Του Mateusz Morawecki*
Project Syndicate
Σήμερα, η Ευρώπη βρίσκεται στα πρόθυρα του πολέμου. Η στρατιωτική σύγκρουση δεν είναι πλέον ένα απίθανο σενάριο. Είναι μια πραγματική πιθανότητα. Για πολλές γενιές νέων Πολωνών και Ευρωπαίων, το ξέσπασμα ενός πολέμου δεν ήταν ποτέ μια τόσο κοντινή προοπτική. Για χρόνια, η Δύση ήθελε να πιστεύει ότι ο 21ος αιώνας θα ήταν απαλλαγμένος από ένοπλες συγκρούσεις. Τα τελευταία χρόνια, ωστόσο, έχουν υπάρξει επαρκείς αποδείξεις ότι οι επιθετικές ενέργειες της Ρωσίας, μεταξύ άλλων στη Γεωργία και την Ουκρανία, δεν αποτελούν ψευδαίσθηση, αλλά μάλλον σημάδι ότι ένα νέο κεφάλαιο ανοίγει στην ιστορία της Δύσης.
Η Ρωσία προσπαθεί να παραβιάσει για άλλη μια φορά την εδαφική ακεραιότητα της Ουκρανίας. Η αμφισβήτηση των συνόρων ενός κυρίαρχου κράτους σημαίνει μόνο ένα πράγμα: επίθεση στην ευρωπαϊκή σταθερότητα και ασφάλεια. Ο κόσμος όπως τον γνωρίζουμε, ο κόσμος των ευρωπαϊκών αξιών, των ελευθεριών, της δημοκρατίας και της ευημερίας, έχει μπει στο στόχαστρο της πολιτικής και στρατιωτικής ηγεσίας της Ρωσίας. Δεν διακυβεύεται μόνο το μέλλον της Ουκρανίας, αλλά και η ασφάλεια και η οικονομική ευημερία της Ευρώπης. Πρόκειται για τη μεγαλύτερη πολιτική κρίση μετά το τέλος του Ψυχρού Πολέμου και μια άμεση πρόκληση για τις αρχές που υιοθέτησε η Ευρωατλαντική Κοινότητα τα χρόνια μετά το 1989.
Πρέπει να αντιμετωπίσουμε την αλήθεια. Τα τελευταία χρόνια, η ρωσική απειλή για την ειρήνη έχει αυξηθεί, με την παθητική στάση μεγάλου μέρους των ευρωπαϊκών πολιτικών δυνάμεων. Πολλοί ηγέτες δεν είχαν το θάρρος ούτε την αποφασιστικότητα να διακόψουν τους επιχειρηματικούς δεσμούς με το Κρεμλίνο. Η απόφαση να εμπλακούν σε ασαφείς επιχειρηματικές συναλλαγές με ένα καθεστώς που δεν είχε κανέναν ενδοιασμό να διεξάγει πόλεμο εναντίον μικρότερων κρατών, να επιδίδεται σε πολιτικές δολοφονίες και να χρησιμοποιεί ειδικές δυνάμεις για ανατροπές μέσα στο έδαφος των κρατών μελών της Ευρωπαϊκής Ενωσης, δεν μπορεί να εκληφθεί απλώς ως κοντόφθαλμη. Πρόκειται για μια εσκεμμένη πράξη πολιτικού κυνισμού.
Αυτό έχει όλο και μεγαλύτερο κόστος για την Ευρώπη: χάνουμε τη μάχη όχι μόνο σε οικονομικό επίπεδο (π.χ. μέσω των υψηλών τιμών του φυσικού αερίου χάρη στην πολιτική εκβιασμού της Μόσχας), αλλά και σε πολιτικό. Πέρυσι, η Gazprom αύξησε τις εξαγωγές φυσικού αερίου προς την Κίνα και την Τουρκία. Ταυτόχρονα, μείωσε δραστικά τις παραδόσεις προς την Ευρώπη. Αυτή η τεχνητή κλιμάκωση της ενεργειακής κρίσης είναι μια σκόπιμη προσπάθεια άσκησης πίεσης με στόχο να δρομολογηθεί ο αγωγός Nord Stream 2.
