Του Γιώργου Παπανικολάου
Η εικόνα που σχηματίζεται όχι άδικα στην κοινή γνώμη, είναι ότι πέρα από την υιοθέτηση και εφαρμογή του περίφημου πλέον 112 (μια άσκηση ψηφιακής κατά βάση φύσεως), δεν έχει υπάρξει από το 2019 και μετά κάποια “στρατηγική” μεταβολή στην καταπολέμηση των πυρκαγιών, παρά τις αλλεπάλληλες δεσμεύσεις του Κυριάκου Μητσοτάκη, από το 2017 όταν ακόμη ήταν στην αντιπολίτευση, έως και σήμερα, παρά την τετραετή κυβερνητική θητεία.
Φέτος όμως η ζημιά είναι πολύ μεγάλη και στον τουρισμό. Όχι μόνο στη Ρόδο και στην Κέρκυρα, αλλά γενικότερα στη χώρα, καθώς πλήττεται σοβαρά η εικόνα της στο εξωτερικό, ενώ οι προβλέψεις λένε ότι το θέμα των υψηλών θερμοκρασιών σε συνδυασμό με τις μεγάλες πυρκαγιές ενδέχεται να επιφέρει μακροπρόθεσμα πλήγματα στην καλοκαιρινή σεζόν από την οποία ζει ο ελληνικός τουρισμός.
Το μεγάλο έλλειμμα, σε αυτό φαίνεται να συμφωνούν οι περισσότεροι ειδικοί, δεν αφορά στην επάρκεια μέσων. Βρίσκεται στην έλλειψη συστηματικής πρόληψης, μια πολυεπίπεδη διαδικασία που απαιτεί την αναδιοργάνωση των κρατικών μηχανισμών και υπηρεσιών, αλλά και την αλλαγή νοοτροπίας, σε όλα τα επίπεδα. Ούτε όμως ο συντονισμός, η οργάνωση των προσπαθειών κατάσβεσης, φαίνεται να βρίσκεται σε καλό επίπεδο.
Μεταξύ άλλων, οι πληροφορίες μας λένε ότι διάφορες συσκέψεις ανώτερου και ανωτάτου επιπέδου, μέσα στην κρίση τoυ προηγούμενου διαστήματος, γίνονταν με τη συμμετοχή δεκάδων ατόμων, σε ένα κομφούζιο που διανθιζόταν συχνά με αλληλοκατηγορίες μεταξύ υπευθύνων, δείχνοντας την ευρύτατη διασπορά αρμοδιοτήτων αλλά και ευθυνών. Με τρόπο δηλαδή που μάλλον δεν είναι ο ενδεδειγμένος για τη διαχείριση σοβαρών κρίσεων και τη λήψη γρήγορων και αποτελεσματικών αποφάσεων, όπως γνωρίζουν ακόμη και οι φοιτητές σχολών διοίκησης.
Ακόμη χειρότερα για την κυβέρνηση, όλα αυτά συμβαίνουν μετά τις μεγάλες πυρκαγιές του 2021, όταν η κοινή γνώμη ενημερώθηκε εκτεταμένα για το ρόλο της κλιματικής αλλαγής, ενημερώθηκε όμως κι ότι η κυβέρνηση, έχοντας τότε αποτύχει, θα έκανε διάφορες τομές, για να μην συμβούν ξανά τα ίδια. Τότε επίσης έζησε για πρώτη φορά ο πολίτης το 112 των πυρκαγιών. Τώρα η ύπαρξή του δεν είναι πια «νεωτερισμός».
Αν ρωτήσετε λοιπόν, οι περισσότεροι «απλοί πολίτες» όπως συχνά γράφεται, θα σας πουν ότι φέτος έγιναν τα ίδια, αν όχι πολύ χειρότερα, σε ότι αφορά την έκταση αλλά και την ένταση των πυρκαγιών, στην Αττική, στη Ρόδο, στο Βόλο και αλλού. Το αν έχουν δίκιο ή άδικο οι πολίτες σε επιμέρους λεπτομέρειες, μικρή σημασία έχει. Αυτή είναι η “μεγάλη εικόνα”.
