι μέσω της νόησης· το συναίσθημα είναι το πρώτο μας σημείο σύνδεσης με την πραγματικότητα. Το πιο ισχυρό συναίσθημα της ιστορίας μας είναι ο φόβος. Ο φόβος οδηγεί στη συνάντηση των δύο “οικογενειών” στο έργο, ο φόβος είναι αυτός που κάνει τόσο δύσκολο για την καθεμιά οικογένεια να δει την άλλη και να απορρίψει τις διχαστικές ρητορικές, διασχίζοντας τα μεταξύ τους σύνορα, πραγματικά και φαντασιακά», συμπληρώνει.
«Ο τρόμος, η απελπισία, το τραύμα είναι ισχυρά κίνητρα για την ανθρώ- πινη συμπεριφορά, αλλά θέλω να πιστεύω ότι η ενσυναίσθηση και η συγκίνηση είναι εξίσου ισχυρά».
Τρωτοί νέοι
Οταν πέφτει η αυλαία, όλη η αίθουσα χειροκροτεί μανιασμένα. Δίπλα μου, ο νεαρός που πριν ξεκινήσει η παράσταση ήταν απορροφημένος με ένα βιντεοπαιχνίδι Star Trek, σκουπίζει τα δάκρυά του και σκέφτομαι πως είχα παρεξηγήσει την προσκόλλησή του στην οθόνη ως αδιαφορία. Ο έφηβος δεν είναι άτρωτος. Το παιδί έρχεται αντιμέτωπο με περισσότερα απ’ όσα μπορεί ο νους του να κατανοήσει. «Δεν διαχωρίζω ηλικίες. Η φόρμα και ο τρόπος που επιλέγεις να επικοινωνήσεις με το κοινό αλλάζει, αλλά μικρά και μεγάλα παιδιά κατακλύζονται από άπειρη πληροφορία. Είναι κοινωνοί της πραγματικότητάς μας. Πρέπει να τα βοηθήσουμε και να τα θωρακίσουμε για να αντιμετωπίσουν τις αγωνίες τους. Δεν χρειάζεται να φοβόμαστε», λέει η Σοφία Βγενοπούλου, και προσθέτει πως «το μεγαλύτερο κακό το κάνει η προσπάθεια το θέατρο να εξυπηρετεί τον διδακτισμό, να εργαλειοποιείται πλήρως ή να είναι ένας εναλλακτικός τρόπος να δώσουμε την πληροφορία που εμείς επιλέγουμε στα παιδιά. Η εκπαίδευση συμβαίνει μέσα από την αισθητική εμπειρία στην τέχνη, όχι μέσω της πληροφορίας. Δίνει αρκετή από αυτήν το σχολείο, φτάνει». Σπεύσατε.
«Στα όρια», θέατρο ΡΕΞ, Σκηνή Ελένη Παπαδάκη, επόμενη παράσταση Σάββατο 11 Νοεμβρίου, στις 8 μ.μ.
Πηγή: kathimerini.gr