Μπαίνουμε στο τρίτο έτος μιας εξαιρετικά δύσκολης πανδημίας, αντιμετωπίζουμε μια αυξανόμενη οικονομική κρίση και ακριβώς αυτή τη στιγμή δεχόμαστε μια πρόσθετη απειλή που προέρχεται από τον ανατολικό μας γείτονα. Ο Βλαντίμιρ Πούτιν εκμεταλλεύεται τις ευρωπαϊκές αδυναμίες και κρίσεις με κυνική ακρίβεια. Δυστυχώς, ένα μεγάλο μέρος της ευρωπαϊκής ελίτ έχει ειδικευθεί στο να κλείνει τα μάτια μπροστά στην εκθαμβωτική αναγέννηση των ρωσικών αυτοκρατορικών φιλοδοξιών. Ολοι γνωρίζουμε την περίπτωση του Γκέρχαρντ Σρέντερ, ο οποίος αντάλλαξε την πολιτική του καριέρα με κέρδη στις ρωσικές εταιρείες ενέργειας. Αλλά αυτό είναι μόνο η κορυφή του παγόβουνου. Μεταξύ των πολλών ευρωπαίων συνεργατών της Gazprom, της Lukoil, της Rosneft και των εταιρειών που κατασκευάζουν τον Nord Stream 2, είναι πρώην καγκελάριοι, πρωθυπουργοί, ανώτεροι διπλωμάτες, προεδρικοί σύμβουλοι και υπουργοί.
Οσοι προσπαθούν να δικαιολογήσουν μια τέτοια πορεία επικαλούνται την ελεύθερη αγορά και το δικαίωμα να δέχονται τέτοιες θέσεις εργασίας μετά την εκπλήρωση της δημόσιας αποστολής τους. Ομως οι άνθρωποι αυτοί δεν βρέθηκαν σε αυτές τις θέσεις τυχαία. Οι γνώσεις και οι δεξιότητές τους έχουν γίνει εργαλεία στα χέρια του Κρεμλίνου. Ως ηγέτες κρατών, βοήθησαν στη χάραξη ευρωπαϊκών πολιτικών για την ενέργεια, την οικονομία και την ασφάλεια. Είχαν πρόσβαση σε απόρρητα δεδομένα και σε υλικό των ειδικών δυνάμεων. Ελαβαν στρατηγικές αποφάσεις που καθόρισαν το μέλλον των κοινωνιών της ΕΕ και του ΝΑΤΟ. Ας το πούμε όπως πραγματικά είναι: στην Ευρώπη η Ρωσία έχει πολλούς Δούρειους Ιππους.
Οι προθέσεις της Μόσχας δεν θα έπρεπε να αφήνουν πλέον περιθώρια αμφιβολίας. Τον περασμένο Ιούλιο, ο Βλαντίμιρ Πούτιν δημοσίευσε ένα άρθρο σχετικά με τις ιστορικές σχέσεις μεταξύ της Ρωσίας και της Ουκρανίας. Η βασική του θέση είναι η πεποίθηση ότι δεν υπάρχει ξεχωριστό ουκρανικό έθνος και ότι ο ουκρανικός λαός είναι μέρος αυτού που ο ίδιος αποκαλεί «ρουθηνικό έθνος», στο οποίο οι Ρώσοι διαδραματίζουν τον κυρίαρχο ρόλο. Σύμφωνα με τον Πούτιν, η Ουκρανία αποτελεί αναπόσπαστο μέρος του ρωσικού κόσμου. Υπό αυτή την οπτική, οι προσπάθειες της Ουκρανίας να διεκδικήσει την ανεξαρτησία της και μια ξεχωριστή ταυτότητα δεν είναι μόνο ένα λάθος αλλά συνιστά πρόκληση. Δεν υπάρχει θέση στο όραμα του Βλαντίμιρ Πούτιν για μια ελεύθερη και ανεξάρτητη Ουκρανία.
Εν όψει της απειλής από την πλευρά της Ρωσίας, απαιτείται αλληλεγγύη και συνεργασία σε ολόκληρη την ήπειρο. Το πιο αποτελεσματικό διαπραγματευτικό χαρτί που μπορούν να φέρουν η Ευρώπη και οι ΗΠΑ στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων είναι οι πιθανές οικονομικές κυρώσεις και η σαφής πρόθεση να μπλοκάρουν το έργο Nord Stream 2. Σε αυτούς τους κρίσιμους καιρούς, χρειαζόμαστε πραγματική ηγεσία που θα εξαλείψει την παρούσα απειλή και θα επαναφέρει την Ευρώπη στον δρόμο της ασφάλειας και της ανάπτυξης.
*Ο Ματέους Μοραβιέτσκι είναι πρωθυπουργός της Πολωνικής Δημοκρατίας. Το άρθρο του δημοσιεύεται ταυτόχρονα στο πολωνικό μηνιαίο περιοδικό «Wszystko Co Najwazniejsze», στο πλαίσιο προγράμματος που υλοποιείται σε συνεργασία με το Ινστιτούτο Εθνικής Μνήμης.
Πηγή: ot.gr