Διότι παρά τις εξαγγελίες, παρά την -με τυμπανοκρουσίες- “εισαγωγή” ειδικού υπουργού, στο νέο υπουργείο Πολιτικής Προστασίας, του Χρήστου Στυλιανίδη από την Κύπρο, παρά τις διαβεβαιώσεις πριν ξεκινήσει η φετινή σεζόν, ουδέν εμφανές αποτέλεσμα υπήρξε, ιδίως στον τομέα της πρόληψης, που είναι και ο σημαντικότερος. Το απέδειξε άλλωστε και ο ίδιος ο πρωθυπουργός με τις φετινές αναφορές του, μετά το ξέσπασμα των πυρκαγιών, ότι «σύντομα θα έχουμε την ευκαιρία να κάνουμε και συγκεκριμένες εξαγγελίες ως προς τη δασική μας πολιτική». Πόσες εκατοντάδες χιλιάδες στρέμματα έπρεπε να καούν για να ανακαλύψουμε επιτέλους τη δασική πολιτική;
Ακριβώς αυτή η ασυγχώρητη ανεπάρκεια, η σχεδόν απόλυτη έλλειψη στη «διαχείριση» των δασικών εκτάσεων, (που στην συντριπτική τους πλειονότητα είναι παντελώς εγκαταλελειμμένες), παρά τα όσα συνέβησαν το 2021 και τις γνωματεύσεις ειδικών και επιτροπών, αρχής γενομένης ήδη από το 2017-2018, έχει βρεθεί πλέον στο προσκήνιο. Όπως και οι τεράστιες ελλείψεις στις δασικές υπηρεσίες, που στο παρελθόν (κακώς, κάκιστα) έχασαν την αρμοδιότητα για τις μεγάλες υπαίθριες φωτιές, οι οποίες πέρασαν στην Πυροσβεστική.
Επ αυτού, του κεντρικού πλέον θέματος, αντιγράφουμε από πρόσφατο άρθρο του Δρ Ελευθέριου Σταματόπουλου Δασολόγου Περιβαλλοντολόγου, στο “KReport”:
«Ένα Δάσος δεν καίγεται ποτέ ή καίγεται πολύ δύσκολα, όταν είναι σε διαχείριση. Αυτό σημαίνει ότι αποκομίζεται συνεχώς ξυλώδης όγκος και ο πλεονάζων (σ.σ. έτοιμη καύσιμη ύλη αν δεν αποσυρθεί έως το καλοκαίρι) απομακρύνεται μέσω των υλοτομιών. Μόνο που στις υλοτομίες πρέπει να ξέρεις τι κάνεις. Πρέπει να ξέρεις πού, ποτέ, ποσό και πώς υλοτομείς. Φυσικά, οργανώνεις την πλήρη διάνοιξη του δάσους με δρόμους πρόσβασης σε όλο το δάσος, αλλά με Δασικούς δρόμους που ορίζονται από διεθνείς προδιαγραφές.
Είναι αυτονόητο ότι η Δασική Διαχείριση «γεννάει» και το σχέδιο Πυροπροστασίας. Όταν πιάσει φωτιά σ’ ένα δάσος πολύ μεγάλη σημασία έχει η πρώτη πλήξη της φωτιάς. Είναι αυτό που έλεγε ο καθηγητής Δασολογίας Σπύρος Ντάφης: Την φωτιά στην αρχή την σβήνεις με ένα ποτήρι νερό (Αργότερα το αντέγραψε και ο κος Φούρλας). Αν αργήσεις, το πιθανότερο είναι να ηττηθείς. Αξιόπιστη πρώτη πλήξη σημαίνει ότι λειτουργείς βασικά πυροφυλάκια που διαθέτουν όλα τα μέσα επικοινωνίας και παρατήρησης. Η χώρα μας έχει πάνω από 200 τέτοια μεγάλα πυροφυλάκια σε αντίστοιχες κορυφές, όμως τα περισσότερα είτε απαξιώθηκαν είτε δεν λειτουργούν καθόλου.
Παράλληλα απαιτούνται ευέλικτα οχήματα, κυρίως μέσα στα δάση, με μια μικρή ομάδα (2-3 άτομα) το κάθε ένα. Σύμφωνα με τα σχέδια πυροπροστασίας, 400-600 τέτοια οχήματα αρκούν για να έχεις σημαντικά αποτελέσματα πρώτης πλήξης.
Όταν δεν λειτουργήσει η πρώτη πλήξη, τότε πρέπει να τεθεί σε εφαρμογή πλήρες αντιπυρικό σχέδιο κυρίας πλήξης. Πόσες δυνάμεις χρειάζεσαι, πότε και πού, από πού θα μπουν οι δυνάμεις σου και από πού θα βγουν, πού μπορούν να ανεφοδιαστούν ή να ξεκουραστούν χωρίς να βγουν από το δάσος, ποιο τμήμα του δάσους πιθανόν θα θυσιαστεί και τι δεν πρέπει να θυσιαστεί με κανέναν τρόπο. Πού θα χρειαστείς ρίψεις εναέριων μέσων για να ταπεινώσουν την φωτιά και να την πλησιάσεις για πλήρη κατάσβεση, πού πιθανόν θα κάνεις χρήση αντιπύρ (που έχει ξεχαστεί) και με ποιους, πού θα υποχωρήσεις σε εναλλακτικές γραμμές δευτερεύουσας πλήξης… και εκατοντάδες άλλους παράγοντες.
Τα δάση καίγονται τον χειμώνα… Όταν δεν προετοιμάσεις τα δάση έτσι ώστε να μην καίγονται, τότε να είσαι σίγουρος ότι σύντομα θα καούν».
Ωστόσο, σε αυτή την δοκιμασία που αφορά πράγματι ένα «πόλεμο» που θα πρέπει να ξεκινήσουμε στην Ελλάδα, ενάντια στην κλιματική αλλαγή (όπου σε μεγάλη κλίμακα το τι θα κάνουμε εμείς δεν παίζει πολύ σημαντικό ρόλο) αλλά και στις πυρκαγιές (όπου τα πράγματα εξαρτώνται πολύ περισσότερο από τι θα κάνουμε εμείς), βλέπουμε φάλτσα και προκαταλήψεις, ακόμη και σε βασικά θέματα, αντί ενός ελάχιστου συναίνεσης και υπευθυνότητας, ένθεν και εκείθεν.
Κάποιοι ξεκίνησαν ήδη να λένε ότι η διαχείριση των δασών ανοίγει δρόμο για να περάσουν στην ιδιωτική πρωτοβουλία. Πιθανότατα σε πολλές περιοχές, όπου Δήμοι και δημότες έχουν τις γνώσεις και τη σχέση με τη φύση που απαιτείται, να γίνεται η δασική διαχείριση, μέσω επιχειρήσεων της Τοπικής Αυτοδιοίκησης. Στα περιαστικά δάση των μεγάλων πόλεων όμως, είναι μάλλον απίθανο να συμβεί κάτι τέτοιο.
Σε αυτές τις περιοχές, πιθανώς η μόνη λύση δασικής διαχείρισης αφορά την ανάθεσή της σε ιδιώτες οι οποίοι έναντι του οφέλους που έχουν, από τη βιομάζα, το ρετσίνι κ.λπ., θα παρέχουν τη σχετική υπηρεσία, με τις προδιαγραφές που θα θέσει -και θα ελέγχει, ελπίζουμε- το κράτος. Συμβαίνει αυτό σε πολλές ευρωπαϊκές χώρες, ενώ εξ όσων γνωρίζουμε, σίγουρα δεν αφορά οικονομικούς κολοσσούς του ιδιωτικού τομέα, αλλά μάλλον μικρές επιχειρήσεις.
Εξίσου, αν όχι περισσότερο αρνητικό, είναι ότι διάφοροι πολιτικοί κύκλοι, φίλα προσκείμενοι στην κυβέρνηση, ανεπισήμως αντιμετωπίζουν το θέμα με τρόπο αφενός μοιρολατρικό (δεν μπορούν να γίνουν και πολλά πράγματα, Ελλάδα είμαστε), κι αφετέρου εντελώς κυνικό. Θεωρούν κατά βάση ότι η «ζημιά» των πυρκαγιών είναι πολιτικά διαχειρίσιμη, ότι η κυβέρνηση είναι κυρίαρχη, κι ότι βρίσκεται στην αρχή της θητείας της, μακριά από κρίσιμες εκλογικές δοκιμασίες. Έχει ο Θεός και ο… χρόνος με άλλα λόγια!
Καμία αντίρρηση, όμως θα πρέπει να δουν και άλλες διαστάσεις του θέματος, μάλλον ανησυχητικές πολιτικά.
Κι αυτός ο κουβάς, μέσα σε ελάχιστο διάστημα, πήρε πολύ δυσαρέσκεια μέσα…
ΥΓ: Η στήλη σας αποχαιρετά προσωρινά, μπαίνοντας σε περίοδο θερινών διακοπών. Υπόσχεται όμως ότι θα είναι παρούσα στις εξελίξεις, εφόσον το απαιτήσει η επικαιρότητα.
Πηγή: euro2day.gr
Διαχείριση δασών, η μεγάλη «τρύπα»
Τα… φάλτσα και ο κουβάς