Του Γεώργιου Γεωργαντά*
Ο κλάδος της αγροδιατροφής είναι ένας καθοριστικός κλάδος για την ελληνική οικονομία, που έδειξε τη δυναμική του ακόμα και στην κρίση που δημιούργησε η πανδημία.
Είναι ένας κλάδος ο οποίος είναι ανερχόμενος και χαρακτηρίζεται από εξωστρέφεια, καθώς κατέχει σημαντικό μερίδιο στις εξαγωγές. Είναι χαρακτηριστικό ότι το 2020 και το 2021 για πρώτη φορά μετά από δεκαετίες πετύχαμε εμπορικό πλεόνασμα της τάξης περίπου του μισού δισεκατομμυρίου ετησίως, γεγονός ενδεικτικό των τάσεων του κλάδου.
Η βιομηχανία τροφίμων και ποτών αποτελεί πλέον έναν από τους βασικούς πυλώνες της ελληνικής μεταποίησης και σημαντικό παράγοντα της παραγωγικής δραστηριότητας και της αναπτυξιακής πορείας της χώρας.
Η ακαθάριστη αξία παραγωγής του κλάδου ανέρχεται σε 15,6 δισ. ευρώ, συμμετέχει στο ΑΕΠ με προστιθέμενη αξία 5,5 δισ. ευρώ (ποσοστό 3,3% επί του ΑΕΠ) και απασχολεί συνολικά 128.290 άτομα (ποσοστό 2,7%), έκτων οποίων 112.730 είναι μισθωτοί. (Στοιχεία Eurostat 2020).
Σύμφωνα με τα ίδια στοιχεία, ο μέσος όρος της Ακαθάριστης Προστιθέμενης Αξίας (ΑΠΑ) του κλάδου ανέρχεται σε περίπου 5 δισ. ευρώ. Η Ελλάδα βρίσκεται στην 11η θέση της σχετικής κατάταξης των 27 χωρών-μελών της Ε.Ε., καθώς η Ακαθάριστη Προστιθέμενη Αξία αποτελεί το 2,2% της ΑΠΑ στην Ε.Ε. Σύμφωνα δε με τα υπάρχοντα στοιχεία, στη χώρα μας για κάθε 100 ευρώ που προσθέτει ο πρωτογενής τομέας στο ΑΕΠ της Ελλάδας, ο κλάδος της μεταποίησης τροφίμων και ποτών προσθέτει επί πλέον 78 ευρώ. Ο αντίστοιχος μέσος όρος των χωρών της Ε.Ε. είναι 111 ευρώ, γεγονός που δείχνει τα περιθώρια βελτίωσης που υπάρχουν για τη χώρα μας.
Μπορεί να διερχόμαστε μια περίοδο ανατροπών και τη μια κρίση να τη διαδέχεται η άλλη (υγειονομική, κλιματική, ενεργειακή κρίση και τώρα ο πόλεμος στην Ουκρανία), αλλά τα
τρόφιμα αποτελούν και θα αποτελούν πάντα ένα στοιχείο που ταυτίζεται με την επιβίωση, την ποιότητα ζωής αλλά και τον πολιτισμό της ανθρωπότητας. Το στοιχείο αυτό οφείλουμε να το αξιοποιήσουμε ως χώρα. Ακόμα και σε αυτήν τη δύσκολη περίοδο ό,τι είναι ελληνικό ταυτίζεται, σε μεγάλο βαθμό, με την ποιότητα και την εκλεκτή γεύση. Πρόκειται για κάτι που το έχουν κατακτήσει μόνοι τους οι παραγωγοί μας, δυστυχώς, με ελάχιστη ή καθόλου βοήθεια από το κράτος.
Ως υπεύθυνη πολιτεία οφείλουμε να στηρίξουμε τον κλάδο. Οφείλουμε να συνδέσουμε άμεσα την ελληνική διατροφή, τα προϊόντα της ελληνικής γης με την ιστορία μας, την παράδοσή μας και τον πολιτισμό μας και να ενισχύσουμε το εθνικό brand των ελληνικών τροφίμων και ποτών.
Το εθνικό brand της διατροφής πρέπει να στηρίζεται σε τρεις πυλώνες:
>εξαγωγές
>επενδύσεις
>τουρισμό
Κάθε πυλώνα πρέπει να τον υποστηρίξουμε με ανεξάρτητες δράσεις.
Και γνωρίζουμε καλά ότι αυτό το οικοδόμημα μπορούν να το στηρίξουν μόνο προϊόντα που έχουν πιστοποιηθεί, μόνο προϊόντα με ταυτότητα.
Όπλο του ΥπΑΑΤ σε αυτήν τη διαδικασία αποτελεί ο ΕΛΓΟ – Δήμητρα, καθώς η διαδικασία ελέγχων σε αυτήν την περίπτωση διαδραματίζει καθοριστικό ρόλο.
Οι έλεγχοι από όλους τους εποπτευόμενους φορείς μας στην αγορά πρέπει να ενταθούν περαιτέρω, γιατί μόνο έτσι θα μπορέσουμε να προστατεύσουμε τα ελληνικά προϊόντα. Μόνο με διαρκείς ελέγχους θα μπορέσουμε να αποτρέψουμε τη χρήση παραπλανητικών ετικετών που παραπέμπουν στη χώρα μας.
Όπως κινούνται σήμερα τα πράγματα στην αγορά, η κατασταλτική παρέμβαση του κράτους είναι αναγκαία. Αυτό μπορεί να αλλάξει μόνο αν όλοι οι εμπλεκόμενοι φορείς συζητήσουμε με ειλικρίνεια και υπευθυνότητα, με στόχο να υιοθετήσουμε άλλα πρότυπα, πιο αποτελεσματικά, λιγότερο εξαρτώμενα από το κράτος, χωρίς, βέβαια, να κάνουμε εκπτώσεις στην προστασία της νομιμότητας του υγιούς ανταγωνισμού, αλλά και στην προστασία των καταναλωτών. Για να ενισχύσουμε λοιπόν το ενιαίο εθνικό brand, απαιτείται η καθιέρωση ενός κοινά αποδεκτού συστήματος για την πιστοποίηση προϊόντων μας υψηλής ποιότητας.
Η ποιότητα αποτελεί το κυριότερο συγκριτικό πλεονέκτημα που διαθέτουν οι ελληνικές επιχειρήσεις στον διεθνή ανταγωνισμό.
Τα ελληνικά τρόφιμα και ποτά δεν είναι μόνο γεύσεις. Αντανακλούν μια ευρύτερη φιλοσοφία ζωής, συνδέονται με τον τρόπο ζωής των Ελλήνων, περικλείουν τον πολιτισμό και την ιστορία μας.
Η παραγωγή και μεταποίηση στα ελληνικά τρόφιμα και ποτά είναι πραγματικά ένα καλό παράδειγμα για την κληρονομιά μας, τη στάση ζωής μας, αλλά και τα αγροτικά προϊόντα, τις μεθόδους παραγωγής, τις διαδικασίες προετοιμασίας, τη μεταποίηση, τη σύγχρονη εμπορία, την επιχειρηματικότητα και το σύγχρονο marketing.
Αυτός είναι και ένας από τους πρωταρχικούς οραματικούς στόχους μας στο Υπουργείο Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων.
Με τις δράσεις μας στοχεύουμε στην ανάδειξη της τοπικότητας, της μοναδικότητας των προϊόντων της χώρας μας, ώστε να αποκτήσει τη θέση που της αξίζει στον αγροδιατροφικό χάρτη . Σε αυτήν την προσπάθεια θέλουμε μαζί μας όλους εσάς, τους καταξιωμένους επαγγελματίες και επιχειρηματίες του χώρου.
Πιστεύουμε πολύ στις γνώσεις και τις δεξιότητές σας, την ευρηματικότητα και την αφοσίωσή σας, την προώθηση και την ανάπτυξη που προσφέρετε. Απαιτείται πάντοτε να είμαστε ανταγωνιστικοί και διαπιστώνω καθημερινά τη βελτίωση και τις συνεχείς προσπάθειες που καταβάλλετε.
Γνωρίζω ότι για να βελτιωθεί η ελληνική παραγωγή,πρέπει να αντιμετωπισθούν εγγενή προβλήματα όπως:
>το μικρό μέγεθος των αγροτικών εκμεταλλεύσεων σε σύγκριση με τους ανταγωνιστές μας,
απαξίωση και συρρίκνωση του ρόλου των συνεταιρισμών,
>η χαμηλή αναγνωρισιμότητα και η περιορισμένη εποχικότητα των προϊόντων μας,
>η επιμονή σε ποικιλίες που έχουν φθίνουσα ζήτηση στις διεθνείς αγορές, το υψηλό μεταφορικό κόστος,
>η διαπραγματευτική αδυναμία παραγωγών και εμπόρων απέναντι στα μεγάλα διεθνή δίκτυα
>η περιορισμένης έκτασης αγροτική εκπαίδευση σε σχέση με τις χώρες της Ε.Ε. και
>η χαμηλή ενσωμάτωση τεχνολογικών καινοτομιών στην αγροτική παραγωγή.
Για να συνεχισθεί η ανοδική πορεία των εξαγωγών μας, οφείλουμε να προχωρήσουμε σε συντονισμένες κινήσεις ενίσχυσης των πιστοποιημένων προϊόντων και κυρίως των
Προϊόντων Ονομασίας Προέλευσης (ΠΟΠ) και των Προϊόντων Γεωγραφικής Ένδειξης (ΠΓΕ).
Σε αυτά ρίχνουμε το βάρος μας, καθώς αποτελούν τα προϊόντα που διαφημίζουν τη χώρα μας στο εξωτερικό για την ποιότητά τους και την υψηλή γευστική και διατροφική αξία τους.
Τα ΠΟΠ/ΠΓΕ προϊόντα, ακριβώς επειδή παράγονται, αναγνωρίζονται και πιστοποιούνται σύμφωνα με ένα απαιτητικό όσο και σύνθετο πλέγμα κανόνων ενωσιακών και εθνικών, ικανοποιούν σε μέγιστο βαθμό τις απαιτήσεις των καταναλωτών.
Τα ΠΟΠ και ΠΓΕ προϊόντα μας αποτελούν σίγουρα την αιχμή του δόρατός μας στις εξαγωγές. Δεν αρκεί όμως αυτό. Για να επιτυγχάνουμε αυξημένες εξαγωγές απαιτείται σοβαρότητα, συνέπεια, ειλικρίνεια, επαγγελματισμός και προσήλωση, στην αυστηρή τήρηση των προβλεπόμενων κανόνων υγιεινής και ασφάλειας. Μόνο έτσι η παρουσία μας θα έχει αξιοπιστία και χρονική διάρκεια.
Οφείλουμε ως χώρα (κράτος και εμπλεκόμενοι ιδιωτικοί φορείς) να συνεχίσουμε την εκπόνηση προγραμμάτων προώθησης, των κυριότερων ελληνικών προϊόντων όπως τα τυροκομικά προϊόντα, οι ελιές και οι οίνοι.
Σημαντική είναι επίσης η διοργάνωση εκδηλώσεων στο εξωτερικό για την προώθηση των ελληνικών προϊόντων. Οι εκδηλώσεις και η διεθνής συμμετοχή έχουν ευρύτερο αντίκτυπο και λειτουργούν πολλαπλασιαστικά σε ευρύτερα τμήματα του καταναλωτικού κοινού. Πρέπει επίσης να αναπτυχθεί συνεργασία με διεθνή δίκτυα διανομής.
Το ΥπΑΑΤ είναι έτοιμο να αναλάβει πρωτοβουλίες, αλλά και να συντονίσει ενέργειες μεταξύ υπουργείων και φορέων και να στηρίξει κάθε αναπτυξιακή προσπάθεια, από την οποία ωφελημένοι θα βγουν πρωτίστως οι Έλληνες παραγωγοί, αλλά και το σύνολο της οικονομίας μας.
Τα ελληνικά τρόφιμα και ποτά αποτελούν τη σύγχρονη ταυτότητα της Ελλάδας στο εξωτερικό και την ανάμνηση, που λειτουργεί ως γευστικός πρεσβευτής της χώρας μας διεθνώς, αλλά και ως κίνητρο για να επισκεφθεί κανείς ξανά και ξανά αυτόν τον μοναδικό τόπο που έχουμε την ευλογία να ζούμε.
*υπουργός Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων